Skip to main content

Ανακαλύφθηκαν δεκάδες νέες πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης

Η εξέταση δορυφορικών δεδομένων αποκάλυψε σχεδόν 40 νέες σημαντικές πηγές εκπομπών διοξειδίου του θείου, ενός ρύπου που μπορεί να προκαλέσει πολλαπλές επιβλαβείς επιπτώσεις για την υγεία και το περιβάλλον.

Η ρύπανση διοξειδίου του θείου μπορεί να προέλθει από διάφορες φυσικές και βιομηχανικές πηγές, συμπεριλαμβανομένων των ηφαιστείων, των διυλιστηρίων πετρελαίου και της καύσης ορυκτών καυσίμων. Παρά το γεγονός ότι το διοξείδιο του θείου έχει σχετικά μικρή διάρκεια ζωής στην ατμόσφαιρα, είναι σημαντικό για τους επιστήμονες να παρακολουθούν την παρουσία του για να αξιολογούν καλύτερα την ποιότητα του αέρα και τα κλιματικά μοντέλα.

Μέχρι τώρα, οι επιστήμονες χρησιμοποιούσαν απογραφές εκπομπών από εθνικές εκθέσεις για να εντοπίσουν τις πηγές του διοξειδίου του θείου στον κόσμο. Τα δορυφορικά δεδομένα βοηθούν τους επιστήμονες να ποσοτικοποιήσουν περαιτέρω τις εκπομπές διοξειδίου του θείου, αλλά κυρίως όταν είναι ήδη γνωστή η πηγή τους. Αυτό συμβαίνει γιατί οι άνεμοι μπορούν να καταστήσουν δύσκολο τον εντοπισμό τους.

Τώρα, οι ερευνητές από το Τμήμα Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής του Καναδά ανέπτυξαν μία νέα μέθοδο που τους επιτρέπει να εντοπίζουν και να χαρτογραφούν τις πηγές διοξειδίου του θείου σε όλο τον κόσμο, και διαπίστωσαν ότι 7 με 14 εκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του θείου ενδεχομένως λείπουν από τις παγκόσμιες απογραφές κάθε χρόνο.

Η νέα μέθοδος συνδυάζει δορυφορικά δεδομένα με πληροφορίες για τους ανέμους ώστε να εντοπίσει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις πηγές ρύπανσης.

Οι ερευνητές στη συνέχεια συνέκριναν τα αποτελέσματά τους με τρεις μεγάλες απογραφές των παγκόσμιων εκπομπών. Συνολικά, εντοπίστηκαν σχεδόν 500 κύριες πηγές εκπομπών διοξειδίου του θείου, 75 εκ των οποίων ήταν φυσικές ηφαιστειογενείς πηγές. Από τις υπόλοιπες, ανθρωπογενείς πηγές, οι 39 ήταν νέες, χωρίς να έχουν παρουσιαστεί ποτέ στις απογραφές.

Από αυτές τις 39 πηγές, οι 14 βρίσκονταν στη Μέση Ανατολή με τις 12 να αντιστοιχούν σε δραστηριότητες εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι υπόλοιπες 25 βρίσκονταν μοιρασμένες σε όλο τον κόσμο, και αντιστοιχούν κυρίως σε μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

«Σε γενικές γραμμές, αυτές οι πηγές τείνουν να βρίσκονται σε αναπτυσσόμενα κράτη, όπου ίσως οι νομικές απαιτήσεις για την υποβολή εκθέσεων εκπομπών δεν είναι τόσο αυστηρές», δήλωσε ο Κρις Μακλίντεν, επικεφαλής της έρευνας.