Skip to main content

Ανεπάρκεια πρωτεϊνών στη διατροφή εκατομμυρίων ανθρώπων λόγω των ανθρωπογενών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα

Εκατομμύρια άνθρωποι θα αντιμετωπίσουν έλλειψη πρωτεϊνών στη διατροφή τους ως αποτέλεσμα των αυξημένων επιπέδων των ανθρωπογενών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, μειώνοντας την περιεκτικότητα πρωτεϊνών σε προϊόντα όπως το ρύζι, το σιτάρι και οι πατάτες, σύμφωνα με νέα μελέτη του Χάρβαρντ.

«Η μελέτη αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη για τις χώρες σε υψηλότερο κίνδυνο να παρακολουθούν ενεργά τη διατροφική επάρκεια των πληθυσμών τους και, κυρίως, να περιορίσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα», δήλωσε ο Σάμιουελ Μάιερς, επικεφαλής της έρευνας.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 76% του πληθυσμού αντλεί το μεγαλύτερο μέρος της καθημερινής τους πρωτεΐνης από τα φυτά. Για να εκτιμήσουν τον τρέχοντα και μελλοντικό κίνδυνο ανεπάρκειας πρωτεϊνών, οι ερευνητές συνδύασαν στοιχεία από πειράματα στα οποία οι καλλιέργειες εκτέθηκαν σε υψηλές συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα, με παγκόσμιες διατροφικές πληροφορίες από τα Ηνωμένα Έθνη, δημογραφικά στοιχεία και δεδομένα ανισότητας εισοδήματος.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι σε υψηλές συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα, οι πρωτεϊνικές περιεκτικότητες σε ρύζι, σιτάρι, κριθάρι και πατάτες μειώθηκαν κατά 7,6%, 7,8%, 14,1% και 6,4%, αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα δείχνουν συνεχιζόμενα προβλήματα για την υποσαχάρια Αφρική, όπου εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν ήδη από έλλειψη πρωτεϊνών, και αυξανόμενες προκλήσεις για τις χώρες της Νότιας Ασίας, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας, όπου το ρύζι και το σιτάρι παρέχουν μεγάλο μέρος της καθημερινής πρωτεΐνης. Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι η Ινδία μπορεί να χάσει έως και το 5,3% των πρωτεϊνών από μια τυποποιημένη διατροφή, θέτοντας 53 εκατομμύρια ανθρώπους σε κίνδυνο πρωτεϊνικής ανεπάρκειας.

Σε άλλη του έρευνα, ο Μάιερς ανακάλυψε επίσης ότι οι μειώσεις της περιεκτικότητας σε σίδηρο στις βασικές καλλιέργειες τροφίμων, που συνδέονται με το διοξείδιο του άνθρακα, είναι πιθανό να επιδεινώσουν το ήδη σημαντικό πρόβλημα της έλλειψης σιδήρου παγκοσμίως. Τα άτομα που κινδυνεύουν περισσότερο περιλαμβάνουν 354 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών και 1,06 δισεκατομμύρια γυναίκες σε ηλικία τεκνοποίησης, κυρίως στη Νότια Ασία και τη Βόρεια Αφρική,  που ζουν σε χώρες με υψηλά ποσοστά αναιμίας και αναμένεται να χάσουν πάνω από 3,8% περιεκτικότητας σιδήρου στη διατροφή τους, ως αποτέλεσμα των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.