Οι πληθυσμοί κορυφαίων αρπακτικών ζώων όπως οι λύκοι, τα λιοντάρια, οι αρκούδες και οι τίγρεις συρρικνώνονται, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα τα ζώα, με τα οποία τρέφονται να αυξάνονται. Αν και αυτό ίσως ακούγεται θετικό, στην πραγματικότητα έχει αρνητικές επιπτώσεις για τα οικοσυστήματα, τα οποία διαταράσσονται και απορρυθμίζονται.
Ερευνητές από τις Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν πως πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο. Ιδιαίτερα στον αναπτυγμένο κόσμο, τα περισσότερα αρπακτικά τείνουν προς τον αφανισμό, ενώ και στις αναπτυσσόμενες χώρες βρίσκονται υπό πίεση. «Διεθνώς, χάνουμε τα μεγάλα σαρκοφάγα ζώα», ανέφερε στο BBC ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας από το κρατικό πανεπιστήμιο του Όρεγκον Ουίλιαμ Ριπλ. «Οι πληθυσμοί τους καταρρέουν. Πολλά από αυτά τα ζώα κινδυνεύουν με αφανισμό, είτε σε τοπικό είτε σε παγκόσμιο επίπεδο.»
Οι επιστήμονες επικεντρώθηκαν στη σχέση των λύκων και των ορεινών λεόντων με την «αναγέννηση» της βλάστησης και των δασών γύρω από τα ποτάμια του Εθνικού Πάρκου Γέλοουστοουν των Ηνωμένων Πολιτειών. Είδαν ότι η μείωση των θηρευτών είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση φυτοφάγων ζώων, π.χ. των ελαφιών. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε στη «διατάραξη της βλάστησης και στη μετακίνηση πτηνών και άλλων μικρών θηλαστικών», όπως γράφουν στην επιθεώρηση Science.
Εξηγούν ότι περισσότερα φυτοφάγα σημαίνει και λιγότερα φυτά. Αποτέλεσμα: να επηρεάζεται οτιδήποτε εξαρτάται από αυτά, από τα πτηνά μέχρι τις πεταλούδες. Όπως υποστήριξε ο Ριπλ, ακόμη και οι ποταμοί και τα ρεύματα επηρεάζονται, καθώς τα ελάφια πολλαπλασιάζονται και… αφανίζουν όλη τη βλάστηση στις όχθες τους, κάτι που επισπεύδει τη διάβρωσή τους. «Τα ρεύματα αλλάζουν πορεία. Οι θηρευτές επηρεάζουν το σχήμα του», εξήγησε ο ίδιος.
Σύμφωνα πάντως με την ερευνητική ομάδα, υπάρχει ελπίδα. Σε περιπτώσεις επανεισαγωγής των μεγάλων θηρευτών, όπως συνέβη με τους λύκους του Γέλοουστοουν, τα οικοσυστήματα παρουσιάζουν σημάδια ανάκαμψης.