Οι οργανισμοί που ζουν στον πυθμένα της θάλασσας ενδέχεται να υποφέρουν από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έως το 2100, προειδοποιούν επιστήμονες, οι οποίοι εκτιμούν ότι ακόμη και τα πιο απομονωμένα οικοσυστήματα βαθέων υδάτων είναι ευάλωτα.
Όπως καταδεικνύουν τα αποτελέσματα της μελέτης ερευνητών από τη Βρετανία, τη Γαλλία, τον Καναδά και την Αυστραλία – της πρώτης που επιχειρεί να ποσοτικοποιήσει τις μελλοντικές απώλειες με τη χρήση κλιματικών μοντέλων – το βάρος των θαλάσσιων οργανισμών που θα χαθούν με την κλιματική αλλαγή είναι μεγαλύτερο από το συνολικό βάρος όλων των κατοίκων του πλανήτη. Οι ίδιοι προβλέπουν ότι μέσα στον επόμενο αιώνα, οι οργανισμοί βαθέων υδάτων θα συρρικνωθούν κατά 5% παγκοσμίως και κατά 38% στο Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό.
Ο βασικός λόγος που θα οδηγήσει σε τόσο μεγάλες απώλειες είναι η μείωση των αποθεμάτων τροφής, των φυτών και των ζώων που ζουν στην επιφάνεια του ωκεανού και όταν πεθαίνουν βυθίζονται τρέφοντας τις κοινότητες του πυθμένα. Οι επιστήμονες, οι οποίοι δημοσιεύουν τα συμπεράσματά τους στην επιθεώρηση Global Change Biology, υποστηρίζουν ότι βρήκαν άμεση σχέση μεταξύ της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας ζωής στον πυθμένα. Όπως αναφέρουν, τα ψάρια και οι άλλοι οργανισμοί που ζουν κοντά στην επιφάνεια, απειλούνται και αυτοί από τις επιπτώσεις των κλιματικών μεταβολών, π.χ. της επιβράδυνσης της ωκεάνιας κυκλοφορίας ή της εντεινόμενης στρωμάτωσης των υδάτων.
«Περιμέναμε κάποιες αρνητικές αλλαγές σε ολόκληρο τον κόσμο, όμως η έκτασή τους ειδικά στο Βόρειο Ατλαντικό μας εξέπληξε», δήλωσε ο επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας Ντάνιελ Τζόουνς. «Είχαν γίνει κάποιες υποθέσεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον πυθμένα, όμως εμείς θέλαμε να επιχειρήσουμε ποσοτικές προβλέψεις για αυτές τις αλλαγές και να εκτιμήσουμε πού συγκεκριμένα θα λάβουν χώρα».
Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι οι περισσότερες θαλάσσιες περιοχές θα επηρεαστούν, με το 80% όλων των βασικών βιοτόπων να χάνουν βιομάζα. Η ανάλυσή τους δείχνει επίσης ότι κάποια ζώα θα γίνουν μικρότερα και, όπως επισημαίνουν, οι μικρότεροι οργανισμοί τείνουν να χρησιμοποιούν τα ενεργειακά τους αποθέματα με λιγότερο αποδοτικό τρόπο, γεγονός που αναμένεται να ασκήσει περαιτέρω πίεση και στα αποθέματα τροφής.