Περισσότερες από 700 γενετικές διαφορές ανακαλύφθηκαν μεταξύ σολομών από ιχθυοτροφεία και ελεύθερων σολομών στον ωκεανό, σύμφωνα με νέα μελέτη Αμερικανών ερευνητών. Τα ευρήματα αυτά απαντούν στο ερώτημα του κατά πόσον ο σολομός μπορεί να αλλάξει γενετικά μετά από μία σύντομη περίοδο εξημέρωσης.
Η ταχύτητα της προσαρμογής των σολομών του ιχθυοτροφείου είναι εντυπωσιακή, καθώς το είδος αυτό μπορεί να εξελιχθεί μέσα σε μόλις μία γενιά και να αλλάξει δραστικά από τους ομολόγους του στην άγρια φύση.
Οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου Όρεγκον Στέιτ στις ΗΠΑ συνεργάστηκαν με ειδικούς από το Τμήμα Αλιείας και Άγριας Ζωής της Πολιτείας του Όρεγκον και εξέτασαν ένα τοπικό είδος σολομού.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν 736 γενετικές διαφορές μεταξύ των σολομών του ιχθυοτροφείου και των σολομών που βρέθηκαν στην άγρια φύση. Αυτές οι αλλαγές στο DNA πέρασαν κανονικά στους απογόνους των ψαριών.
Οι διαφορές στην αναπαραγωγή και την επιβίωση μεταξύ των δύο τύπων σολομού έχουν καταγραφεί προηγουμένως, υποδεικνύοντας την ταχεία προσαρμογή του είδους σε περιορισμένα περιβάλλοντα.
Για παράδειγμα, όταν ο σολομός ιχθυοτροφείου απελευθερώνεται στο φυσικό του περιβάλλον, εμφανίζει δυσκολίες αναπαραγωγής σε σύγκριση με τα ψάρια που γεννήθηκαν στην άγρια φύση.
«Παρατηρήσαμε ότι ένας μεγάλος αριθμός γονιδίων σχετίζονται με την επούλωση των πληγών, το ανοσοποιητικό σύστημα, και το μεταβολισμό», δήλωσε ο επικεφαλής της μελέτης Μαρκ Κρίστι. Αυτό βρίσκεται σε αντιστοιχία με τη θεωρία ότι στα αρχικά στάδια της εξημέρωσης, ο σολομός προσαρμόζεται πρώτα στις συνθήκες συνύπαρξης με πολλά ψάρια σε μικρό χώρο.
Τα ευρήματα της ομάδας διευθετούν οριστικά το ζήτημα του κατά πόσον ο σολομός μπορεί να μεταβληθεί γενετικά μετά από μόλις μία μόνο γενιά εξημέρωσης, υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Το ιχθυοτροφείο είναι ένα τεχνητό περιβάλλον που προκαλεί ισχυρές πιέσεις στη φυσική επιλογή, καθώς ένας χώρος που φιλοξενεί δεκάδες χιλιάδες συνωστισμένα ψάρια που τρέφονται με ειδικά μείγματα και ιζήματα είναι άκρως διαφορετικός με ένα ανοικτό θαλάσσιο ρεύμα, όπου τα ψάρια μπορούν να κολυμπήσουν ελεύθερα.
Οι περισσότεροι σολομοί στην αγορά προέρχονται από ιχθυοτροφεία, και πιστεύεται ότι περιέχουν περισσότερους ρυπαντές σε σχέση με εκείνους που αλιεύονται από το φυσικό τους περιβάλλον.
Οι οικολόγοι ανησυχούν ότι οι συνθήκες αυτές μπορούν να προκαλέσουν την εξάπλωση ασθενειών μεταξύ των ήδη μειωμένων πληθυσμών του άγριου σολομού. Οι σολομοί που έχουν γεννηθεί σε ιχθυοτροφεία υποφέρουν επίσης περισσότερο από τραυματισμούς και διάφορα κρούσματα ασθενειών.
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι η νέα μελέτη θα παρέχει ενδείξεις για το πώς να βελτιωθούν οι συνθήκες στα ιχθυοτροφεία, ώστε ο σολομός που παράγεται να είναι παρόμοιος με τα ψάρια στην άγρια φύση, και τελικά να ανακάμψει ο πληθυσμός τους.