Skip to main content

ΗΠΑ εναντίον Κίνας: Ποια χώρα θα πέσει πρώτη στο «καναβάτσο»

Ποια  από τις δύο υπερδυνάμεις μπορεί να αντέξει μεγαλύτερο πόνο;

«Οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος, χείρα αντί χειρός, πόδα αντί ποδός». Η έκφραση που προέρχεται από την Παλαιά Διαθήκη και είναι γνωστή ως “Lex talionis”- νόμος της ανταπόδοσης- αποτέλεσε θεμελιώδη νομική βάση στις κοινωνίες της αρχαιότητας, αλλά αποτυπώνει τέλεια πλέον τις οικονομικές σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας-των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.

Η κλιμάκωση, με τα αντίποινα που λαμβάνονται διαδοχικά από Ουάσιγκτον και Πεκίνο, δεν πρόκειται όμως να προκαλέσει ζημιά μόνο στις οικονομίες και των δύο χωρών, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Η Κίνα παραμένει προς το παρόν αποφασιστική απέναντι στους δασμούς των ΗΠΑ, προκαλώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να εμπλακούν σε έναν συνολικό εμπορικό πόλεμο.

Και το κρίσιμο ερώτημα είναι: ποια  από τις δύο υπερδυνάμεις μπορεί να αντέξει μεγαλύτερο πόνο;

«Η Κίνα παλεύει με τις παρατεταμένες συνέπειες της κατάρρευσης των ακινήτων – ένας τομέας που αντιπροσωπεύει το ένα τέταρτο της οικονομίας – είναι υπερχρεωμένη και υποφέρει από σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Μόνο λίγες εταιρείες βγάζουν χρήματα. Το Πεκίνο προετοιμάζεται για εμπορικές συγκρούσεις, αλλά είναι απίθανο να προέβλεψε δασμούς αυτού του μεγέθους», γράφει το βρετανικό Spectator.”H κινεζική οικονομία είναι εξαιρετικά εύθραυστη και δεν θα βγει αλώβητη από την τρέχουσα αντιπαράθεση».

Από την άλλη πλευρά, η Κίνα έχει διαφοροποιήσει την εξαγωγική της αγορά τα τελευταία χρόνια, έτσι ώστε, ενώ οι ΗΠΑ παραμένουν η μεγαλύτερη αγορά τους, το μερίδιό τους στις κινεζικές εξαγωγές έχει μειωθεί σημαντικά. «Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η Κίνα δεν αντιμετωπίζει ένα ελεύθερο χρηματιστήριο, ανεξάρτητους καπιταλιστές ή ένα Κογκρέσο, που μπορεί να ασκήσει πίεση στην πολιτική ηγεσία», λένε στη Ναυτεμπορική , παράγοντες της αγοράς. «Το γεγονός αυτό επιτρέπει στο Πεκίνο να αντέξει τις συνεχείς πιέσεις για μήνες τον αμερικανικό ανταγωνισμό. Αντίθετα, οι ΗΠΑ μπορεί ν` αντιμετωπίσουν μεγάλη εσωτερική επιχειρηματική και κοινωνική πίεση, αν δεν αποδώσουν γρήγορα οι εμπορικές πολιτικές του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ», προσθέτουν οι ίδιες πηγές.

«Μαζί μας ή εναντίον μας»

Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ ν` αυξήσει  μόνο κατά 125%  τους δασμούς στην Κίνα,ήταν η άμεση συνέπεια της «πρόκλησης» του Πεκίνου να απαντήσει στην πρώτη, τελωνειακή επίθεση της Ουάσιγκτον.

Ουσιαστικά, ο πρόεδρος Τραμπ στέλνει ένα μήνυμα: είτε μαζί μας είτε εναντίον μας. Όχι μόνο στην Κίνα, αλλά σε όλες χώρες της Νοτιο-ανατολικής Ασίας. Σύμφωνα πάντως με τον πρόεδρο Σι Τζιπίνγκ, η κινεζική οικονομία είναι «ένας ωκεανός, όχι μια λίμνη».

Για τις ΗΠΑ, η οικονομική αποσύνδεση σημαίνει πρώτα απ’ όλα να τραβήξουν στο πλευρό τους την Ταϊβάν, την Ινδία, το Βιετνάμ, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία, μέσω συμφωνιών που αποκλείουν το Πεκίνο .

Η Κίνα στοιχηματίζει ότι αυτό δεν θα συμβεί: αφενός, γιατί «έχει αποκτήσει οικονομική και τεχνολογική αυτάρκεια, ώστε να μειωθεί η ευπάθεια σε πιθανές κυρώσεις και περιορισμούς στις εξαγωγές στις ΗΠΑ», υποστηρίζουν αναλυτές στο Πεκίνο. Για χρόνια, το Πεκίνο έχει αναπτύξει ένα σχέδιο Β, που μοιάζει με το μοντέλο αυτάρκειας της Βόρειας Κορέας. Κυρίως σε ότι αφορά  προϊόντα κρίνονται ζωτικής σημασίας για την Κίνα.

Από την άλλη πλευρά, η Κίνα μπορεί να βασιστεί στο όπλο της νομισματικής μόχλευσης, μέσω της υποτίμησης του γουάν για την αντιστάθμιση της επίδρασης των δασμών και στην περιφερειακή ολοκλήρωση με τις γειτονικές χώρες».

«Οι βιομηχανικές δυνατότητες δεν δημιουργούνται από τη μια μέρα στην άλλη, και αν ο πρόεδρος Τραμπ θέλει να αρχίσει να αποσυνδέεται από αυτό το σύστημα, πρέπει να λάβει υπόψη ότι η αποσύνδεση θα φέρει τα εργοστάσια σε άλλα κράτη της Άπω Ανατολής και όχι στις ΗΠΑ», τονίζουν στη «Ν» οι ίδιες πηγές.

Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας με τις ΗΠΑ ήταν 290 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024. Αντίθετα, των επτά άλλων μεγάλων οικονομιών  περιοχής (Νότια Κορέα, Ιαπωνία, Ινδία, Ταϊλάνδη, Βιετνάμ, Μαλαισία και Ταϊβάν) με τις οποίες η Ουάσιγκτον έχει άριστες σχέσεις, το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα ανέρχεται συνολικά, στα 421 δισεκατομμύρια δολάρια, καλύπτοντας το 23% των κοινών εισαγωγών των ΗΠΑ. Ουσιαστικά δηλαδή, η προσπάθεια απομόνωσης της Κίνας θα μετατοπίσει το έλλειμμα από το Πεκίνο στις γειτονικές χώρες.

Πιέσεις για συμφωνία

Οικονομικοί αναλυτές θεωρούν μάλιστα ότι οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ, από τον υψηλό πληθωρισμό έως την απειλή της ύφεσης, είναι μεγαλύτεροι από αυτούς που μπορεί να πλήξουν την Κίνα, μακροπρόθεσμα. «Αυτός είναι ο μοχλός που σκοπεύει να χρησιμοποιήσει ο Σι Τζινπίνγκ για να πιέσει την Ουάσιγκτον, ώστε να βρεθεί μια συμφωνία αργά ή γρήγορα, ακόμη και αν το ενδεχόμενο αυτό φαντάζει πολύ μακρινό»

Το μέγεθος της οικονομίας της Κίνας και η θέση της στην «καρδιά» πολλών αλυσίδων εφοδιασμού μεταποίησης,  αφήνουν το Πεκίνο σε ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση με τις ΗΠΑ από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο. Αλλά η στάση του Πεκίνου αντικατοπτρίζει επίσης την αποτυχία να σημειωθεί πρόοδος στην επαναφορά της διμερούς σχέσης με την Ουάσιγκτον από τότε που ο Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο.

Πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων στην ΕΕ, ελπίζουν ότι η αναταραχή θα δημιουργήσει αρκετή εσωτερική πολιτική πίεση ώστε ο Τραμπ να αλλάξει και μακροπρόθεσμα, πορεία

«Εάν ο Τραμπ πιστεύει ότι μπορεί να επιβάλει μια «συμφωνία», δεν έχει καταλάβει τίποτα για την κινεζική ιστορία και πολιτισμό», γράφει η Suddeutsche Zeitung και εξηγεί τις κινήσεις του Πεκίνου: «Ιστορικά, η περίοδος της αποικιοκρατίας στην Κίνα και η υποταγή της στις δυτικές δυνάμεις μέσω των Πολέμων του Οπίου – αναφέρεται από όλους τους Κινέζους ως “αιώνας της ντροπής”. … Από τότε, η χώρα έχει ορκιστεί ποτέ ξανά να ταπεινωθεί από άλλα έθνη. Αυτή η αρχή συνεχίζει να σηματοδοτεί την κινεζική πολιτική συνείδηση στην παγκόσμια σκηνή, τίποτα λιγότερο»