Ο θλιβερός απολογισμός των πυρκαγιών στην Αττική αλλά και στο σύνολο της Επικράτειας κατά το 2024 καθιστούν επιτακτικό το ερώτημα ποια είναι η συμβολή της φύσης στην οικονομική δραστηριότητα και πόσο πραγματικά υπολογίζουμε το κεφάλαιο της φύσης που έχουμε κληρονομήσει και οφείλουμε να κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές τόσο σε επάρκεια όσο και ποιότητα.
Στις περισσότερες αξιολογήσεις, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), το οποίο δείχνει τη συνολική αξία της παραγωγής/εισοδήματος που δημιουργείται σε μια χώρα, χρησιμοποιείται ως ο κύριος δείκτης οικονομικής ανάπτυξης, χωρίς να αποτυπώνει πλήρως τη συμβολή της φύσης στην οικονομική δραστηριότητα και την ευημερία του ανθρώπου. Η έννοια του Aκαθάριστου Προϊόντος Οικοσυστήματος (Gross Ecosystem Product, GEP) η οποία συνοψίζει την αξία που παρέχουν οι υπηρεσίες οικοσυστήματος στην οικονομία σε νομισματικούς όρους, είναι ένας τρόπος να ξεπεραστούν αυτές οι ελλείψεις στις αξιολογήσεις πολιτικής.
Η εφαρμογή GEP για την αξιολόγηση της αξίας των οικοσυστημικών υπηρεσιών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων θα μπορούσε να βελτιώσει την ποιότητα των νέων πολιτικών και της διαχείρισης, γεγονός που με τη σειρά του θα μπορούσε να βελτιώσει τη διαχείριση του φυσικού κεφαλαίου. Η προσέγγιση INCA Integrated Natural Capital Accounting είναι ένα εργαλείο για τη μέτρηση των αλλαγών στο απόθεμα και την κατάσταση του φυσικού κεφαλαίου (δηλαδή των οικοσυστημάτων) σε συστήματα λογιστικής και αναφοράς.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους αλλά και τους επιστήμονες του περιβάλλοντος, η υποτίμηση του κεφαλαίου της φύσης (δάση, ύδατα, χλωρίδα, πανίδα), η απομείωση φυσικών πόρων εξαιτίας των πυρκαγιών ή λόγω άλλων καταστροφών και κλιματικών ανατροπών πλήττει το σύνολο μιας κοινωνίας και της οικονομίας. Συνεπώς είναι απαραίτητη η ανάδειξη της συμβολής των δασικών οικοσυστημάτων στο ΑΕΠ της χώρας και στην ποιότητα ζωής των πολιτών.
Η έκθεση «Gross Ecosystem Product in Μacro Modelling (2024)» του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τονίζει ότι τα οφέλη που παρέχουν οι υπηρεσίες οικοσυστήματος, όπως για παράδειγμα η επικονίαση των καλλιεργειών και ο καθαρισμός των υδάτων, έχουν μεγάλη σημασία για κάθε οικονομία, τόσο άμεσα όσο και έμμεσα. Ως εκ τούτου, η λήψη αποφάσεων χωρίς αποκλεισμούς για τη φύση απαιτεί να λαμβάνονται υπόψη αυτά τα οφέλη στη διαδικασία λήψης οικονομικών αποφάσεων. Η εφαρμογή GEP προσφέρει πληροφορίες σχετικά με τις ανταλλαγές και τις συνέργειες μεταξύ των υπηρεσιών οικοσυστήματος. Η οικονομική ανάπτυξη που επωφελείται από τις υπηρεσίες οικοσυστήματος συχνά συνεπάγεται συμβιβασμούς και είναι απαραίτητο για τη βιώσιμη ανάπτυξη να εξισορροπηθεί με τρόπο που να διατηρεί το φυσικό κεφάλαιο για τις μελλοντικές γενιές. Η εφαρμογή GEP βοηθά στην αξιολόγηση των συν-ωφελειών και στην ελαχιστοποίηση των συγκρούσεων μεταξύ των διαφόρων ροών υπηρεσιών οικοσυστήματος, καθώς και στη σχέση τους με το ΑΕΠ και άλλους δείκτες.
Aπαιτούνται τέσσερα βήματα για την κατανόηση και τη σωστή αξιολόγηση του GEP. Αυτό περιλαμβάνει λογιστική του αποθέματος περιουσιακών στοιχείων των οικοσυστημάτων που παρέχουν υπηρεσίες που υποστηρίζουν την ανθρώπινη ευημερία (αφορά τόσο τα φυσικά περιουσιακά στοιχεία του οικοσυστήματος όπως τα δάση ή τα ποτάμια όσο και τα τροποποιημένα περιουσιακά στοιχεία του οικοσυστήματος όπως οι γεωργικές εκτάσεις και οι δεξαμενές), την εκτίμηση της παροχής υπηρεσιών οικοσυστήματος, όπου η προσφορά καθορίζεται από τη δομή και τη λειτουργία ενός δεδομένου οικοσυστήματος, τον προσδιορισμό της αξίας κάθε υπηρεσίας οικοσυστήματος, την άθροιση της συνολικής αξίας συγκεκριμένων υπηρεσιών οικοσυστήματος. Μια τέτοια αξιολόγηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη την έκταση (π.χ. περιοχή συγκεκριμένου τύπου οικοσυστήματος), την κατάσταση (π.χ. ποιότητα νερού, βλάστηση, βιομάζα) και την ενσωμάτωση των προαναφερθέντων παραγόντων.
Ο ελληνικός φυσικός πλούτος
Με βάση τα στοιχεία της Έκθεσης 2023 «Η Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή» της Επιτροπής για την Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή-ΕΑΔΟ, το κοινωνικό κόστος που σχετίζεται με τα δάση περιλαμβάνει ζημιές από δασικές πυρκαγιές από απώλεια οικοσυστημικών υπηρεσιών, διάβρωση, πλημμύρες και χιονοστιβάδες λόγω κακής ή μηδενικής διαχείρισης των δασών, επιπτώσεις από γύρη και αλλεργικούς παράγοντες, απώλεια ευκαιριών αναψυχής και οικοσυστημικών αξιών τοπίου και βιοποικιλότητας λόγω αλλαγών στη χρήση γης. Η οικονομική ζημιά σε όρους απώλειας οικοσυστημικών υπηρεσιών από πυρκαγιές είναι επίσης πολύ μεγάλη, χωρίς να υπολογίζονται τα κόστη τα οποία σχετίζονται με καταστροφές σε υποδομές ή ακίνητη περιουσία, καθώς και σε τραυματισμούς ή απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Αρνητικές επιπτώσεις σημειώνονται επίσης σε πολλούς τομείς της οικονομίας και στη ζωή των πολιτών. Πολυάριθμες οικίες, τουριστικές εγκαταστάσεις, γεωργικές εκμεταλλεύσεις και βιομηχανικές υποδομές επηρεάζονται ιδιαίτερα στη ζώνη διεπαφής του οικιστικού ιστού – φυσικού περιβάλλοντος όπου και τα προληπτικά μέτρα προστασίας από τις πυρκαγιές κρίνονται επιτακτικά αναγκαία.
Για μία εικόνα της συνολικής αξίας των ελληνικών παραγωγικών δασών, τα οποία καλύπτουν έκταση 39 εκατομμυρίων στρεμμάτων αξίζει να σημειωθεί ότι: από τις προσομοιώσεις Monte Carlo προκύπτει ότι η ετήσια αξία των οικοσυστημικών υπηρεσιών των δασών είναι πάνω από 2,83 δις. ευρώ με βαθμό βεβαιότητας 90%. Η συνολική κεφαλαιοποιημένη αξία διατήρησης για τα επόμενα εκατό χρόνια με τον ίδιο βαθμό βεβαιότητας και με κοινωνικό επιτόκιο προεξόφλησης 1%, είναι πάνω από 176 δις. ευρώ, ενώ αειφορική αξία διατήρησης των παραγωγικών δασών, με τον ίδιο βαθμό βεβαιότητας για ένα πολύ μεγάλο χρονικό ορίζοντα είναι πάνω από 283 δις. ευρώ.
Η αειφορική αξία αντιπροσωπεύει μέρος της συνιστώσας του φυσικού κεφαλαίου στον εθνικό πλούτο της χώρας και η διατήρηση και μεγέθυνσή της αποτελεί μια από τις αναγκαίες συνθήκες αειφορικής ανάπτυξης της χώρας μας. Θα πρέπει εδώ να τονιστεί ότι οι υπηρεσίες των δασικών οικοσυστημάτων, με εξαίρεση τις υπηρεσίες παροχής (π.χ. ξυλεία, μη ξυλωδη προϊόντα) οι οποίες αντιπροσωπεύουν κυρίως ιδιωτικά αγαθά, αποτελούν δημόσια αγαθά τα οποία διαχέονται στο κοινωνικό σύνολο. Για της υπηρεσίες όμως αυτές που αντιπροσωπεύουν δημόσια αγαθά δεν υπάρχουν αγορές στις οποίες να προσδιορίζονται τιμές οι οποίες θα αντανακλούν σε κάποιο βαθμό την κοινωνική την αξία των υπηρεσιών αυτών. Έτσι, μεγάλο μέρος αξιών που δημιουργούν τα δασικά οικοσυστήματα δεν λαμβάνονται υπόψη στις σύγχρονες οικονομίες αγοράς με αποτέλεσμα οι υπηρεσίες αυτές να μη προστατεύονται με τον κοινωνικά βέλτιστο τρόπο. Αυτό δημιουργεί την ανάγκη σχεδιασμού οικονομικής πολιτικής.
ΠΗΓΗ: «Gross Ecosystem Product in macroeconomic modeling», 2024