Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους επέβαλαν χιλιάδες κυρώσεις κατά της Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία, σε μια προσπάθεια να περιορίσουν τη ρωσική πολεμική μηχανή.
Τώρα, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ επιχειρεί να διαπραγματευτεί το τέλος της σύγκρουσης, η κυβέρνησή του κινείται σε διπλό ταμπλό: αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο χαλάρωσης των περιορισμών, αλλά ταυτόχρονα απειλεί με νέες κυρώσεις για να επισπεύσει τις εξελίξεις.
Το αν ο Τραμπ προτίθεται πραγματικά να ενισχύσει τις κυρώσεις είναι ασαφές. Μέσα σε μία μόνο ημέρα, δήλωσε «πολύ θυμωμένος» με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και προειδοποίησε ότι όσοι αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο ίσως βρεθούν αντιμέτωποι με «δευτερογενείς δασμούς» αν η Ρωσία εμποδίσει την ειρηνευτική διαδικασία — για να μαλακώσει λίγο αργότερα τη στάση του, λέγοντας ότι δεν πιστεύει πως ο Πούτιν «θα αθετήσει τον λόγο του».
To Bloomberg εξηγεί τι δυνατότητες έχει ο Αμερικανός πρόεδρος και τι σημαίνει η άρση των κυρώσεων.
Πόση δύναμη έχει πραγματικά ο Τραμπ να άρει τις κυρώσεις;
Σε περίπτωση που επιλέξει την οδό της αποκλιμάκωσης, ο Τραμπ θα μπορούσε να άρει σχεδόν το σύνολο των αμερικανικών κυρώσεων μονομερώς, μέσω προεδρικών διαταγμάτων. Ωστόσο, δεν έχει πλήρη ελευθερία κινήσεων: για την άρση των πιο αυστηρών περιορισμών απαιτείται έγκριση του Κογκρέσου. Και για να τερματιστούν οι διεθνείς κυρώσεις, θα πρέπει να πείσει την Ευρώπη και άλλους εταίρους να αποσύρουν τις δικές τους.
Ο ίδιος έχει ήδη κάνει λόγο για «μεγάλες συμφωνίες οικονομικής ανάπτυξης» που συζήτησε με τον Πούτιν σε τηλεφωνική επικοινωνία, ενώ το Κρεμλίνο επιβεβαίωσε ότι οι δύο ηγέτες συζήτησαν για μελλοντική συνεργασία στους τομείς της ενέργειας και της οικονομίας.
Η ρωσο-αμερικανική εμπορική σχέση έχει καταρρεύσει από το 2022, με τις εισαγωγές από τη Ρωσία να βρίσκονται το 2024 μόλις στο 10% των προπολεμικών επιπέδων. Το ενδεχόμενο άρσης των κυρώσεων παρουσιάζεται ως διαπραγματευτικό χαρτί από την πλευρά του Τραμπ, με στόχο τόσο την επίτευξη ειρήνης όσο και την αναθέρμανση εμπορικών σχέσεων.
Τι ζητά η Μόσχα
Η Ρωσία ζητά ως προαπαιτούμενο για ειρηνευτική συμφωνία την άρση των κυρώσεων, με βασικό αίτημα την επανασύνδεση της Ρωσικής Γεωργικής Τράπεζας με το SWIFT. Αν και η ρωσική οικονομία παρουσιάζει ανθεκτικότητα –μετατοπίζοντας τη δραστηριότητά της προς την πολεμική βιομηχανία και βρίσκοντας αγοραστές σε Κίνα και Ινδία– οι πιέσεις παραμένουν.
Η αγορά εργασίας είναι σφιχτή, ο πληθωρισμός υψηλός, και η πρόσφατη πτώση στις τιμές πετρελαίου, αν διατηρηθεί, ίσως αποδειχθεί πιο επιζήμια από τις κυρώσεις καθαυτές.
Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η Ρωσία έχει μειώσει δραστικά την έκθεσή της σε δολάριο και ευρώ από το 2014. Η μετάβαση σε εναλλακτικά νομίσματα επιταχύνθηκε μετά τις σαρωτικές κυρώσεις του 2022.
Η Δύση «πάγωσε» περιουσιακά στοιχεία της ρωσικής κεντρικής τράπεζας άνω των $300 δισ., κυρίως στην Ευρώπη. Ωστόσο, η Μόσχα διαθέτει «μαξιλάρι», καθώς η άνοδος της αξίας των αποθεμάτων χρυσού της θα μπορούσε να αντισταθμίσει το ένα τρίτο των απωλειών, σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg.
Ποιος μπορεί να σταματήσει τον Τραμπ;
Ο Τραμπ έχει την εξουσία να άρει άμεσα πάνω από το 90% των αμερικανικών κυρώσεων. Θα μπορούσε να ακυρώσει τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που αποτέλεσαν τη νομική βάση των κυρώσεων από το 2014 και έπειτα. Εναλλακτικά, μπορεί να διατηρήσει τις κυρώσεις και να εκδώσει εξαιρέσεις (waivers) ή άδειες (licenses) που θα επιτρέπουν συναλλαγές με τις στοχευόμενες οντότητες.
Όμως πριν αποχωρήσει από την προεδρία, ο Μπάιντεν υπέγραψε διάταγμα που ενισχύει τον ρόλο του Κογκρέσου: μετέφερε ορισμένες κυρώσεις υπό την εποπτεία νόμου που απαιτεί κοινοβουλευτική ενημέρωση για την άρση τους. Αν ο Τραμπ επιχειρήσει να χαλαρώσει τέτοιες κυρώσεις, θα πυροδοτηθεί περίοδος 30 ημερών, εντός της οποίας το Κογκρέσο μπορεί να μπλοκάρει την απόφαση, εφόσον εξασφαλιστεί πλειοψηφία 2/3.
Παρότι οι Ρεπουμπλικανοί ελέγχουν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου, αρκετά μέλη τους υποστηρίζουν την Ουκρανία και ενδέχεται να εναντιωθούν στην άρση κυρώσεων χωρίς διασφάλιση ειρηνευτικής συμφωνίας.
Ο ρόλος της Ευρώπης – Και το ρίσκο διάσπασης
Η συντονισμένη δράση ΗΠΑ–ΕΕ ήταν καθοριστική. Οι κυρώσεις κατά της κεντρικής τράπεζας, η αποπομπή από το SWIFT και το πλαφόν στα $60 το βαρέλι για το ρωσικό πετρέλαιο αποτέλεσαν «κοινές γραμμές» πίεσης.
Ο Τραμπ θα μπορούσε να αποσύρει μονομερώς τη συμμετοχή των ΗΠΑ από αυτά τα σχήματα, αποδυναμώνοντάς τα. Όμως δεν μπορεί να τα ακυρώσει: το SWIFT εδρεύει στο Βέλγιο, υπόκειται στο ευρωπαϊκό δίκαιο και οποιαδήποτε αλλαγή απαιτεί ομοφωνία μεταξύ των 27 κρατών-μελών.
Η Ευρώπη απέκλεισε κάθε σκέψη άρσης κυρώσεων στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου. Ωστόσο, μια αμερικανική μεταστροφή θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα άνισο καθεστώς: οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα υφίστανται το βάρος των κυρώσεων, ενώ οι αμερικανικές ίσως απολαμβάνουν τα οφέλη μιας εξομάλυνσης των σχέσεων με τη Μόσχα.
Οι επενδυτές ξανακοιτούν τη Ρωσία
Η προοπτική ειρηνευτικής συμφωνίας και άρσης των κυρώσεων έχει επαναφέρει τη Ρωσία στο ραντάρ ορισμένων δυτικών επενδυτών. Πριν τον πόλεμο, υπήρχαν $150 δισ. σε ρωσικά assets υπό κατοχή διεθνών επενδυτών. Πολλά από αυτά τα κεφάλαια είτε αποσύρθηκαν είτε «πάγωσαν» στη Ρωσία.
Η αποδέσμευση αυτών των περιουσιακών στοιχείων θα αποτελούσε απρόσμενο κέρδος. Η ρωσική χρηματαγορά και το ρούβλι έχουν ήδη ενισχυθεί από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις.
Ωστόσο, ο επαναπατρισμός δεν είναι εύκολος. Οι εταιρείες που επιθυμούν να επαναπροσεγγίσουν τη Ρωσία ενδέχεται να αντιμετωπίσουν νομικά και ηθικά εμπόδια. Επιπλέον, η επιστροφή σε διεθνείς δείκτες απαιτεί την έγκριση από αμερικανικούς κολοσσούς, όπως η JPMorgan, που λαμβάνουν υπόψη τις ευρωπαϊκές ρυθμίσεις.
Αν δεν υπάρξει συντονισμός στην άρση των κυρώσεων, τα ρωσικά assets δύσκολα θα επανενταχθούν στα παγκόσμια benchmarks. Παράλληλα, clearing houses όπως οι Euroclear και Clearstream (με έδρα την ΕΕ) θα πρέπει να συναινέσουν στην εκ νέου εκκαθάριση συναλλαγών ρωσικών τίτλων — κάτι καθόλου αυτονόητο.