Το βαθύτερο υποβρύχιο σπήλαιο του κόσμου ανακαλύφθηκε στην Τσεχία από μια ομάδα εξερευνητών με επικεφαλής τον Πολωνό Κρζιστόφ Σταρνάφσκι.
Η αποστολή των Τσέχων και Πολωνών δυτών, που χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από το National Geographic, εξερεύνησε το σπήλαιο Χρανιτσκά Πρόπαστ, και ανακάλυψε ότι έχει βάθος 404 μέτρα, σχεδόν 12 μέτρα βαθύτερο από το Μέρο Πότσο της Ιταλίας, το δεύτερο βαθύτερο υποβρύχιο σπήλαιο του κόσμου. Η ερευνητική ομάδα χρησιμοποίησε ένα τηλεχειριζόμενο όχημα για να εξερευνήσει το κατώτερο μέρος του σπηλαίου.
Ο Σταρνάφσκι εξερεύνησε το σπήλαιο για πρώτη φορά το 1999. Το 2014, ο Πολωνός δύτης έφτασε σε βάθος 200 μέτρων και λανθασμένα πίστεψε ότι ήταν ο πυθμένας. Ωστόσο, αργότερα ανακάλυψε ένα στενό πέρασμα που οδηγούσε σε μία κάθετη σήραγγα. Στη συνέχεια ο Σταρνάφσκι χρησιμοποίησε έναν τηλεκατευθυνόμενο ανιχνευτή για να διερευνήσει περαιτέρω το νέο άνοιγμα, αλλά το σύρμα τελείωσε προτού φτάσει στον πυθμένα.
Το 2015, ο Σταρνάφσκι επέστρεψε στο σπήλαιο και ανακάλυψε ότι το πέρασμα είχε διευρυνθεί, επιτρέποντάς του να εισέλθει στη σήραγγα ο ίδιος. Αφού έφτασε σε βάθος 260 μέτρων, χρησιμοποίησε ένα άλλο τηλεχειριζόμενο ανιχνευτή, ο οποίος προσγειώθηκε στα 365 μέτρα, ενδεχομένως σε συντρίμμια από τη διεύρυνση του περάσματος. Εν τέλει, η ομάδα κατάφερε την ιστορική ανακάλυψη στις 27 Σεπτεμβρίου, όταν έφτασε στο κατώτατο μέρος του σπηλαίου, στα 404 μέτρα.
Όταν ρωτήθηκε γιατί χρησιμοποίησε το ρομπότ σε μικρότερο βάθος αντί να καταδυθεί βαθύτερα πρώτα ο ίδιος, απάντησε ότι δεν ήταν η πρόθεσή του να σπάσει το ρεκόρ βαθύτερης ανθρώπινης κατάδυσης αλλά να βοηθήσει στην εξερεύνηση της σπηλιάς πέρα από τα 400 μέτρα, κάτι που ούτως ή άλλως δεν μπορεί να γίνει από έναν δύτη.
Ο Σταρνάφσκι σημείωσε επίσης ότι το βυθόμετρο που χρησιμοποιήθηκε είναι πιστοποιημένο από την αρμόδια κρατική επιτροπή και συνεπώς οι μετρήσεις είναι απολύτως ακριβείς. Ο δύτης πέρασε μερικές ώρες σε θάλαμο αποσυμπίεσης μετά την ανάδυσή του.