Skip to main content

Τα τροπικά δάση προστατεύονται αλλά τα είδη τους χάνονται

Τα τροπικά δάση, οικοσυστήματα με τεράστια ποικιλία οργανισμών, μπορεί να προστατεύονται, όμως τα είδη που φιλοξενούν παραμένουν ευάλωτα σε εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους, αποκαλύπτει νέα μελέτη, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Nature. Οι συντάκτες της έκθεσης απευθύνουν έκκληση οι περιοχές αυτές να μετατραπούν σε πραγματικά καταφύγια άγριας ζωής, διαφορετικά όλο και περισσότερα είδη θα περνούν στην ιστορία.

Ο Ουίλιαμ Λόρανς από το Πανεπιστήμιο Τζέιμς Κουκ και το Ινστιτούτο Τροπικών Ερευνών Σμιθσόνιαν και εκατοντάδες συνάδελφοί του εστίασαν σε 60 προστατευόμενες περιοχές, σε 36 χώρες των τροπικών. Είδαν ότι εδώ και 20-30 χρόνια, περίπου στα μισά από αυτά τα δάση παρατηρείται «διάβρωση της βιοποικιλότητας».

«Τα καταφύγια αυτά λειτουργούν ως κιβωτοί για τη βιολογική ποικιλότητα, όμως κάποιες κιβωτοί κινδυνεύουν να βυθιστούν», γράφει ο Λόρανς. «Και αυτό παρά το γεγονός ότι μας προσφέρουν ελπίδες για τη διατήρηση των τροπικών δασών και της εκπληκτικής βιοποικιλότητάς τους στο διηνεκές.» Όπως εξηγεί, με την υποβάθμιση των τροπικών, οι προστατευόμενες περιοχές τους μετατρέπονται σε πυλώνα για κάθε πρωτοβουλία με στόχο την προστασία της Φύσης.

Ακόμη και αυτές οι περιοχές όμως απειλούνται από παράγοντες όπως η παράνομη υλοτομία, οι πυρκαγιές, η λαθροθηρία. Ενδεικτικό είναι το εύρημα των επιστημόνων ότι, ενώ τα μισά καταφύγια «τα καταφέρνουν σχετικά καλά», τα υπόλοιπα μισά «υποφέρουν» λόγω της συρρίκνωσης πληθυσμών από 31 ομάδες βιοποικιλότητας την τελευταία τριακονταετία. Μεταξύ αυτών είναι τα πρωτεύοντα θηλαστικά, οι κορυφαίοι θηρευτές, τα αιωνόβια δέντρα και ομάδες ψαριών και αμφιβίων. Την τάση αυτή δεν απέτρεψε ούτε η ενίσχυση των μέτρων προστασίας στα καταφύγια την ίδια περίοδο.

Οι ερευνητές παρατήρησαν παράλληλα αύξηση στα ζιζάνια, αλλά και στη συχνότητα των ασθενειών που εκδηλώνονται στους ανθρώπινους πληθυσμούς των καταφυγίων. Η εξήγηση γι’ αυτό ωστόσο είναι πιο απλή: σύμφωνα με το Λόρανς, οφείλεται στην αύξηση των ίδιων των πληθυσμών, η οποία τους καθιστά «δεξαμενή» ασθενειών και στην επέκταση των οδικών δικτύων, τα οποία διευκολύνουν την εξάπλωση ιών.

 Περισσότερα μέτρα, καλύτερη εφαρμογή

Τι προτείνουν οι επιστήμονες; Καταρχάς τονίζουν ότι η λήψη μέτρων μέσα στις προστατευόμενες περιοχές δεν επαρκεί αφού, όπως έχει αποδειχθεί, η αποψίλωση, η λαθροθηρία ή οι φωτιές που εκδηλώνονται στις παρυφές τους έχουν επιπτώσεις και για τη δική τους βιολογική ποικιλότητα. Είδαν πάντως ότι, στις περιπτώσεις που τα μέτρα εφαρμόζονται σωστά, φέρνουν αποτέλεσμα.

«Καταφύγια, όπου τα τελευταία 20-30 χρόνια αυξήθηκαν οι πραγματικές, επιτόπιες προσπάθειες προστασίας, είχαν σε γενικές γραμμές καλύτερη τύχη, από περιοχές, στις οποίες τα μέτρα προστασίας ατόνισαν», γράφουν οι ερευνητές. Προσθέτουν ότι η σχέση αυτή διαπιστώθηκε και στις τρεις μεγάλες τροπικές περιοχές του κόσμου.

Όπως έχουν κάνει κι άλλοι συνάδελφοί τους στο παρελθόν, οι επιστήμονες επιστήμονες επισημαίνουν την ανάγκη να δημιουργηθούν ουδέτερες ζώνες, να κατασκευαστούν διάδρομοι που θα τα συνδέουν και να ενισχυθεί η συνεργασία κυβερνήσεων και οργανώσεων με τις τοπικές κοινότητες.