Χιλιάδες ολλανδοί πολίτες έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη εναντίον της μεγαλύτερης εταιρείας παραγωγής φυσικού αερίου, αξιώνοντας αποζημιώσεις ύψους εκατοντάδων ή ακόμη και χιλιάδων ευρώ για ζημιές που υπέστησαν τα σπίτια τους εξαιτίας μικροσεισμών.
Παρότι φυσικό αέριο εξάγεται εδώ και αρκετές δεκαετίες από το υπέδαφος της βόρειας Ολλανδίας, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση των δονήσεων που αποδίδονται στις εργασίες. Όπως γράφουν οι New York Times, πριν από το 2011 καταγράφονταν περίπου 20 δονήσεις το χρόνο, όμως πέρυσι αναφέρθηκαν 93 σεισμοί και μόνο τον πρώτο ενάμιση μήνα του τρέχοντος έτους 18.
Κάποιοι μάλιστα ήταν τόσο ισχυροί που προκάλεσαν σοβαρές ζημιές σε σπίτια. «Παλιά έλεγα στα παιδιά μου να μη φοβούνται, γιατί εδώ στην Ολλανδία δεν έχουμε ηφαίστεια ή σεισμούς», δήλωσε στη Wall Street Journal η Άντιε Νέστερ, κάτοικος του Οϊτχάουζεν στην επαρχία του Χρόνινγκεν. «Τώρα πρέπει να αλλάξω την ιστορία μου γιατί… έχουμε σεισμούς.»
Εδώ και 22 χρόνια, το κατά τ’ άλλα φιλήσυχο χωριό σείεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ενώ εσχάτως οι δονήσεις έχουν γίνει συχνότερες. Το σπίτι της οικογένειας Νέστερ δεν είναι το μοναδικό που έχει εμφανίσει εξωτερικές ρωγμές.
Σύμφωνα με την NAM, μια κοινοπραξία της Royal Dutch Shell και της Exxon Mobil, η οποία διαχειρίζεται το κοίτασμα του Χρόνινγκεν, η εξόρυξη φυσικού αερίου έχει δημιουργήσει τουλάχιστον 1.800 ρήγματα στο υπέδαφος της περιοχής, αν και κατά την ίδια, δεν χρησιμοποιείται η αμφιλεγόμενη τεχνική της υδραυλικής διάρρηξης, δηλαδή της διοχέτευσης τεράστιων ποσοτήτων νερού και χημικών για την εξαγωγή του αερίου.
Ο υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας έδωσε εντολή για τη διενέργεια 11 διαφορετικών, ανεξάρτητων ερευνών γύρω από τη σχέση των εργασιών εξόρυξης με τους σεισμούς μετρίου μεγέθους, προκειμένου να διαπιστωθεί τι είδους μέτρα θα πρέπει να ληφθούν για την προστασία των κατοίκων και των περιουσιών τους.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, εξάλλου, νέα έκθεση του πανεπιστημίου Κολούμπια συνδέει «ασυνήθιστα ισχυρό» σεισμό μεγέθους 5,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, ο οποίος σημειώθηκε το 2011, με την έγχυση υγρών αποβλήτων από γεωτρήσεις πετρελαίου.