Ο Charles Coristine λάτρευε τη ζωή στη Wall Street. Για σχεδόν δύο δεκαετίες, απολάμβανε τον έντονο ρυθμό της Morgan Stanley, ξυπνώντας μέσα στη νύχτα για να κάνει συναλλαγές στα χρηματιστήρια του Τόκιο και του Λονδίνου.
Όμως το 2011, κατέρρευσε. Ούτε η χορτοφαγική διατροφή, ούτε ο διαλογισμός, ούτε το MBA στο Cornell κατάφεραν να τον βοηθήσουν, όπως αφηγείται στο CNBC. Η επαγγελματική εξουθένωση ήταν βαθιά.
Η απόφαση για την αγορά
Σε ένα μπάρμπεκιου, συνάντησε τυχαία τον ιδιοκτήτη της LesserEvil, μιας εταιρείας σνακ που έδειχνε να σβήνει. Χωρίς εμπειρία στον κλάδο τροφίμων, αλλά γοητευμένος από την προοπτική μιας νέας αρχής —και το όνομα της εταιρείας, που του θύμιζε έναν υγιεινό τρόπο ζωής— ο Coristine πήρε μια τολμηρή απόφαση.
Τον Νοέμβριο του 2011, αγόρασε τη LesserEvil έναντι 250.000 δολαρίων από τις προσωπικές του αποταμιεύσεις, συν ένα μελλοντικό ποσό 100.000 δολαρίων, σύμφωνα με έγγραφα που εξέτασε το CNBC Make It. Η εταιρεία τότε κατέγραφε ζημιές και οι ετήσιες πωλήσεις της δεν ξεπερνούσαν το 1 εκατ. δολάρια.
«Δεν ήξερα κανέναν στον κλάδο για να με ρωτήσει αν είμαι τρελός ή όχι – αλλά ίσως ήταν καλύτερα έτσι», δηλώνει σήμερα ο 52χρονος Coristine.
Κι όμως, μέσα σε λίγα χρόνια, το «στοίχημά» του απέδωσε. Η LesserEvil, με έδρα το Danbury του Κονέκτικατ, αναπτύχθηκε θεαματικά: το 2023 κατέγραψε ακαθάριστες πωλήσεις 103,3 εκατ. δολαρίων, με καθαρές πωλήσεις 82,9 εκατ. και EBITDA 14,4 εκατ. δολάρια.
Πριν από λίγες εβδομάδες η Hershey ανακοίνωσε ότι εξαγοράζει τη LesserEvil σε μια συμφωνία ύψους 750 εκατ. δολαρίων, με δυνατότητα περαιτέρω πληρωμών αν επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι, όπως ανέφερε η Wall Street Journal. Ο Coristine θα παραμείνει στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου.
Η αναγέννηση
Όταν απέκτησε τη LesserEvil, ο Coristine εργαζόταν ακόμη στην TD Bank και σπούδαζε στο Cornell. Το 2012 πήρε το MBA του και ανέλαβε πλήρως την εταιρεία, φέρνοντας μαζί του δύο φίλους: τον συμφοιτητή του Andrew Strife ως COO και CFO, και τον εκπαιδευτή του στο wakeboard ως επικεφαλής marketing.
Με μια μικρή ομάδα, εγκαταστάθηκαν σε γραφείο στο Wilton και άρχισαν να αλλάζουν τα πάντα: από το ξεπερασμένο brand μέχρι τη δημιουργία δικής τους γραμμής παραγωγής. Για κάθε πώληση, η εταιρεία πλήρωνε ως τότε περίπου το 20% σε τρίτους κατασκευαστές.
Καθώς τα χρήματα τελείωναν, έκαναν έρανο σε φίλους και συγγενείς και βρήκαν τραπεζικό δανεισμό μέσω επαφών.
Το 2012, μεταφέρθηκαν σε μεγάλο εργοστάσιο γεμάτο με μεταχειρισμένα μηχανήματα που αγόρασαν σε δημοπρασίες.
Έβαψαν μόνοι τους το κτίριο μαύρο και κόλλησαν ένα τεράστιο κίτρινο λογότυπο «LesserEvil» στον τοίχο, κάνοντας περαστικούς να αναρωτιούνται αν ήταν… στριπ κλαμπ.
«Όλα ήταν πρόχειρα και φτιαγμένα από την αρχή», θυμάται ο Strife.
Νέα ταυτότητα και μια τολμηρή ιδέα
Το 2014, όταν ένα εργοστάσιο διπλανού χαλιού έκλεισε, η LesserEvil επεκτάθηκε. Την ίδια χρονιά, μετά από υπόδειξη του προσωπικού του διατροφολόγου, ο Coristine δοκίμασε να χρησιμοποιήσει λάδι καρύδας για το ποπ κορν.
Αμφέβαλε για τη φρεσκάδα του, αλλά μετά από τρίμηνη δοκιμή —αφήνοντας σακουλάκια πάνω σε ένα ψυγείο— διαπίστωσε ότι αντέχει. Έτσι, η εταιρεία λάνσαρε το 2014 τη σειρά Buddha Bowl, με νέο λογότυπο και υγιεινή προσέγγιση. Το προϊόν έφερε 2 εκατ. δολάρια σε πωλήσεις μέσα σε έναν χρόνο.
Το 2015, τα προϊόντα της LesserEvil μπήκαν στα ράφια της Kroger, του πρώτου μεγάλου λιανοπωλητή που την εμπιστεύτηκε. Η επιτυχία επέτρεψε στην εταιρεία να μετακομίσει το 2017 σε εργοστάσιο 20.000 τ.π.
Το 2018 ήρθε και η πρώτη μεγάλη εξωτερική χρηματοδότηση, περίπου 3 εκατ. δολάρια από την InvestEco. Τα χρήματα χρηματοδότησαν νέες γραμμές παραγωγής και ακόμα ένα rebranding, όπου κάθε προϊόν απέκτησε τον δικό του «γκουρού» στο πακέτο: από τον Όμηρο ως τον Θορώ.
Η LesserEvil έγινε κερδοφόρα. Ο Coristine, για πρώτη φορά, άρχισε να πληρώνεται μισθό από την εταιρεία του.
«Δεν μοιάζει με δουλειά»
Ο Coristine επιμένει ότι το μυστικό της επιτυχίας ήταν η διαφοροποίηση μέσω μη συμβατικών συστατικών, όπως το εξαιρετικά παρθένο λάδι καρύδας και το αβοκάντο.
Βέβαια, οι τολμηρές επιλογές είχαν και ρίσκα: σε έρευνα του Consumer Reports το 2024, ανιχνεύθηκαν ανησυχητικά επίπεδα μολύβδου σε δύο προϊόντα για παιδιά. Η εταιρεία απολογήθηκε και αντικατέστησε το αλεύρι κασάβα με σόργο.
Παρά τα προβλήματα, οι καθαρές πωλήσεις της LesserEvil έφτασαν τα 62 εκατ. δολάρια στο πρώτο εξάμηνο του 2024. Με νέα χρηματοδότηση 19 εκατ. δολαρίων από την Aria Growth Partners, άνοιξε δεύτερο εργοστάσιο στο New Milford.
Σήμερα, η εταιρεία απασχολεί 350 εργαζομένους και παράγει 5.000 λίβρες ποπ κορν την ώρα.
Για τον Coristine, η αλλαγή δεν είναι μόνο επιχειρηματική: εργάζεται από τις 7:45 το πρωί ως τις 4:30 το απόγευμα και νιώθει ευτυχισμένος.
«Είναι χαρά, όχι δουλειά», λέει χαρακτηριστικά.