Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα του δεύτερου μεγαλύτερου ρυπαντή στον κόσμο, των Ηνωμένων Πολιτειών, ήταν κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους οι χαμηλότερες εδώ και μία εικοσαετία, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η αμερικανική Υπηρεσία Ενεργειακών Πληροφοριών. Η έκθεση αποδίδει την εξέλιξη στον ήπιο χειμώνα, τη μειωμένη ζήτηση πετρελαίου και τον περιορισμό της ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα εξαιτίας των ιστορικά χαμηλών τιμών του φυσικού αερίου. Οι ειδικοί της υπηρεσίας ωστόσο, δεν είναι σε θέση να προβλέψουν εάν η τάση αυτή θα συνεχιστεί.
Το πρώτο τρίμηνο του 2012, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την κατανάλωση ενέργειας ανήλθαν σε 1,34 δισεκατομμύρια τόνους – μια μείωση της τάξεως του 8% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι- στα χαμηλότερα επίπεδα από το ίδιο τρίμηνο, το 1992.
Οι ερευνητές ξεκαθαρίζουν ότι η μείωση των εκπομπών κατά 2,4% το 2011 δεν οφείλεται στην εφαρμογή κάποιας στρατηγικής ενάντια στην κλιματική αλλαγή, αλλά σε δυνάμεις της αγοράς. «Παρότι οι προσπάθειες διατήρησης (της Φύσης), η επιβράδυνση της οικονομίας και η αυξημένη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας συγκαταλέγονται στους παράγοντες που οδήγησαν στη μείωση των εκπομπών CO2, η πτώση οφείλεται κυρίως στις χαμηλές τιμές του φυσικού αερίου», σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης.
«Παρότι πρόκειται για ένα θετικό βήμα, δεν θα πρέπει να επαναπαυθούμε λέγοντας ‘α, έχουμε πολύ φυσικό αέριο, οπότε ας στραφούμε σε αυτό για να λύσουμε το πρόβλημα’ και να συνεχίσουμε έτσι», λέει στους New York Times ο Τζέι Απτ από το Κέντρο Βιομηχανίας Ηλεκτρικής Ενέργειας του Carnegie Mellon.
Επιστήμονες άλλωστε υπενθυμίζουν ότι η τιμή φυσικού αερίου μειώθηκε λόγω της «έκρηξης» των επιχειρήσεων εξόρυξης με τη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης, του λεγόμενου fracking. Οι υπέρμαχοι αυτής της τεχνικής υποστηρίζουν ότι με την αξιοποίησή της θα μειωθούν περαιτέρω οι εκπομπές, όμως περιβαλλοντικές οργανώσεις εκφράζουν φόβους για ανεπιθύμητες παρενέργειες, π.χ. για κίνδυνο μόλυνσης του υδροφόρου ορίζοντα.
Εκπομπές και… εκλογές
Το 2009, παραμονές της διεθνούς διάσκεψης για την κλιματικής αλλαγή στην Κοπεγχάγη, ο Αμερικανός πρόεδρος δεσμεύτηκε ότι έως το 2020 η χώρα του θα περιορίσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 17% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005, όμως οι προτάσεις του «τορπιλίστηκαν» στο Κογκρέσο. Ο έτερος διεκδικητής της προεδρίας στις εκλογές του Νοεμβρίου, ο Ρεπουμπλικανός Μιτ Ρόμνεϊ, πιστεύει ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί πραγματικότητα και έχει στο παρελθόν επισημάνει την ανάγκη περιορισμού των αερίων του θερμοκηπίου.
Εσχάτως ωστόσο, στο πλαίσιο των προεκλογικών ομιλιών του, εμφανίζεται πιο συγκρατημένος. «Δεν γνωρίζω εάν [η άνοδος της θερμοκρασίας] οφείλεται κυρίως στους ανθρώπους», δήλωσε πρόσφατα από το Νιου Χάμσαϊρ. «Δεν είμαι διατεθειμένος να δαπανήσω τρισεκατομμύρια δολάρια για κάτι, για το οποίο δεν έχω απαντήσεις». Λιγότερο διπλωματικός είναι ο υποψήφιος αντιπρόεδρος του Ρόμνεϊ, Πολ Ράιαν, ο οποίος έχει καταδικάσει την ένταξη του διοξειδίου του άνθρακα στην επίσημη λίστα των ρύπων, ενώ τάσσεται υπέρ της εντατικοποίησης των γεωτρήσεων για πετρέλαιο ή φυσικό αέριο, και στο Εθνικό Καταφύγιο Αγριας Ζωής, στην Αρκτική.