Τη ραγδαία υποβάθμιση της περιοχής του Ευρύτερου Μεκόνγκ εξαιτίας της αποψίλωσης διαπιστώνει το WWF. Όπως αναφέρει σε νέα έκθεσή του, Ταϊλάνδη, Βιετνάμ, Λάος, Καμπότζη και Μιανμάρ (Βιρμανία) έχουν χάσει σχεδόν το εν τρίτο των δασών τους από το 1973, ενώ ακόμη και αυτά ενδέχεται να έχουν συρρικνωθεί στο 10-20% της αρχικής τους έκτασης έως το 2030.
Η περιβαλλοντική οργάνωση προειδοποιεί ότι, εάν η σημερινή τάση συνεχιστεί, μόνο το 14% της περιοχής του ποταμού Μεκόνγκ θα φθάσει να καλύπτεται από ενιαία δάση-βιοτόπους, ικανούς να φιλοξενήσουν βιώσιμους πληθυσμούς ζώων, όπως είναι οι τίγρεις και οι ασιατικοί ελέφαντες.
Σύμφωνα με την έκθεση που έχει τον τίτλο «Οικοσυστήματα στον Ευρύτερο Μεκόνγκ», από το 1973 έως το 2009, οι πέντε προαναφερθείσες χώρες αφάνισαν το 30% των δασών τους για να εξασφαλίσουν ξυλεία και να τα μετατρέψουν σε καλλιέργειες. Την περίοδο αυτή, η Καμπότζη έχασε το 22% των δασών της, το Λάος και η Μιανμάρ το 24%, ενώ σε Ταϊλάνδη και Βιετνάμ το ποσοστό φθάνει το 43%.
«Ο Ευρύτερος Μεκόνγκ βρίσκεται μπροστά σε ένα σταυροδρόμι», αναφέρει ο Πίτερ Κάτερ, διευθυντής του προγράμματος για την περιοχή στο WWF. «Ο ένας δρόμος οδηγεί σε περαιτέρω υποβάθμιση της βιοποικιλότητας και απώλειας των μέσων διαβίωσης [των κατοίκων], όμως εάν γίνει υπεύθυνη διαχείριση των φυσικών πόρων, η περιοχή μπορεί να ακολουθήσει το μονοπάτι που θα διασφαλίσει ένα μέλλον υγείας και ευημερίας στους κατοίκους της.»
Παρά τις μεγάλες απώλειες, το WWF σημειώνει ότι κάποιες χώρες – ιδίως το Βιετνάμ – έχουν προχωρήσει σε μαζικές αναδασώσεις, σε μια προσπάθεια να αναστρέψουν την κατάσταση. Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις φυτεύτηκαν είδη που δεν είναι κατάλληλα για την προσέλκυση άγριων ζώων, όπως ο ευκάλυπτος.
Η έκθεση καταλήγει με την ανάπτυξη δύο πιθανών σεναρίων για το μέλλον της περιοχής. Στο πρώτο, οι συντάκτες προβλέπουν συνέχιση της υποβάθμισης, ενώ το αισιόδοξο σενάριο κάνει λόγο για περιορισμό των ρυθμών αποψίλωσης κατά 50%, στο πλαίσιο ενός μοντέλου «πράσινης οικονομικής ανάπτυξης». Εάν υλοποιηθεί το δεύτερο σενάριο, το WWF φιλοδοξεί ότι θα διατηρηθούν οι περιοχές που μέχρι το 2009 παρέμεναν άθικτες.
Η οργάνωση απευθύνει επίσης έκκληση για συνεργασία στις πέντε χώρες. «Με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της βιολογικής κληρονομιάς και των οικοσυστημάτων της περιοχής βρίσκονται σε τοπία που διασχίζουν σύνορα, η περιφερειακή συνεργασία έχει καθοριστική σημασία», επισημαίνει ο Κάτερ. «Η ενίσχυση πιο βιώσιμων επενδύσεων στη διατήρηση της ακεραιότητας των οικοσυστημάτων θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα.»