Η Volkswagen θέλει να ανακτήσει μερίδιο αγοράς στην κινεζική αγορά και ξεκινά ήδη μια «επίθεση» με 11 νέα μοντέλα, μαζί με τον κινέζο εταίρο της, την FAW, από το επόμενο έτος.
Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία έχει μείνει πίσω στην μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων στον κόσμο. Και δεν είναι μόνο η Volkswagen, αλλά και η Audi, η BMW, η Mercedes και η Porsche, που το μερίδιό τους στην κινεζική αγορά ήταν πέρυσι μόλις 5%. Η καταναλωτική ζήτηση της Κίνας έχει μειωθεί άλλωστε τα τελευταία χρόνια, συμπαρασύροντας και τις εξαγωγές της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Ηδη, το Κινεζικό Κρατικό Συμβούλιο παρουσίασε την Κυριακή ένα «ειδικό σχέδιο δράσης» για την τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης. Το «πακέτο» περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μέτρα για την αύξηση του εισοδήματος και την καθιέρωση επιδότησης για την παιδική μέριμνα. «Στόχος είναι να αυξηθεί δυναμικά η κατανάλωση, να επεκταθεί η εγχώρια ζήτηση προς όλες τις κατευθύνσεις και να βελτιωθεί η καταναλωτική ικανότητα αυξάνοντας το εισόδημα και μειώνοντας τις επιβαρύνσεις», ανέφερε έκθεση του Κρατικού Συμβουλίου.
Αύξηση των δαπανών των νοικοκυριών
Το σχέδιο έρχεται μια εβδομάδα μετά την έκθεση εργασίας του Κινέζου πρωθυπουργού Λι Ξιάνγκ στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο, η οποία επικεντρώθηκε στην αύξηση των δαπανών των νοικοκυριών για να μετριαστεί ο αντίκτυπος της αδύναμης καταναλωτικής ζήτησης, που έχει πληγεί από διάφορους παράγοντες τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της πανδημίας και της παρατεταμένης πτώσης του τομέα των ακινήτων.
Η ING σχολιάζει ότι το κλειδί είναι ότι «τα νοικοκυριά δεν μπορούν να ξοδέψουν αυτά που δεν έχουν». Η αύξηση των μισθών «έχει επιβραδυνθεί μετά την πανδημία, με αρκετές περιπτώσεις περικοπών και απολύσεων». Αυτό έχει γίνει ιδιαίτερα σοβαρό με την κατάρρευση της στεγαστικής αγοράς στην οποία εκτέθηκαν πολλές οικογένειες. «Όλο αυτό το κλίμα έχει αναγκάσει ακόμη και εκείνους που έχουν χρήματα να τα αποταμιεύουν, φοβούμενοι για το μέλλον, ιδιαίτερα μεταξύ των ηλικιωμένων, καθώς οι συντάξεις δεν επαρκούν για να εγγυηθούν την ευημερία. Από αυτή την άποψη, η ολλανδική τράπεζα σχολιάζει ότι «η Κίνα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά αποταμίευσης στον κόσμο».
Ιστορική ανατροπή
Ωστόσο, η ING επισημαίνει κάτι πολύ βαθύτερο σε αυτό το σχέδιο. Επιδιώκει να αναπτύξει μια πιο βιώσιμη μορφή κατανάλωσης, την οποία ορίζουν ως «Νέα Κατανάλωση».
Μέχρι τώρα, η Κίνα βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη βιομηχανική παραγωγή και, στη συνέχεια, σε συγκεκριμένους οικονομικούς τομείς όπως τα ακίνητα και οι τράπεζες. Για να αποφύγει αυτό που συνέβη στην Ιαπωνία-κατάρρευση του τομέα των ακινήτων και στη συνέχεια της τραπεζικής αγοράς, που οδήγησε σε μια μακρά περίοδο χαμηλής ανάπτυξης- η Κίνα θέλει να στραφεί προς την κατανάλωση με μια τεράστια μεσαία τάξη που θα διασφαλίσει την ευημερία της ασιατικής δύναμης.
«Η μετάβαση της Κίνας σε μια οικονομία βασισμένη στην κατανάλωση απαιτεί τη δημιουργία ενός υποστηρικτικού οικονομικού περιβάλλοντος, ιδιαίτερα την ενθάρρυνση της κατανάλωσης της μεσαίας τάξης», σχολιάζει η ING.
Φόβοι για αποπληθωρισμό
Η Κίνα αντιμετωπίζει μια πιο αργή προοπτική ανάπτυξης και ακόμη και φόβους για αποπληθωρισμό. Τον Φεβρουάριο, ο πληθωρισμός εισήλθε σε έδαφος συρρίκνωσης (-0,7%) μετά από μήνες αναιμικής αύξησης, μεταξύ 0,6% και 0,1%.
Η ανισορροπία προσφοράς-ζήτησης δεν αποκλείεται πάντως να συνεχιστεί, με την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής κατά περίπου 6% να ξεπερνά τις λιανικές πωλήσεις και την άνοδο των επενδύσεων κατά περίπου 4%, υποδηλώνοντας συνεχή αποπληθωρισμό αγαθών φέτος, τόσο σε εγχώριο επίπεδο όσο και στις εξαγωγές.
Το τεράστιο σχέδιο της «Νέας Κατανάλωσης» θα επηρεάσει πάντως πολλούς τομείς, όπως ο τουρισμός, καθώς οι Κινέζοι ελπίζουν να ενισχύσουν τη θέση της χώρας ως τον πιο δημοφιλή προορισμό στον κόσμο.