Πρόθυμος να συνομιλήσει με τους εμπορικούς εταίρους για χαλάρωση των νέων δασμών, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, δηλώνει τώρα ο Αμερικανός πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ «Θέλω να λύσω το πρόβλημα του εμπορικού ελλείμματος που έχουμε με την Κίνα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες χώρες», τόνισε ο Τραμπ κατά την πτήση από τη Φλόριντα στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ, Ουάσιγκτον. «Αν θέλετε να το συζητήσουμε, είμαι ανοιχτός σε συζητήσεις».
Ο Αμερικανός πρόεδρος είπε μάλιστα ότι συνομίλησε ήδη με πολλούς ηγέτες από την Ευρώπη, την Ασία και όλο τον κόσμο το Σαββατοκύριακο. «Νιώθουν φαγούρα να κάνουν μια συμφωνία». Ωστόσο, τόνισε ότι δεν είναι πλέον διατεθειμένος να δεχτεί εμπορικά ελλείμματα
Όσον αφορά την Κίνα, ο Αμερικανός Πρόεδρος είπε ότι υπάρχει τεράστιο εμπορικό έλλειμμα με το Πεκίνο. «Εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια χάνονται με την Κίνα κάθε χρόνο. Και αν δεν λύσουμε αυτό το πρόβλημα, δεν θα κάνω συμφωνία», υπογράμμισε ο Αμερικανός πρόεδρος και πρόσθεσε: «Είμαι πρόθυμος να διαπραγματευτώ με την Κίνα, αλλά πρέπει να μειώσουν το πλεόνασμα τους».
Μόνο που οι δασμοί του Τραμπ προσφέρουν απροσδόκητα οφέλη στο Πεκίνο. Η κινεζική οικονομία φαίνεται πως μπορεί να απορροφήσει τον αντίκτυπο.
Μεγάλη ευκαιρία για την Κίνα
Και κυρίως, το Πεκίνο θα εκμεταλλευτεί την απώλεια της κεντρικής θέσης των ΗΠΑ στην Ασία. Η Κίνα αντέδρασε αμέσως: δασμοί στο 34% όλων των αμερικανικών προϊόντων. Ο πρόεδρος Σι Τζιπινγκ τρίβει τα χέρια του και ήδη υπολογίζει πόσες χώρες θα γυρίσουν την πλάτη τους στις ΗΠΑ και θα στραφούν προς το Πεκίνο. Χαρακτηριστικός είναι ο τίτλος του Economist: «How America could end up Making China Great Again Να πώς η Αμερική θα καταλήξει να κάνει ξανά μεγάλη την Κίνα», γράφει το βρετανικό περιοδικό σε κύριο άρθρο του.
«Η αναδιάρθρωση της παγκοσμιοποίησης που βασίζεται στην εγχώρια ανασυγκρότηση της αμερικανικής οικονομίας έχει αποδειχθεί ότι είναι η αρχή μιας περιόδου συστημικού χάους, με αδιανόητα μέχρι στιγμής αποτελέσματα», υποστηρίζουν Ευρωπαίοι διπλωμάτες. «Με αυτήν την επιλογή, στην πραγματικότητα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν θέσει σε κίνδυνο την εμπιστοσύνη όλων των παραγόντων του διεθνούς εμπορίου. Και χωρίς εμπιστοσύνη, δεν μπορεί να υπάρξει παγκόσμια ηγεσία», προσθέτουν.
Η Κίνα φαίνεται επί του παρόντος να είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να μετατρέψει σε ευκαιρία, την αστάθεια σε αυτή τη φάση. Όλο και περισσότεροι αναλυτές επικεντρώνονται στο Πεκίνο.
«Ακόμη κι αν είναι εύλογο να υπάρχουν αμφιβολίες για τη συνολική «υγεία» της κινεζικής οικονομίας, μετά την κρίση στην αγορά ακινήτων, ο Σι Τζιπίνγκ φαίνεται να έχει καταλάβει ότι ο υπερβολικός έλεγχος του ιδιωτικού τομέα κινδυνεύει να βάλει φρένο στην καινοτομία, όπως έδειξε η πρόσφατη συνάντηση μεταξύ του Κινέζου προέδρου και του ιδρυτή της Alibaba, Τζακ Μα», σημειώνουν οι ίδιες πηγές .
Χρηματοδότηση των εταιρειών
Πάνω από όλα, το Πεκίνο έχει την ικανότητα να χρηματοδοτεί κινεζικές στρατηγικές εταιρείες, κάτι που είναι αδιανόητο για όλες τις άλλες εθνικές οικονομίες. Από την άποψη αυτή, ο Economist υπενθυμίζει ότι οι τοπικές αρχές σε διάφορες επαρχίες της Κίνας, διαθέτουν 6 τρισεκατομμύρια γουάν (830 δισεκατομμύρια δολάρια) για ομόλογα τα επόμενα τρία χρόνια για να αναχρηματοδοτηθούν και άλλα 4,4 τρισεκατομμύρια σε «ειδικά» ομόλογα φέτος.
Επιπλέον, μετά από μια μακρά περίοδο αποπληθωρισμού, οι τιμές άρχισαν να αυξάνονται και πάλι χάρη στα άφθονα περιθώρια ελιγμών της κινεζικής κυβέρνησης, η οποία μπόρεσε να αυξήσει τους στόχους δημοσιονομικού ελλείμματος στο 4% του ΑΕΠ, με στόχο την επανεκκίνηση της εγχώριας κατανάλωσης, που θεωρείται η απόλυτη προτεραιότητα για φέτος.
Η κινεζική εγχώρια αγορά
Αν και οι δασμοί του Τραμπ θα έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην κινεζική οικονομία- θα κοστίσουν 0,7% του ΑΕΠ, σύμφωνα Κινέζους οικονομολόγους- η εγχώρια αγορά εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 6,9 τρισεκατομμύρια δολάρια-ένα νούμερο σημαντικά υψηλότερο από τα 525 δισεκατομμύρια δολάρια των κινεζικών εξαγωγών στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2024.
Μέσω του συνδυασμού των επενδύσεων σε βασικούς τομείς, της υποστήριξης της εσωτερικής κατανάλωσης και της επιδίωξης ενεργειακής αυτονομίας, το Πεκίνο έχει επαναπροσανατολίσει την οικονομία του και φαίνεται να έχει επιτύχει την «Εθνική Αυτάρκεια» για την οποία μίλησε ο Κέινς. Ένας στόχος που μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει επιτευχθεί πλήρως.
Την ίδια ώρα, με την επιβολή δασμών 32% στα εισαγόμενα στις ΗΠΑ προϊόντα από την Ταϊβάν, υπονομεύεται η εμπιστοσύνη της κυβέρνησης της Ταϊπέι στην Ουάσιγκτον. Με τον τρόπο αυτό, οι ΗΠΑ ευνοούν τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ της Ταϊβάν και της Κίνας, η οποία επί του παρόντος έχει περισσότερες επιλογές στο τραπέζι για τη διαχείριση του φακέλου της επανένωσης.
Βασικός παίκτης στην Ασία
Αξιοποιώντας τα αμερικανικά λάθη και δείχνοντας μεγάλη τακτική ευελιξία, το Πεκίνο έγινε και πάλι ο κύριος παίκτης στην Ανατολική Ασία.
Η Κίνα έχει συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορεί να εξυπηρετήσει την ίδια λειτουργία με τις ΗΠΑ, αλλά με το να γίνει ο βασικός άξονας της περιφερειακής οικονομίας της Ανατολικής Ασίας μπορεί να δημιουργήσει έναν νέο τύπο οικονομικής ηγεμονίας που θα διαμορφώσει τον κόσμο του 21ου αιώνα.
Τι λέει η ιστορία
Από αυτή την άποψη, η ιστορία παρέχει πολύ ενδιαφέροντα προηγούμενα. Στη δεκαετία του 1930, μια φάση αβεβαιότητας και μετάβασης, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήγαγαν τον νόμο Smoot-Hawley αποφάσισε να ξεκινήσει μια φάση προστατευτισμού. Το γεγονός αυτό πυροδότησε πολλαπλασίασε τις αρνητικές επιπτώσεις της κρίσης του 1929.Οπως λένε Ευρωπαίοι διπλωμάτες, «αν η ηγεμονική εξουσία αποφασίσει να απαρνηθεί τη λειτουργία της ως εγγυητής της σταθερότητας της παγκόσμιας οικονομικής τάξης, το σύστημα μπαίνει σε κρίση και τείνει να δομηθεί σε αυτόνομα και ασταθή μπλοκ».
Διαβάστε ακόμη
Μετά τους δασμούς: Τα 2 σενάρια για το επόμενο βήμα του Τραμπ