Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν να σταματήσουν τους «μεγα-δασμούς» στον υπόλοιπο κόσμο, επιβάλουν επιπλέον 21% στο Πεκίνο, ανεβάζοντας το «λογαριασμό» για τα κινέζικα εισαγόμενα προϊόντα στο 125% .
«Είναι σαφές πλέον ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες στον κόσμο έχουν μπει για τα καλά σε μια περίοδο κλιμάκωσης, με τα ποσοστά των δασμών να αυξάνονται σταθερά κάθε φορά που η μία κάνει κίνηση και η άλλη απαντά», τονίζουν στη Ναυτεμπορική, παράγοντες της αγοράς. Εκτιμούν μάλιστα ότι η Κίνα θα αντιδράσει στην αγορά ομολόγων, που παραμένει τεταμένη, παρά την εκεχειρία των δασμών.
→Διαβάστε ακόμη: Tραμπ και Σι σε αγώνα αναδιανομής ισχύος – Τα χειρότερα έπονται;
«Μια υπόθεση που εξετάζεται, αν και όχι η κύρια, είναι ότι το Πεκίνο θα πουλήσει αμερικανικό χρέος με δυσμενείς επιπτώσεις στην αγορά, καθώς είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος κάτοχος αμερικανικών ομολόγων στον κόσμο, πίσω μόνο από την Ιαπωνία», λένε οι ίδιες πηγές και προσθέτουν: «Σε κάθε περίπτωση, η Κίνα μπορεί να παίξει αυτό το χαρτί και να ασκήσει πίεση στον μεγαλύτερο εχθρό της και θα μπορούσε να χτυπήσει τον Ντόναλντ Τραμπ εκεί που πονάει περισσότερο-στη μείωση του χρέους».
Ο Τραμπ έχει δείξει άλλωστε πώς ποντάρει πολλά στη μείωση των αποδόσεων των ομολόγων λόγω των τεράστιων τόκων και του γεγονότος ότι φέτος οι ΗΠΑ πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν σχεδόν το 25% του χρέους τους, με ομόλογα που λήγουν.
Όσο υψηλότερες όμως είναι οι αποδόσεις των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου, τόσο πιο ακριβή θα είναι η διαχείριση του χρέους, που ξεπερνά τα 36 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Πόλεμος και με τα νομίσματα
Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ των προσπάθησε βέβαια να υποβαθμίσει το ζήτημα, αλλά φάνηκε να φοβάται έναν «νομισματικό» πόλεμο με την Κίνα. Ο Μπέσεντ προειδοποίησε το Πεκίνο να μην χειραγωγήσει το γουάν .
Η Κίνα έχει άλλωστε εκτός από τους δασμούς, άλλο ένα ισχυρό όπλο για να αποσταθεροποιήσει-αν θέλει- την αμερικανική οικονομία. Θα μπορούσε να υποτιμήσει το γουάν, γεγονός που θα ενίσχυε το δολάριο.
Το Πεκίνο έχει ορίσει τη συναλλαγματική ισοτιμία του γουάν στα 7,2 ανά δολάριο, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2023, και αυτό θα μπορούσε να είναι μόνο η αρχή.
«Το άμεσο αποτέλεσμα μιας ανεξέλεγκτης υποτίμησης του γουάν θα ήταν ένα πολύ πιο ισχυρό δολάριο από ό,τι θεωρείται ευεργετικό για το εμπόριο των ΗΠΑ. Θα διέγραφε έτσι μεγάλο μέρος των εισαγωγικών δασμών που επέβαλε ο πρόεδρος Τραμπ σε πραγματικούς όρους, θα συνέχιζε να διευρύνει το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ και θα αποτύγχανε να επιτύχει τον επιθυμητό επαναπατρισμό των επιχειρήσεων στις ΗΠΑ και συνεπώς την επανεκβιομηχάνιση της χώρας», εξηγούν παράγοντες της αγοράς συναλλάγματος.
Θα απελευθερώσει το «θηρίο»;
Η Κίνα δείξει ότι δεν έχει κανένα ενδοιασμό να χειραγωγήσει το νόμισμά της. Το 2015, η Κίνα αποφάσισε να υποτιμήσει το γουάν, κάτι που επανέλαβε τα επόμενα χρόνια. Επιπλέον, μικρότερες αγορές στην Ασία θα αναγκάζονταν να προχωρήσουν επίσης σε μια τεράστια υποτίμηση των νομισμάτων τους, κάτι που θα έριχνε λάδι στη φωτιά του οικονομικού πολέμου και θα παρέσυρε ολόκληρη την οικονομία της Ασίας-Ειρηνικού.
Σε ένδειξη καλής θέλησης πάντως, η κεντρική τράπεζα της Κίνας περιόρισε την υποτίμηση του γουάν έναντι του δολαρίου από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά οι συνεχιζόμενες εμπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν να δώσουν στο Πεκίνο την ώθηση να «απελευθερώσει το θηρίο» και να επιτρέψει στο κινεζικό νόμισμα να υποτιμηθεί μεταξύ 15%, που είναι η υπόθεση της Wells Fargo, και 30%, που είναι το στοίχημα του Jefferies, τους επόμενους δύο μήνες.
Προς το παρόν, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας (PBoC) επιτρέπει στο γουάν να διαπραγματεύεται εντός εύρους που δεν υπερβαίνει το 2%.
Σε κάθε περίπτωση, η προοπτική λύσης μέσω διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο εμπορικών κολοσσών φαίνεται ότι έχει υποχωρήσει. Πολλοί αναλυτές πιστεύουν μάλιστα ότι Ουάσιγκτον και το Πεκίνο έχουν πέσει σε έναν ποταμό χωρίς επιστροφή. «Είμαστε σε μια φάση βίαιης αποσύνδεσης των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου», λέει η Αλίθια Χερέρο, οικονομολόγος που ειδικεύεται στην Κίνα, στο ινστιτούτο Bruegel των Βρυξελλών. «Η νέα αύξηση των δασμών στα κινεζικά προϊόντα δεν αλλάζει ουσιαστικά την κατάσταση», λέει η Χερέρο. «Αλλά αυτή η απόφαση υποδηλώνει ότι η αποσύνδεση είναι πραγματική και σίγουρα θα ωθήσει τους Αμερικανούς επενδυτές να αποχωρήσουν όχι μόνο από την Κίνα, αλλά πιθανώς και από γειτονικές χώρες που είναι πολύ αλληλεξαρτώμενες από το Πεκίνο, όπως το Βιετνάμ, η Ταϊλάνδη, η Ινδονησία, οι Φιλιππίνες ή ακόμη και η Μαλαισία»
Η επίπτωση στο …σούπερ μάρκετ
Ο Γιάσπερ Ρόκτους, ερευνητής στο Ινστιτούτο Egmont, θεωρεί πάντως ότι αυτή η κατάσταση μοιάζει με μια στιγμή αποσύνδεσης, αλλά είναι λιγότερο οριστική. «Μπορεί μια συμφωνία μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου να είναι πολύ απίθανη βραχυπρόθεσμα, αλλά δεν αποκλείεται η κατάσταση να αλλάξει σημαντικά σε λίγους μήνες, όταν οι επιπτώσεις αυτής της αποσύνδεσης θα αρχίσουν να γίνονται αισθητές στην πραγματική οικονομία» .
Προς το παρόν, αυτές είναι μόνο αποφάσεις στα χαρτιά, που έχουν μόνο αντίκτυπο στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αλλά όταν οι συνέπειές τους εξαπλωθούν στα σούπερ μάρκετ, στις τιμές, όταν αρχίσουν να επηρεάζουν την αγοραστική δύναμη του μέσου Αμερικανού και ενδεχομένως τα ποσοστά δημοτικότητας του Προέδρου Τραμπ, δεν αποκλείεται να υπάρξει διέξοδος σε μια συμφωνία, αμοιβαία αποδεκτή.