Πέντε άξονες πολιτικής για την περαιτέρω ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) ξεχωρίζει νέα ανάλυση της διαΝΕΟσις, που υπογράφουν η Φαίη Μακαντάση, διευθύντρια Ερευνών του Οργανισμού, και ο Ηλίας Βαλεντής, Senior Research Analyst.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η ανάλυση, με τίτλο «Προκλήσεις και προοπτικές της διείσδυσης των ΑΠΕ στην ελληνική ηλεκτροπαραγωγή», που έχει στη διάθεσή της η «Ν», ο κλάδος κατέγραψε υψηλές «επιδόσεις» τα τελευταία πέντε χρόνια, με το εκτιμώμενο ύψος των επενδύσεων να φτάνει τα 9,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε έργα δημιουργίας μονάδων ΑΠΕ, συνοδευτικά έργα και έργα υποδομών και δικτύων.
Εξετάζοντας την υφιστάμενη κατάσταση της αγοράς και τις προοπτικές της «επόμενης ημέρας», οι αναλυτές επισημαίνουν την ανάγκη μείωσης της διαχρονικής γραφειοκρατίας (απαλλοτριώσεις, περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις, κατασκευαστικοί διαγωνισμοί, επίλυση προσφυγών κτλ.) που σχετίζεται με την πραγματοποίηση απαραίτητων έργων υποδομής. Η προώθηση των στόχων σε ΑΠΕ περνούν επίσης από τη διασφάλιση επαρκούς ηλεκτρικού χώρου για τις νέες μονάδες, πράγμα που σήμερα συνιστά μια από τις βασικές προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης.
Έπειτα ο εξηλεκτρισμός σημαντικού μέρους των αναγκών ενέργειας που καλύπτονται σήμερα από άλλα ενεργειακά αγαθά, η ανάπτυξη των δυνατοτήτων αποθήκευσης ενέργειας και η αναβάθμιση των διεθνών διασυνδέσεων του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος με γειτονικές χώρες συμπληρώνουν το «παζλ» των παρεμβάσεων, ώστε η πράσινη ενέργεια και η ενεργειακή μετάβαση να συνεχίσουν σε αναπτυξιακή τροχιά με θετικό πρόσημο.
Τι είναι οι ΑΠΕ
Πρόκειται για ενέργεια που δεν εξάγεται από περιορισμένους πόρους, όπως τα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο και λιγνίτης). Η καύση των ορυκτών, συνήθως για την παραγωγή ενέργειας, διευρύνει το φαινόμενο του θερμοκηπίου και συμβάλλει στην κλιματική αλλαγή. Αντίθετα, γίνεται χρήση ενέργειας που παρέχεται ελεύθερα από το περιβάλλον (ηλιακή, αιολική, δυναμική, παλιρροιακή κτλ.).
Οι πιο διαδεδομένες τέτοιες μονάδες πράσινης ενέργειας είναι τα υδροηλεκτρικά φράγματα, τα φωτοβολταϊκά πάνελ και οι ανεμογεννήτριες.
Οι ΑΠΕ στην Ελλάδα
9,5 δισ. ευρώ είναι το εκτιμώμενο ύψος των επενδύσεων τα τελευταία 5 έτη σε έργα δημιουργίας μονάδων ΑΠΕ, συνοδευτικά έργα και έργα υποδομών και δικτύων.
15 γιγαβατώρες (GWh) είναι η συνολική ισχύς των ΑΠΕ που λειτουργούν σήμερα, ενώ η δυνατότητα υποδοχής του υπάρχοντος συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας υπολογίζεται σε 28 έως 30 GW.
Από το 2019 έως το 2024 η αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, πλην υδροηλεκτρικών, υποδηλώνει μέσο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της τάξης του 15,6%.
Το 2024 η πλειονότητα (55,3%) της ζητούμενης ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα της Ελλάδας καλύφθηκε από ΑΠΕ. Αυτό επιτεύχθηκε για πρώτη φορά το 2023 (51,4%), με το μερίδιο κάλυψης να αυξάνεται γρήγορα.
Η συνολική καθαρή παραγωγή ξεπέρασε το 2024 τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά 307 MWh. Με απλά λόγια, η ανάγκη για εισαγωγές μηδενίστηκε πέρυσι και θεωρητικά η χώρα θα μπορούσε να εξάγει ένα οριακό πλεόνασμα, περίπου 0,6% της ζήτησης.
Θετικές επιπτώσεις των ΑΠΕ
Σε μια αξιολόγηση των επιπτώσεων από την ανάπτυξη του κλάδου των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, οι αναλυτές αρχικά τοποθετούν θετικό πρόσημο και ξεχωρίζουν την απεξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από την καύση άνθρακα -όσον αφορά τον ηλεκτρισμό- και τις ακόλουθες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Επιπρόσθετα, η διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα της χώρας επέτρεψε την απεξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τις εισαγωγές ενεργειακών αγαθών από το εξωτερικό, ενώ διαμορφώθηκε η δυνατότητα επέκτασης των εξαγωγών.
Προκλήσεις
Κάποιες τεχνολογίες ΑΠΕ, όπως π.χ. τα φωτοβολταϊκά, παράγουν δυσανάλογη ποσότητα ενέργειας κάποιες ώρες της ημέρας, π.χ. με την ηλιοφάνεια. Αντίστοιχα, άλλες τεχνολογίες, όπως οι ανεμογεννήτριες, εξαρτώνται από την περιοδικότητα καιρικών φαινομένων. Καθώς δεν υπάρχουν εξελιγμένες τεχνολογίες αποθήκευσης και τα δίκτυα έχουν περιορισμένη χωρητικότητα, το πλεόνασμα που προκύπτει λόγω των παραπάνω περιορισμών δεν μπορεί να αξιοποιηθεί πάντα.
860 γιγαβατώρες (GWh) πράσινης ενέργειας περικόπηκαν στην Ελλάδα το 2024 λόγω της μειωμένης δυνατότητας αποθήκευσης της ενέργειας αυτής. Το μέγεθος αυτό αντιστοιχεί στο 3,3% της συνολικής παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ το ίδιο διάστημα και είναι υπερδιπλάσιο του αντίστοιχου του 2023.
Αν μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε αυτήν την ποσότητα χαμένης πράσινης ενέργειας, τότε το μερίδιο των ΑΠΕ στην κάλυψη της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα θα αυξανόταν κατά 1,7 ποσοστιαία μονάδα (από 55,3% σε 57%). Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα η χώρα να έχει καθαρές εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας πάνω από 1,1 τεραβατώρες (TWh).
Τεχνικές απώλειες λόγω μη κατάλληλου δικτύου
Καθώς η ηλεκτρική ενέργεια περνάει στο δίκτυο μεταφοράς και διανομής, ένα μέρος της χάνεται σε θερμότητα στους αγωγούς και σε ηλεκτρομαγνητικό πεδίο στους μετασχηματιστές του δικτύου.
Το ελληνικό δίκτυο σταθμών και υποσταθμών δεν είναι κατάλληλα σχεδιασμένο ώστε να ευνοεί την παραγωγή από ΑΠΕ. Ένα καλύτερα σχεδιασμένο δίκτυο, περισσότερο προσαρμοσμένο στις ανάγκες των ΑΠΕ και συχνότερα προσαρμοζόμενο σε νεότερες ανάγκες, θα μπορούσε να περιορίσει τέτοιες απώλειες.
Επιπλέον, καταγράφονται σημαντικά προβλήματα χωρητικότητας, σχεδόν στο 1/4 των μετασχηματιστών υψηλής προς μέση τάσης του ΔΕΔΔΗΕ. Συγκεκριμένα: Από τους συνολικά 453 μετασχηματιστές, 29 έχουν εξαντλήσει το θερμικό τους περιθώριο, 82 έχουν εξαντλήσει το περιθώριο στάθμης βραχυκύκλωσης και 5 έχουν εξαντλήσει ταυτόχρονα και τα δύο αυτά περιθώρια.
Οι παραπάνω προκλήσεις συχνά λειτουργούν ταυτόχρονα. Για παράδειγμα, μια νέα μονάδα ΑΠΕ τοποθετημένη σε ένα λιγότερο βολικό σημείο για το δίκτυο, η οποία παράγει διαφορετικές ποσότητες μέσα στην ημέρα, μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερη τεχνική απώλεια. Πώς ακριβώς; Η παραγόμενη ενέργεια κάποιες ώρες της ημέρας μπορεί να εξαντλεί τις δυνατότητες απορρόφησης από το τοπικό δίκτυο και γι’ αυτό θα πρέπει να μεταφερθεί σε πιο μακρινούς «παρακαμπτήριους» σταθμούς και υποσταθμούς του δικτύου, αυξάνοντας επομένως και την απώλεια.