Skip to main content

Ο ΟΠΕΚ άνοιξε τις «κάνουλες» – Θα φτηνύνει το πετρέλαιο;

Για τους καταναλωτές η «πρώτη ύλη», που είναι βασικός παράγοντας στο κόστος οδήγησης ή θέρμανσης, αναμένεται να γίνει αισθητά φθηνότερη

Οκτώ χώρες μέλη του ΟΠΕΚ+ άνοιξαν από σήμερα περισσότερο τις «κάνουλες», αυξάνοντας κατά 140.000 βαρέλια την ημερήσια παραγωγή πετρελαίου, αλλά και τις ελπίδες για μείωση της τιμής του μαύρου χρυσού.

Η απόφαση είχε ληφθεί στις αρχές Μαρτίου και προέβλεπε πως από την 1η Απριλίου θα περιοριστεί σταδιακά η μείωση της ημερήσιας παραγωγής κατά 2,2 εκατομμύρια βαρέλια, που είχε αποφασιστεί το 2023.

Η αγορά περίμενε άλλωστε την κίνηση αυτή του καρτέλ και αρχικά οι τιμές τόσο του Brent της Βόρειας Θάλασσας, όσο και του αμερικανικού αργού, κατέγραψαν οριακή άνοδο.

Για τους καταναλωτές, πάντως, η «πρώτη ύλη», που είναι βασικός παράγοντας στο κόστος οδήγησης ή θέρμανσης, αναμένεται να γίνει αισθητά φθηνότερη. Ήδη το Brent, που κόστιζε τον Ιανουάριο 82 δολάρια το βαρέλι, τώρα διαπραγματεύεται κάτω από τα 75 δολάρια – περίπου 15% λιγότερο σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Reuters με τη συμμετοχή 49 οικονομολόγων και αναλυτών ενέργειας, αναμένεται για φέτος μια μέση τιμή του Brent στα 72,94 δολάρια το βαρέλι.

«Οι προοπτικές για περαιτέρω πτώση των τιμών δεν είναι κακές», λένε στη Ναυτεμπορική παράγοντες της αγοράς ενέργειας. «Η de facto αύξηση της προσφοράς πετρελαίου είναι πιθανό να ασκήσει πίεση προς τα κάτω στις τιμές», σχολίασε η Μπάρμπαρα Λάμπρεχτ, εμπειρογνώμονας εμπορευμάτων στην Commerzbank.

Ωστόσο, το σταδιακό τέλος των περιορισμών στην παραγωγή του ΟΠΕΚ+ έρχεται σε μια στιγμή που η περίοδος θέρμανσης στο βόρειο ημισφαίριο τελειώνει και οι επιπτώσεις στα πρατήρια είναι απίθανο να φανούν για τους καταναλωτές μέχρι το επόμενο φθινόπωρο.

Υπερπροσφορά κατά 600.000 βαρέλια

Η πρόβλεψη του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) είναι πάντως πως θα υπάρξει υπερπροσφορά στην αγορά πετρελαίου κατά περίπου 600.000 βαρέλια την ημέρα, φέτος.

Η Λάμπρεχτ εκτιμά πάντως ότι είναι ακόμη εντελώς ασαφές πόσο επιπλέον πετρέλαιο θα βγει πραγματικά στην αγορά. «Αυτές οι χώρες έχουν επίσης δεσμευτεί να αντισταθμίσουν την υπερπαραγωγή τους στο παρελθόν. Ωστόσο, είναι αμφίβολο εάν κάποιες χώρες – κυρίως το Ιράκ, το Καζακστάν και η Ρωσία – θα τηρήσουν πραγματικά τις δεσμεύσεις τους». Στο παρελθόν, τουλάχιστον το Ιράκ και το Καζακστάν είχαν εφαρμόσει μόνο εν μέρει παρόμοιες δεσμεύσεις.

Ταυτόχρονα, υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι τόσο από την πλευρά της προσφοράς, όσο και από την πλευρά της ζήτησης. Και οι κίνδυνοι αυτοί σχετίζονται με τις δασμολογικές πολιτικές και τις κυρώσεις που ενδεχομένως θα επιβάλει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

Οι κυρώσεις Τραμπ

Ο αμερικανός πρόεδρος φαίνεται έτοιμος να ασκήσει «μέγιστη πίεση» στο Ιράν για να διαπραγματευτεί μια νέα πυρηνική συμφωνία με την Τεχεράνη. Για να επιτευχθεί αυτό, οι εξαγωγές ιρανικού πετρελαίου πρέπει να μειωθούν στο μηδέν.

Ο Τραμπ επέβαλε άλλωστε τον περασμένο μήνα νέες κυρώσεις, μεταξύ άλλων κατά του λεγόμενου «σκιώδους στόλου» του Ιράν, με τη βοήθεια του οποίου η Τεχεράνη μπόρεσε σε μεγάλο βαθμό να παρακάμψει τις προηγούμενες κυρώσεις. «Οι ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου ήταν πρόσφατα ακόμη, γύρω στα 1,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα», τονίζει ο ειδικός εμπορευμάτων της Commerzbank, Κάρστεν Φριτς.

Ο Τραμπ εξετάζει επίσης τους λεγόμενους δευτερογενείς δασμούς που θα τιμωρούν τις χώρες που συνεχίζουν να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο. Ο αμερικανός πρόεδρος θα μπορούσε μάλιστα να ανακοινώσει τέτοιους τιμωρητικούς δασμούς αύριο, στο πλαίσιο της «Ημέρας Απελευθέρωσης», όπως έχει εξαγγείλει. «Εάν οι ΗΠΑ καταφέρουν να μειώσουν σημαντικά τις εξαγωγές ιρανικού πετρελαίου, η αγορά πετρελαίου θα πιεστεί  σημαντικά», τονίζει ο Φριτς.

Στα τέλη Μαρτίου, ο πρόεδρος Τραμπ υπέγραψε διάταγμα που επιβάλλει δασμούς 25% από τις 2 Απριλίου και στις χώρες που αγοράζουν πετρέλαιο ή φυσικό αέριο από τη Βενεζουέλα. Αυτοί οι «δευτερεύοντες δασμοί» στοχεύουν επίσης κυρίως στην Κίνα, η οποία κυριαρχεί στη «μαύρη αγορά» για το πετρέλαιο της Βενεζουέλας.

Τι θα γίνει με τη Ρωσία;

Ο Τραμπ έχει απειλήσει επίσης με την επιβολή ειδικών δασμών στους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου, αν η Μόσχα δεν αποδεχτεί την προτεινόμενη συμφωνία για την εκεχειρία στην Ουκρανία. Αυτοί οι δασμοί θα μπορούσαν να ανέλθουν σε 25 έως 50% και να τεθούν σε ισχύ ανά πάσα στιγμή. Εάν αυτό συμβεί, θα δυσκολευτούν οι εξαγωγές της Μόσχας και θα μείωνε έτσι την προσφορά πετρελαίου στην παγκόσμια αγορά, κάτι που με τη σειρά του θα οδηγούσε σε αύξηση των τιμών.