Skip to main content

Τεχνητή νοημοσύνη: Υπερδιπλασιασμός της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας για τα κέντρα δεδομένων μέχρι το 2030

Shutterstock

Έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας

Λόγω της τεχνητής νοημοσύνης, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στα κέντρα δεδομένων αναμένεται ότι θα υπερδιπλασιαστεί μέχρι το 2030, κάτι που συνιστά πρόκληση για την ενεργειακή ασφάλεια και παράγοντα αύξησης της εκπομπής CO2, σύμφωνα με μια έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (AIE) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Τα κέντρα συλλογής δεδομένων, που ήταν ήδη ενεργοβόρα, διπλασίασαν τις ανάγκες τους με την πρόσφατη ανάπτυξη της παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης η οποία απαιτεί κολοσσιαίες δυνατότητες υπολογισμού για να διαχειριστεί τις πληροφορίες που συγκεντρώνονται σε αυτές τις γιγαντιαίες βάσεις δεδομένων. Το 2024, οι ανάγκες αυτών των υποδομών σε ηλεκτρική ενέργεια αντιπροσώπευαν μόνο το 1,5% της παγκόσμιας κατανάλωσης (415 τεραβατώρες – TWh), αλλά αυξήθηκαν ήδη κατά 12% την τελευταία πενταετία. Και δεν τελειώνουν εδώ.

«Η ζήτηση ηλεκτρικού ρεύματος στα κέντρα δεδομένων όλου του κόσμου αναμένεται ότι θα υπερδιπλασιαστεί μέχρι το 2030, φτάνοντας περίπου τις 945 TWh, δηλαδή λίγη περισσότερη ενέργεια» απ’ όση καταναλώνει σήμερα ολόκληρη η Ιαπωνία, σύμφωνα με τον ΑΙΕ.

Σοβαρές συνέπειες για τις τοπικές κοινωνίες

Στο μεσοδιάστημα, τα κέντρα δεδομένων θα καταναλώνουν κάτι λιγότερο από το 3% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας, ποσοστό σχετικά χαμηλό που όμως υποκρύπτει πολύ σοβαρότερες συνέπειες για τις τοπικές κοινωνίες. Καθώς δεν είναι ισομερώς κατανεμημένα στον κόσμο και συνήθως συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένες περιοχές μιας χώρας – πολύ συχνά κοντά σε πόλεις – οι προκλήσεις που φέρνουν για τις κοινότητες είναι ποικίλες: ανεφοδιασμός σε ενέργεια, κατανάλωση νερού για την ψύξη, επιβάρυνση του δικτύου ηλεκτροδότησης…

«Ένα κέντρο δεδομένων των 100 μεγαβάτ μπορεί να καταναλώσει τόση ηλεκτρική ενέργεια όση 100.000 νοικοκυριά» σε ετήσια βάση και στο κοντινό μέλλον «τα μεγαλύτερα κέντρα που είναι σήμερα υπό κατασκευή θα καταναλώνουν 20 φορές περισσότερη», δηλαδή όση χρειάζονται 2 εκατομμύρια νοικοκυριά, σύμφωνα με τον ΑΙΕ.

Στην έκθεσή του, την πρώτη που αφορά την ΤΝ, αυτή η υπηρεσία του ΟΟΣΑ υπογραμμίζει επίσης ότι υπάρχουν κάποιες αμφιβολίες για την κατανάλωση η οποία θα εξαρτηθεί από «την ταχύτητα υιοθέτησης της ΤΝ», την πρόοδο της ενεργειακής αποτελεσματικότητας και την δυνατότητα επίλυσης των σημείων συμφόρησης στον ενεργειακό τομέα.

Αυτή η δίψα για ηλεκτρική ενέργεια παρατηρείται σε ορισμένες χώρες όπως στις ΗΠΑ όπου «περίπου η μισή αύξηση της ζήτησης» μέχρι το 2030 θα οφείλεται στα κέντρα δεδομένων, σχολίασε ο εκτελεστικός διευθυντής του AIE Φατίχ Μπιρόλ.

Από κοινού, οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Κίνα αντιπροσωπεύουν σήμερα περίπου το 85% της κατανάλωσης των «κέντρων δεδομένων». Η μεγαλύτερη πρόκληση επομένως είναι να βρεθεί άφθονη ενέργεια σε προσιτές τιμές.

Επιτάχυνση των ΑΠΕ

«Μέχρι το 2030, η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές θα καλύπτει περίπου τη μισή από την αύξηση της ζήτησης παγκοσμίως για τα κέντρα δεδομένων και θα ακολουθούν, από κοντά, η ενέργεια που θα παράγεται από φυσικό αέριο και άνθρακα» ενώ η πυρηνική ενέργεια θα καλύψει κάποιο μέρος μετά το 2030. «Το λιγότερο ακριβό μέσο για να ανταποκριθούμε σε αυτήν την αυξανόμενη ζήτηση θα είναι να επιταχύνουμε την υλοποίηση έργων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως η αιολική και η ηλιακή, σε συνδυασμό με την αποθήκευσή της με μπαταρίες», είπε ο Γιούαν Γκρέιαμ, αναλυτής στην Ember.

Σήμερα, το 30% αυτής της ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται από άνθρακα, έναν «υπερ-ρυπαντή». Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε πρόσφατα να αυξήσει την εξόρυξη άνθρακα ακριβώς για να ανταποκριθεί η χώρα στις ανάγκες της ΤΝ.

Σε μια τέτοια κατάσταση, εκτιμάται ότι τα κέντρα δεδομένων αναπόφευκτα θα αυξήσουν τις εκπομπές αερίων, από τα 180 εκατομμύρια τόνους CO2 στα 300 εκατ. τόνους μέχρι το 2035. Ο όγκος αυτός πάντως θεωρείται μηδαμινός σε σύγκριση με τις παγκόσμιες εκπομπές αερίων που το 2024 εκτιμάται ότι άγγιξαν τα 41,6 δισεκατομμύρια τόνους.

Πηγή: ΑΜΠΕ