Οι ρυθμοί θνησιμότητας των μελισσών εξαιτίας ασθενειών είναι βραδύτεροι απ’ ό,τι φοβούνταν οι επιστήμονες, αποκαλύπτουν τα αποτελέσματα μεγάλης ευρωπαϊκής μελέτης. Παρά το ενθαρρυντικό κεντρικό συμπέρασμα, οι παρατηρήσεις αφορούν μόνο τμήμα της Ευρώπης – συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας – καθώς στις Ηνωμένες Πολιτείες οι μελισσοκόμοι έχασαν το εν τρίτο των αποικιών τους, τον περασμένο χειμώνα.
Οι ερευνητές είδαν ότι, σε 32.000 αποικίες μελισσών, σε 17 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η θνησιμότητα ήταν χαμηλότερη απ’ ό,τι περίμεναν: οι χειμερινοί ρυθμοί θνησιμότητας, από τα τέλη του 2012 μέχρι τις αρχές του περασμένου καλοκαιριού, ήταν μεταξύ 3,5 και 33,6%, ενώ κατά τη μελισσοκομική περίοδο κυμάνθηκαν στο 0,3-13,6%. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, σε κάποιες περιπτώσεις οι απώλειες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «μη αποδεκτές», όμως και πάλι ήταν «πολύ χαμηλότερες σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Οι μεγαλύτερες απώλειες κατά τη διάρκεια του χειμώνα παρατηρήθηκαν σε Βέλγιο (34%) και Βρετανία (29%). Στη χώρα μας κατεγράφη ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά απωλειών – 6,6%, όταν το όριο του θεωρούμενου ως αποδεκτού ποσοστού θνησιμότητας το χειμώνα είναι 10%.
«Τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι, αν και σε κάποιες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα ποσοστά θνησιμότητας σε αποικίες μελισσών είναι υψηλότερα, οι μέλισσες δεν αφανίζονται ούτε παρατηρείται διαταραχή κατάρρευσης αποικιών», αναφέρουν οι ερευνητές στην έκθεσή τους, η οποία βασίστηκε στην πρώτη μεγάλη μελέτη των παρασίτων και των ασθενειών που πλήττουν τα έντομα.
Υπάρχουν πάντως και ενστάσεις. Ορισμένοι επιστήμονες επισημαίνουν ότι στις έρευνες δεν ελήφθησαν υπόψη οι επιπτώσεις των παρασιτοκτόνων που απαγορεύτηκαν πέρυσι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στα οποία αποδίδεται η ξαφνική κατάρρευση αποικιών, φαινόμενο που έχει παρατηρηθεί και στη χώρα μας.