Σήμα κινδύνου για τη σοβαρή απειλή που εγείρουν οι καύσωνες εκπέμπει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, προειδοποιώντας πως αν δεν ληφθούν μέτρα αποτροπής, 90.000 Ευρωπαίοι κινδυνεύουν να πεθαίνουν κάθε χρόνο εξαιτίας των πολύ υψηλών θερμοκρασιών ως το τέλος του αιώνα.
«Αν δεν ληφθούν μέτρα προσαρμογής, βάσει του σεναρίου αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 3° Κελσίου ως το 2100, 90.000 Ευρωπαίοι μπορεί να πεθαίνουν κάθε χρόνο εξαιτίας των κυμάτων ζέστης» αναφέρει ο οργανισμός σε έκθεσή του. Όπως σημειώνει, αν η αύξηση της θερμοκρασίας περιοριστεί στον 1,5° Κελσίου, τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού, ο αριθμός αυτούς θα μειωθεί «στους 30.000 θανάτους τον χρόνο».
Βάσει των στοιχείων του Οργανισμού, από το 1980 ως το 2020, εκτιμάται πως πέθαναν εξαιτίας των κυμάτων ζέστης 129.000 Ευρωπαίοι. Σύμφωνα με τον ΕΟΠ, ο συνδυασμός των ολοένα πιο συχνών καυσώνων, της γήρανσης του πληθυσμού και της υψηλής αστικοποίησης κάνει πιο ευάλωτους τους Ευρωπαίους στις υψηλές θερμοκρασίες, ειδικά στα κράτη του νότου.
Την περασμένη Δευτέρα, το ευρωπαϊκό γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) ανέφερε ότι τουλάχιστον 15.000 θάνατοι στην Ευρώπη συνδέονταν άμεσα με τα κύματα ζέστης το καλοκαίρι του 2022.
Πέρα από τους αλλεπάλληλους καύσωνες, η κλιματική αλλαγή κάνει την Ευρώπη ολοένα πιο επιρρεπή στην εκδήλωση και στη μετάδοση μολυσματικών ασθενειών. Ορισμένα είδη κουνουπιών, που μεταδίδουν την ελονοσία και τον δάγκειο πυρετό, ζουν για μεγαλύτερα διαστήματα στην Ευρώπη, αναφέρει ο Οργανισμός. Η άνοδος των θερμοκρασιών ευνοεί εξάλλου την εξάπλωση στο νερό βακτηρίων, ιδίως στη Βαλτική θάλασσα των βακτηρίων Vibrio, το πιο γνωστό από τα οποία ευθύνεται για τη χολέρα.
Όπως σημειώνει πάντως, μέτρα πρόληψης και επιτήρησης μπορούν να αποτρέψουν τις θανάσιμες συνέπειες για τους ανθρώπους. «Πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή ευρύ φάσμα λύσεων, όπως η κατάρτιση αποτελεσματικών σχεδίων δράσης για την αντιμετώπιση των κυμάτων ζέστης, η οικολογική μεταμόρφωση των πόλεων, η βελτίωση της κλιματικής αποδοτικότητας κτιρίων και η προσαρμογή των ωραρίων και συνθηκών εργασίας» αναφέρεται στην έκθεση.
Με πληροφορίες από AFP