Skip to main content

Από τους δασμούς στον νομισματικό πόλεμο: Γιατί ο Τραμπ πρέπει να προσέχει τι εύχεται

Υπάρχουν διάφορα όπλα στη διάθεση των ηγετών - Κάποια όμως λειτουργούν ως δίκοπο μαχαίρι

Οι ανισορροπίες στην παγκόσμια οικονομία παραμένουν στο προσκήνιο, αφού είναι ο βασικός παράγοντας για τις τριβές ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους συμμάχους του. Ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει σε σκληρή γραμμή. Θα πρέπει όμως να προσέξει μέχρι που θα τραβήξει το σχοινί, ώστε να μην το μετατρέψει σε «θηλιά» για τους Αμερικανούς.

Η βασική πρόκληση, όπως εξηγεί η Capital Economics, είναι το να περιοριστούν οι εμπορικές ανισορροπίες παράλληλα την πλήρη απασχόληση στις εμπλεκόμενες οικονομίες. Αυτό σημαίνει τη μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ και τη μείωση των πλεονασμάτων σε χώρες όπως η Γερμανία και, κυρίως, η Κίνα, χωρίς όμως να κατασταλεί η συνολική ζήτηση σε καμία εξ αυτών.

«Δεν υπάρχει έλλειψη προτεινόμενων λύσεων, συμπεριλαμβανομένης μιας στρατηγικής που έχει προωθηθεί ευρέως από τον Στίβεν Μίραν, ο οποίος ηγείται του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων του Προέδρου. Ωστόσο, οι ιδέες που προσελκύουν τη μεγαλύτερη προσοχή σήμερα αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν την ουσία του προβλήματος – και στην καλύτερη περίπτωση δεν θα έχουν σημαντική επίδραση», σχολιάζει ο Neil Shearing της CE.

Στην καρδιά του προβλήματος

H μεγάλη ανισορροπία στην παγκόσμια οικονομία έγκειται στη συμπεριφορά αποταμίευσης και επένδυσης των μεγάλων οικονομιών, ιδιαίτερα των ΗΠΑ και της Κίνας. Με απλά λόγια οι Αμερικανοί αποταμιεύουν «πολύ λίγο» και ξοδεύουν «πολύ», ενώ οι Κινέζοι αποταμιεύουν υπερβολικά και ξοδεύει πολύ λίγο. Ο καλύτερος τρόπος για να διορθωθεί αυτή η κατάσταση θα ήταν μέσω συντονισμένης δράσης για την ανακατανομή των δαπανών: περιορισμός της εγχώριας ζήτησης στις ΗΠΑ μέσω δημοσιονομικής συρρίκνωσης, ενώ παράλληλα ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης στην Κίνα μέσω πολιτικών που ενθαρρύνουν την καταναλωτική δαπάνη. Αυτό θα μείωνε τις εμπορικές ανισορροπίες χωρίς να πλήξει τη συνολική ζήτηση σε καμία από τις δύο οικονομίες, καθώς η αυξημένη ζήτηση στην Κίνα, υπό άλλες ίσες συνθήκες, θα απορροφούσε περισσότερες εξαγωγές από τις ΗΠΑ, όπως εξηγεί η Capital Economics.

Όμως η θεωρία απέχει πολύ από την πράξη. Η κινεζική ηγεσία έχει περάσει χρόνια υποστηρίζοντας την ενίσχυση της καταναλωτικής δαπάνης, αλλά αυτό δεν έχει μεταφραστεί σε ουσιαστική πολιτική δράση. Ταυτόχρονα, μια σημαντική δημοσιονομική συρρίκνωση στις ΗΠΑ φαίνεται απίθανη, ειδικά αν η κυβέρνηση Τραμπ επιδιώξει περικοπές φόρων. Έτσι, αν και η παγκόσμια ανακατανομή έχει οικονομικό νόημα, η πολιτική πραγματικότητα είναι πολύ πιο περίπλοκη.

Οι δασμοί ως δίκοπο μαχαίρι

Αν η ανακατανομή των δαπανών δεν είναι εφικτή, οι χώρες με ελλείμματα μπορεί να στραφούν σε πολιτικές «μετατόπισης δαπανών» για να μεταφέρουν τη ζήτηση από τις εισαγωγές σε εγχώρια αγαθά και να αυξήσουν τη ζήτηση για τις εξαγωγές τους. Οι δασμοί στοχεύουν σε αυτό και βρίσκονται στο επίκεντρο πολλών προτάσεων για εμπορικές μεταρρυθμίσεις στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της στρατηγικής του Μίραν.

Ωστόσο, η ιστορία δείχνει ότι είναι ένα αμβλύ εργαλείο με περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Οι δασμοί που επιβλήθηκαν κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ – και διατηρήθηκαν και επεκτάθηκαν από τον Τζο Μπάιντεν – δεν απέτρεψαν τη διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ. Για αυτό ίσως και ο Αμερικανός πρόεδρος, κατά πληροφορίες, θα παρουσιάσει ένα λιγότερο «επιθετικό» πακέτο δασμών από ό,τι αρχικά αναμενόταν στις 2 Απριλίου.

Στην καλύτερη περίπτωση, μια μέτρια αύξηση των δασμών θα μπορούσε να αποφέρει έσοδα για τη χρηματοδότηση της παράτασης των φορολογικών περικοπών του Τραμπ το 2018. Στη χειρότερη, μια σημαντική αύξηση των δασμών θα μπορούσε να βλάψει σοβαρά το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα και να οδηγήσει σε ασθενέστερη ανάπτυξη τόσο στις ΗΠΑ όσο και αλλού.

Τα νομίσματα ως όπλο

Μια άλλη προσέγγιση θα ήταν η αναπροσαρμογή των συναλλαγματικών ισοτιμιών, αποδυναμώνοντας τα νομίσματα των χωρών με ελλείμματα (όπως το δολάριο και πιθανώς η στερλίνα) και ενισχύοντας αυτά των χωρών με πλεονάσματα (ιδιαίτερα το γουάν, το γεν και το ευρώ).

Υπάρχει ήδη μια προτεινόμενη συμφωνία, η οποία αποκαλείται «Mar-a-Lago Accord» και παραπέμπει στη Συμφωνία της Πλάζα του 1985, όπου οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Δυτική Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία συνεργάστηκαν για να αποδυναμώσουν το δολάριο και να μειώσουν τα εμπορικά ελλείμματα.

Ωστόσο, οι περισσότερες χώρες θα αντισταθούν στην ενίσχυση των νομισμάτων τους. Ένα ισχυρότερο γιουάν θα επιδείνωνε τα προβλήματα της Κίνας με τη χαμηλή ανάπτυξη και την αυξανόμενη αποπληθωριστική πίεση, ενώ η Ιαπωνία δεν θα ήθελε απότομη ανατίμηση του γεν τη στιγμή που φαίνεται να βγαίνει από τρεις δεκαετίες αποπληθωρισμού.

Οι κεφαλαιακές ροές

Μια τελευταία επιλογή για την αντιμετώπιση των ανισορροπιών θα ήταν η «στοχοποίηση» των κεφαλαιακών ροών. Η παγκόσμια ζήτηση για δολάρια ωθεί την αξία του νομίσματος προς τα πάνω, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών των ΗΠΑ. Ο περιορισμός των κεφαλαιακών εισροών – για παράδειγμα μέσω φορολογίας στις αγορές αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων – θα μπορούσε να βοηθήσει.

Αλλά αυτό θα είχε κόστος. Ο περιορισμός των κεφαλαιακών ροών θα έθετε σε κίνδυνο το καθεστώς του δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος. Επιπλέον, η μείωση της ζήτησης για δολάρια θα αύξανε το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ, περιορίζοντας την εγχώρια ζήτηση και την ανάπτυξη.

Παρά τα παράπονα του Τραμπ για τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, το αμερικανικό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών είναι η άλλη όψη της προθυμίας των ξένων να δανείσουν στις ΗΠΑ, επιτρέποντάς τους να καταναλώνουν περισσότερο από ό,τι παράγουν. Ο περιορισμός των κεφαλαιακών ροών προς τις ΗΠΑ σημαίνει τελικά περιορισμό της κατανάλωσης των Αμερικανών. «Ο Ντόναλντ Τραμπ θα πρέπει λοιπόν να προσέξει τι εύχεται», τονίζει ο Neil Shearing.