Η Γαλλία θα εξοικονομήσει 39 δισεκατομμύρια ευρώ αν δεν προχωρήσει στην κατασκευή 15 νεών πυρηνικών εγκαταστάσεων μέχρι το 2060 και επενδύσει αντ’ αυτού στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για να αντικαταστήσει τις παρωχημένες ατομικές εγκαταστάσεις της.
Η Γαλλία θα πρέπει να δαπανήσει 1,28 τρισεκατομμύρια ευρώ κατά τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, κυρίως για καθαρή παραγωγή ενέργειας και αποθήκευση, δίκτυα και εισαγωγές, σύμφωνα με έκθεση του υπουργείου Περιβάλλοντος της χώρας. Αν το πράξει αυτό, η Γαλλία θα παροπλίσει σταδιακά τους 58 πυρηνικούς της αντιδραστήρες και η ανανεώσιμη ενέργεια θα έχει μερίδιο 95% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2060, από 17% πέρυσι.
Η ανάπτυξη των λεγόμενων πυρηνικών αντιδραστήρων νέας γενιάς EPR «δεν είναι ανταγωνιστική για το γαλλικό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας από οικονομική άποψη», αναφέρει η έκθεση του υπουργείου. Η έκθεση υποθέτει ότι οι αντιδραστήρες θα παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με κόστος 70 ευρώ ανά μεγαβάτ-ώρα, ενώ το κόστος της αιολικής και ηλιακής ενέργειας θα μειωθεί κατά πολύ.
Η έκθεση ακολουθεί την ανακοίνωση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν ότι η κρατική EDF θα πρέπει να παροπλίσει έως και τους 14 από τους 58 πυρηνικούς αντιδραστήρες μέχρι το 2035, ώστε να επιτρέψει στην ανανεώσιμη ενέργεια να αυξήσει το μερίδιό της στο ενεργειακό μείγμα της χώρας. Ο Μακρόν έδωσε επίσης στην EDF μέχρι τα μέσα του 2021 για να αποδείξει ότι μπορεί να κατασκευάσει έναν οικονομικά βιώσιμο αντιδραστήρα πριν η χώρα αποφασίσει να κατασκευάσει τους νέους πυρηνικούς σταθμούς. Το πιλοτικό έργο EPR της EDF στη Νορμανδία έχει καθυστερήσει περισσότερο από έξι χρόνια και το κόστος έχει τριπλασιαστεί από τον αρχικό προϋπολογισμό του.
Το φθίνον κόστος συνεπάγεται ότι οι φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις δεν θα χρειάζονται κρατικές επιδοτήσεις από το 2030, και τα αιολικά έργα από το 2035, αναφέρει η έκθεση. Αυτό υποθέτει ότι η EDF θα παύσει τη λειτουργία του 30% των αντιδραστήρων της μετά από 40 χρόνια λειτουργίας και ένα επιπλέον 30% στα 50 χρόνια. Διαφορετικά, η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα θα υπονομεύσει την οικονομική ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η μελέτη δεν λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις στην απασχόληση, τη βιομηχανία και το περιβάλλον. Η δημιουργία θέσεων εργασίας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης αναμένεται να αντισταθμίσει σε μεγάλο βαθμό τις απώλειες θέσεων εργασίας στην πυρηνική βιομηχανία.