Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, ο μολυσμένος αέρας του Λονδίνου είναι υπεύθυνος για το θάνατο έως και 9.500 ατόμων ετησίως.
Η έκθεση, που εκπονήθηκε από την Αρχή Μεταφορών του Ευρύτερου Λονδίνου (GLA), αναφέρει την καταγραφή επικίνδυνων επιπέδων διοξειδίου του αζώτου (NO2) και μικροσκοπικών σωματιδίων PM 2.5, που συνδέονται με διάφορες παθήσεις.
Τα σωματίδια φέρονται ως επί το πλείστον να προέρχονται έξω από την πόλη ή από φυσικούς ρύπους όπως σκόνη, αλλά το διοξείδιο του αζώτου προέρχεται από τους κινητήρες ντίζελ των αυτοκινήτων, λεωφορείων και φορτηγών που κινούνται στους δρόμους του Λονδίνου.
Το διοξείδιο του αζώτου αποτελεί το μείζον πρόβλημα, και μόλις το περασμένο έτος, το Λονδίνο χαρακτηρίστηκε ως «το χειρότερα μολυσμένο με ΝΟ2 μέρος στη Γη». Η μελέτη χρησιμοποιεί ένα πρότυπο που ονομάζεται «απώλεια ζωής σε έτη» για την ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων της ρύπανσης.
Η επιβάρυνση της θνησιμότητας εκφράζεται ως απώλεια ετών ζωής στον πληθυσμό, με βάση τους ετήσιους θανάτους (ένας χρόνος ζωής είναι ένας χρόνος που χάθηκε για ένα άτομο).
Πρόκειται για την πιο ακριβή αναπαράσταση της επιβάρυνσης θνησιμότητας, καθώς αυτό που έχει σημασία είναι το πότε πεθαίνουν οι άνθρωποι, αναφέρει η έρευνα.
Αυτά τα χρόνια, στη συνέχεια χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του αριθμού των ανθρώπων που θα είχαν πεθάνει αν το διοξείδιο του αζώτου ήταν η μοναδική αιτία. Ωστόσο ο πρόωρος θάνατος δεν είναι η μόνη επίπτωση της ρύπανσης του διοξειδίου του αζώτου.
Μόνο το 2010 καταγράφηκαν 420 εισαγωγές στο νοσοκομείο εξ αιτίας της, με άλλες 2.700 εισαγωγές να οφείλονται στην εισπνοή των σωματιδίων PM 2.5.
Το Λονδίνο εργάζεται για να μειώσει την καύση ορυκτών καυσίμων στις μεταφορές. Για παράδειγμα σύντομα θα εισαχθεί ένα ηλεκτρικό λεωφορείο με μηδενικές εκπομπές.
Το Λονδίνο διαθέτει σχεδόν 9.000 λεωφορεία, και θα χρειαστεί πολύ χρόνο για να τα αντικαταστήσει, αλλά το πραγματικό πρόβλημα προκαλείται από τα αμέτρητα αυτοκίνητα και φορτηγά που κυκλοφορούν στην πόλη κάθε μέρα.