Το δικό της στίγμα αναφορικά με τον ρόλο των Βιοεπιστημών στην ανάκαμψη της οικονομίας και της μεταπανδημικής εποχής, κατέθεσε στο 7ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, η CEO του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη, φαρμακοποιός MSc, πρόεδρος του UN Global Compact Net Work Hellas και μέλος ΔΣ του ΣΕΒ, κ. Ιουλία Τσέτη.
Η κ. Τσέτη παραχώρησε συνέντευξη one to one στη δημοσιογράφο κυρία Μαρία Νικόλτσιου και ειδικότερα στην ενότητα HEALTH με θέμα: «GREEK LIFE SCIENCE: RECOVERING THE ECONOMY» στέλνοντας το μήνυμα ότι οι Βιοεπιστήμες, αποτελούν μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας, στη βάση της οποίας πρέπει να υπάρχει η σύμπτυξη και η κοινωνική συνοχή. Η ανάπτυξη δε αυτή, μπορεί να βασιστεί σε δύο πυλώνες: Πρώτον, στην Ισότητα, Διαφορετικότητα και Συμπερίληψη, ώστε να ενωθεί ο επιχειρηματικός κόσμος και δεύτερον, στις 10 Διακηρυγμένες Αρχές του ΟΗΕ και τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης.
Στην Ελλάδα όπως εξήγησε, οι Αρχές αυτές εκπροσωπούνται από το Ελληνικό Δίκτυο UN GLOBAL COMPACT NET WORK HELLAS, του οποίου επικεφαλής εδώ και ένα χρόνο, είναι η κ. Ιουλία Τσέτη. Το UN GLOBAL COMPACT, δηλαδή το Οικουμενικό Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών, αποτελεί μία παγκόσμια πρωτοβουλία Εταιρικής Υπευθυνότητας, την οποία ίδρυσε πριν χρόνια στο Φόρουμ του Νταβός, ο τότε 7ος Γ.Γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν.
Το δίκτυο, στοχεύει στην ευαισθητοποίηση του ιδιωτικού τομέα σε κοινωνικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις, οι οποίες προέρχονται από την αυξανόμενη διεθνοποίηση. Επίσης, το Δίκτυο αποτελείται από επιχειρήσεις που δεσμεύονται να ευθυγραμμίσουν τις λειτουργίες τους και τις Αρχές τους, σύμφωνα με τις 10 Αρχές του ΟΗΕ και τις 17 Αρχές Βιώσιμης Ανάπτυξης. Μεταξύ των Αρχών αυτών, είναι τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η κατάργηση της Παιδικής εργασίας, η προστασία του περιβάλλοντος, οι Ηθικές Συνεργασίες.
Ως πρόεδρος του Ελληνικού Δικτύου του GCNH, η κ. Τσέτη κάλεσε τις επιχειρήσεις να γίνουν μέλη του Δικτύου, έτσι ώστε να τονωθεί η προσδοκία του επιχειρηματικού κόσμου, προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης.
Οι Βιοεπιστήμες και ο ρόλος τους στην οικονομία
Όσον αφορά τις Βιοεπιστήμες, η κ. Τσέτη επισήμανε ότι «με τον όρο αυτό εννοούμε τις επιστήμες της Βιολογίας, της Φαρμακολογίας και της Ιατρικής που εστιάζουν στην ευζωία, στην αντιμετώπιση ανίατων ασθενειών και στην πρόληψη, για μία καλύτερη ποιότητα ζωής και υγιή γήρανση. Οι Βιοεπιστήμες με την καινοτομία που πρεσβεύουν, αποτελούν τον τομέα που θα φέρει την πολυπόθητη ανάπτυξη, σε έναν κόσμο που αλλάζει. Οι Επιστήμες Υγείας αποτελούν ένα από τα κορυφαία πεδία δραστηριότητας στο ελληνικό ‘οικοσύστημα’ καινοτομίας και επιχειρηματικότητας. Ο τομέας των Βιοεπιστημών αναμφίβολα εξελίσσεται ταχύτατα και παρουσιάζει εξαιρετική δυναμική ανάπτυξης, εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων – συνεισφέροντας στην βελτίωση της υγείας της εγχώριας κοινότητας, εξάγοντας καινοτόμες γνώσεις, ιδέες, προϊόντα και υπηρεσίες. Οι καινοτόμες γνώσεις και ιδέες, προωθούνται, είτε από τα Ακαδημαϊκά Ιδρύματα, είτε από startups, κρατικές, ή ιδιωτικές».
Συνεχίζοντας τόνισε: «Είναι εντυπωσιακό, ότι το 30,8% των διδακτορικών διατριβών που εκπονήθηκαν στη χώρα μας κατά το 2020, σχετίζονταν με την Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι στην Ελλάδα παράγεται βασική έρευνα. Ακόμη, είναι αξιοσημείωτη η συμμετοχή των Ελλήνων ερευνητών σε προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την έρευνα και την καινοτομία, όπως το Horizon Europe, μέσω των οποίων διεκδικούν σημαντικές επιδοτήσεις προς την υλοποίηση του έργου τους. Αυτό φανερώνει την ανταγωνιστικότητα των Ελλήνων επιστημόνων καθώς και την τεράστια δυναμική τους προς την αντιμετώπιση σοβαρών υγειονομικών προκλήσεων».
Ενδεικτικά, όπως είπε, μόνο το 2020 εγκρίθηκαν 327 ερευνητικές προτάσεις στο πλαίσιο του Horizon 2020 που αφορούσαν τον θεματικό πυλώνα της Υγείας και αποδόθηκαν σε αυτές συνολικά επιχορηγήσεις, ύψους 122.200.000 ευρώ. Ένα επιπρόσθετο ενδιαφέρον στοιχείο που αποδεικνύει τον δυναμισμό της ελληνικής ερευνητικής κοινότητας και τις επιτυχίες της σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι η διάκριση πέντε ελληνικών ερευνητικών κέντρων, μεταξύ των οποίων το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας και το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ» ανάμεσα στα 50 πρώτα της Ευρώπης για τις επιδόσεις τους στο Horizon 2020.
Η κ. Ιουλία Τσέτη υποστήριξε ακόμη, ότι το ελληνικό επιχειρείν έχει προοπτική και προέτρεψε τους νέους επιστήμονες να ασχοληθούν με το πεδίο των Βιοεπιστημών και με την έρευνα, αφήνοντας πίσω τις αγκυλώσεις και απογοητεύσεις.