Μόλις 90 εταιρείες που στην πλειονότητά τους δραστηριοποιούνται στον ενεργειακό κλάδο ευθύνονται για πάνω από το 60% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη Βιομηχανική Επανάσταση μέχρι σήμερα, όπως καταδεικνύουν τα αποτελέσματα μελέτης του αμερικανικού Climate Accountability Institute.
Στη λίστα περιλαμβάνονται πασίγνωστες πετρελαϊκές όπως η BP, η Chevron και η Exxon, όμιλοι παραγωγής λιγνίτη καθώς και 7 εταιρείες τσιμέντου. 50 από αυτές ανήκουν σε επενδυτές, 31 είναι κρατικές, ενώ άλλες εννέα ελέγχονται απευθείας από τις κυβερνήσεις της Κίνας, της Βόρειας Κορέας, της Ρωσίας ή της Πολωνίας, οικοδέσποινα της τελευταίας – επεισοδιακής – διάσκεψης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή.
Συνολικά, μεταξύ 1751 και 2010, οι δραστηριότητες αυτών των εταιρειών είχαν ως αποτέλεσμα να απελευθερωθούν 914 γιγατόνοι διοξειδίου του άνθρακα ή το 63% των βιομηχανικών εκπομπών. Η μισή από αυτήν την ποσότητα παρήχθη μέσα στα τελευταία 25 χρόνια, σύμφωνα με το αμερικανικό ινστιτούτο.
«Υπάρχουν χιλιάδες παραγωγοί πετρελαίου, φυσικού αερίου και λιγνίτη ανά τον κόσμο», δήλωσε στον Guardian ο ερευνητής στο CAI Ρίτσαρντ Χιντ, βασικός συντάκτης της έκθεσης. «Εάν όμως παίρναμε όσους λαμβάνουν τις αποφάσεις, τους διευθύνοντες συμβούλους, τους υπουργούς άνθρακα και πετρελαίου κ.ο.κ. που είναι υπεύθυνοι, θα χωρούσαν όλοι τους σε 1-2 λεωφορεία.»
Στην τελευταία της αξιολόγηση, το πρώτο μέρος της οποίας κυκλοφόρησε πρόσφατα, η Διεθνής Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) υποθέτει ότι ο κόσμος έχει έναν «προϋπολογισμό άνθρακα», δηλαδή ένα απόθεμα ορυκτών καυσίμων που η καύση τους δεν θα προκαλέσει άνοδο της θερμοκρασίας μεγαλύτερη των 2 βαθμών Κελσίου – το ευρέως αποδεκτό «όριο» των επικίνδυνων συνεπειών της υπερθέρμανσης.
Για την IPCC, για να υπάρχουν 66% πιθανότητες περιορισμού της ανόδου της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς, η απελευθέρωση διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ 1750 και 2100 πρέπει να παραμείνει κάτω από 1 τρισ. τόνους. Με αυτό το σκεπτικό, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία του CAI, ο πλανήτης τείνει να εξαντλήσει τον «προϋπολογισμό άνθρακα» πολύ πριν από το τέλος του αιώνα.
Παρότι η μελέτη αγνοεί το ρόλο της ζήτησης ή της ατομικής κατανάλωσης στο πρόβλημα, στρέφει την προσοχή στην ανάγκη αναδιοργάνωσης ενός ενεργειακού συστήματος με μεγάλη ένταση άνθρακα.
«Επιρρίπτει μεγαλύτερες ευθύνες για την καύση ορυκτών καυσίμων», είπε στον Guardian o Μάικλ Μαν από το κρατικό πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, ο οποίος συμμετείχε στην τρίτη αξιολόγηση της IPCC. «Δεν μπορείς να καις ορυκτά καύσιμα χωρίς να το γνωρίζει ο υπόλοιπος κόσμος.»