Ο εμπορικός πόλεμος δεν έχει απλά αρχίσει. Έχει φουντώσει. Και το ερώτημα είναι, μπορεί να βγει κάποιος κερδισμένος; Ή θα αποτελέσει μία καθολική, μεγάλη ήττα για την παγκόσμια οικονομία;
Οι δασμοί που επέβαλε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου τέθηκαν σε ισχύ, σε μια εξέλιξη που κλιμακώνει τις εντάσεις με ορισμένους από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Αμερικής.
Η απόφαση του Αμερικανού πρόεδρου αυξάνει τον ενιαίο δασμό στον εισαγόμενο χάλυβα και αλουμίνιο στο 25% και καταργεί όλες τις εθνικές εξαιρέσεις. Αρκετές χώρες, συμπεριλαμβανομένων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας, προσπάθησαν ανεπιτυχώς να εξασφαλίσουν εξαιρέσεις. H Ευρωπαϊκή Ένωση απάντησε ήδη με αντίποινα: Ανακοίνωσε δασμούς σε αμερικανικές εισαγωγές αξίας 26 δισ. ευρώ από τον Απρίλιο. Αντίμετρα αναμένονται και από τον Καναδά, με τον οποίο η κατάσταση είχε οξυνθεί επικίνδυνα, με αποτέλεσμα ο Τραμπ να ανακοινώσει χθες δασμούς 50% στις εισαγωγές χάλυβα από τη συγκεκριμένα χώρα – για να υπαναχωρήσει στη συνέχεια.
Ο Τραμπ ελπίζει ότι οι δασμοί θα ενισχύσουν την παραγωγή χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ, αλλά οι επικριτές του υποστηρίζουν ότι θα αυξήσουν τις τιμές για τους Αμερικανούς καταναλωτές και θα πλήξουν την οικονομική ανάπτυξη.
Ικανοποίηση στις χαλυβουργίες των ΗΠΑ
Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Σιδήρου και Χάλυβα (AISI), οργανισμός που εκπροσωπεί τους Αμερικανούς χαλυβουργούς, χαιρέτισε τους δασμούς, υποστηρίζοντας ότι θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα ενισχύσουν τη χαλυβουργική βιομηχανία των ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος του οργανισμού, Κέβιν Ντέμπσεϊ, δήλωσε ότι η κίνηση αυτή έκλεισε ένα σύστημα εξαιρέσεων, αποκλεισμών και ποσοστώσεων που επέτρεπε στους ξένους παραγωγούς να αποφεύγουν τους δασμούς.
«Το AISI επαινεί τις ενέργειες του προέδρου για την αποκατάσταση της ακεραιότητας των δασμών στον χάλυβα και την εφαρμογή ενός ισχυρού και ανανεωμένου προγράμματος για την αντιμετώπιση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών», πρόσθεσε ο κ. Ντέμπσεϊ.
Οι ΗΠΑ είναι ένας από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς αλουμινίου και χάλυβα, με τον Καναδά, το Μεξικό και τη Βραζιλία να συγκαταλέγονται στους μεγαλύτερους προμηθευτές τους.
Φόβος για άλλους μεγάλους κλάδους της βιομηχανίας
Οι δασμοί σημαίνουν ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις που θέλουν να εισάγουν αυτά τα μέταλλα θα πρέπει να πληρώνουν φόρο 25% επί της αξίας τους.
Αυτό πιθανότατα θα οδηγήσει σε υψηλότερο κόστος για πολλούς κλάδους στις ΗΠΑ, όπως η αεροδιαστημική βιομηχανία, η αυτοκινητοβιομηχανία και οι κατασκευές.
Ο Μάικλ Ντιμαρίνο, ιδιοκτήτης της Linda Tool, μιας μικρής επιχείρησης 17 ατόμων στο Μπρούκλιν που κατασκευάζει εξαρτήματα για την αεροδιαστημική βιομηχανία, δήλωσε στο BBC ότι η επιχείρησή του εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον χάλυβα, μεγάλο μέρος του οποίου προέρχεται από αμερικανικές χαλυβουργίες.
«Αν έχω υψηλότερες τιμές, τις μετακυλίω στους πελάτες μου. Αυτοί έχουν υψηλότερες τιμές, τις μετακυλίουν στους καταναλωτές», είπε ο κ. Ντιμαρίνο, προσθέτοντας ότι, παρόλο που υποστηρίζει την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, οι κινήσεις του προέδρου ενδέχεται να γυρίσουν μπούμερανγκ.
Το Αμερικανικό Συμβούλιο Πολιτικής για την Αυτοκινητοβιομηχανία, οργανισμός που εκπροσωπεί κολοσσούς όπως η Ford, η General Motors και η Stellantis, εξέφρασε επίσης ανησυχίες.
«Εξακολουθούμε να εξετάζουμε και να αναμένουμε όλες τις λεπτομέρειες για τους προτεινόμενους δασμούς, αλλά ανησυχούμε ότι η ειδική κατάργηση εξαιρέσεων για τον Καναδά και το Μεξικό θα αυξήσει σημαντικά το κόστος για τους προμηθευτές μας», δήλωσε ο πρόεδρος του οργανισμού, Ματ Μπλαντ.
Ορισμένοι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι, ενώ οι δασμοί μπορεί να βοηθήσουν τις βιομηχανίες χάλυβα και αλουμινίου των ΗΠΑ, θα βλάψουν τη γενικότερη οικονομία.
«Προστατεύουν [τις βιομηχανίες χάλυβα και αλουμινίου], αλλά βλάπτουν τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα προϊόντα τους, καθιστώντας τα ακριβότερα», είπε ο Μπιλ Ράινς, πρώην αξιωματούχος του Υπουργείου Εμπορίου, που εργάζεται τώρα στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών.
«Χωρίς εξαιρέσεις»
Το 2018, κατά την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ είχε επιβάλει δασμούς 25% στον εισαγόμενο χάλυβα και 10% στο αλουμίνιο, αλλά στη συνέχεια διαπραγματεύτηκε εξαιρέσεις για αρκετές χώρες.
Αρκετά κράτη, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Αυστραλία, που είχαν προηγουμένως εξαιρεθεί από τους δασμούς, προσπάθησαν και πάλι να τους αποφύγουν.
Ωστόσο, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι αυτή τη φορά δεν θα χορηγήσει τις ίδιες εξαιρέσεις.
Απαντώντας στην εφαρμογή των νέων δασμών, ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Άντονι Αλμπανέζι, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να προχωρήσει στους νέους δασμούς είναι «εντελώς αδικαιολόγητη».
«Αντίκειται στο πνεύμα της διαχρονικής φιλίας των δύο εθνών μας και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα οφέλη που έχει αποφέρει η οικονομική μας συνεργασία για περισσότερα από 70 χρόνια», πρόσθεσε.
Ο Αλμπανέζι δήλωσε επίσης ότι η Αυστραλία δεν θα επιβάλει αντίστοιχους δασμούς στις ΗΠΑ, καθώς μια τέτοια κίνηση θα οδηγούσε απλώς σε αύξηση των τιμών για τους Αυστραλούς καταναλωτές.
Την ίδια στιγμή, ο Καναδός υπουργός Ενέργειας, Τζόναθαν Γουίλκινσον, δήλωσε στο CNN ότι η χώρα του θα απαντήσει, αλλά δεν επιθυμεί να κλιμακώσει την ένταση.
Ο Καναδάς είναι ένας από τους στενότερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας χάλυβα και αλουμινίου προς την αμερικανική αγορά.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επίσης δηλώσει ότι θα προχωρήσει σε αντίμετρα απέναντι στην απόφαση του Τραμπ.
Τον περασμένο μήνα, η βρετανική κυβέρνηση άφησε να εννοηθεί ότι επιδιώκει εξαίρεση από τους δασμούς, αλλά πρόσθεσε ότι δεν θα απαντήσει άμεσα με αντίποινα.
Φόβοι για ύφεση
Οι ανησυχίες για το οικονομικό κόστος των δασμών του Τραμπ προκάλεσαν πτώση στις αμερικανικές και παγκόσμιες αγορές, η οποία επιταχύνθηκε μετά την άρνηση του προέδρου να αποκλείσει το ενδεχόμενο ύφεσης.
Ο δείκτης S&P 500 σημείωσε νέα πτώση 0,7% την Τρίτη, μετά από πτώση 2,7% τη Δευτέρα – τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση από τον Δεκέμβριο.
Η εταιρεία Oxford Economics υποβάθμισε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας στο 2% από 2,4%, σημειώνοντας ότι η αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς είναι «μεγαλύτερη από ποτέ».