Skip to main content

Ισραήλ: Επιστήμονες ελέγχουν τη ρύπανση από το Διάστημα

Το νέφος πάνω από τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές μεγαλουπόλεις έχει αραιώσει την τελευταία δεκαετία, όμως έχει πυκνώσει πάνω από την Κίνα και την Ινδία, μεταξύ άλλων, όπως καταδεικνύουν τα αποτελέσματα μιας νέας μελέτης, στο πλαίσιο της οποίας επιστήμονες παρατήρησαν τη Γη από το Διάστημα.

Χρησιμοποιώντας δεδομένα που συνέλεγαν επί οκτώ χρόνια από τρεις δορυφόρους της NASA, ο Πινχάς Άλπερτ και η ομάδα του από το Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ κατόρθωσαν να μετρήσουν τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης πάνω από 189 πόλεις με περισσότερους από 2 εκατομμύρια κατοίκους.

Σχεδόν 60 από αυτές τις μητροπολιτικές περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της Νέας Υόρκης, του Τόκιο και της Βομβάης, έχουν περισσότερους από 5 εκατομμύρια κατοίκους.

Όπως επισημαίνουν, οι επίγειοι σταθμοί μέτρησης δεν παρέχουν πάντοτε την ακριβέστερη εικόνα για τη ρύπανση που δημιουργείται εξαιτίας της κυκλοφορίας στους δρόμους, της βιομηχανίας και άλλων ανθρώπινων δραστηριοτήτων.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η μεγαλύτερη επιδείνωση σε ό,τι αφορά τη ρύπανση παρατηρείται σήμερα στη βορειοανατολική Κίνα, στην Ινδία, στη Μέση Ανατολή και στην κεντρική Αφρική.

Στον αντίποδα, στις πόλεις με τον καθαρότερο αέρα συγκαταλέγεται το Χιούστον των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου τα τελευταία οκτώ χρόνια η ρύπανση μειώθηκε κατά 31%, η Κουριτίμπα στη Βραζιλία, με μείωση 26% και η Στοκχόλμη, που κατάφερε να την περιορίσει κατά 23%.

Μέθοδος ενιαίων μετρήσεων

Ο καθηγητής Άλπερτ υποστηρίζει ότι ο ίδιος και οι συνάδελφοί του παρείχαν την πρώτη τυποποιημένη, ενιαία καταγραφή των επιπέδων ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αξιοποιώντας τις δυνατότητες των τριών δορυφόρων MODIS – Terra, MODIS – Aqua και MISR.

«Στην εβραϊκή παράδοση, δεν βγάζει μόνο ένας δικαστής την ετυμηγορία. Πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον τρεις καθώς χρειάζεται η γνώμη της πλειοψηφίας», λέει ο Αλπερτ. «Συνδυάζοντας δεδομένα από τρεις ατελείς αισθητήρες, τα ελαττώματά τους αντισταθμίζονται. Όταν και οι τρεις αισθητήρες δείχνουν διαφορετικά επίπεδα ρύπανσης, χρειάζεται περαιτέρω έρευνα».