Κατώτερο των περιστάσεων, με έλλειψη συγκεκριμένων μέτρων που να απαντούν στις δεδομένες προκλήσεις, χαρακτηρίζουν κύκλοι της βιομηχανίας τις εξαγγελίες της Κομισιόν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Βιομηχανικής Συμφωνίας, παρά τη «μακρά λίστα πρωτοβουλιών» που περιλαμβάνει για το επόμενο διάστημα.
Η ευρωπαϊκή βιομηχανία και δη οι ενεργοβόρες βιομηχανίες πλήττονται σφοδρά από το ενεργειακό κόστος, βλέποντας, ιδίως από την ανατολή του νέου έτους, να χάνουν διαρκώς έδαφος έναντι των ανταγωνιστών τους, με τις τελευταίες εξαγγελίες Τραμπ περί δασμών και άλλων να φαντάζουν ως το «κερασάκι στην τούρτα» που θα τις φέρει σε ακόμη χειρότερη θέση, ενδεχομένως και χωρίς επιστροφή. Από την πλευρά της η Κομισιόν επιχειρεί μια γενναία παρέμβαση με επίκεντρο την απομείωση του ενεργειακού κόστους, ωστόσο, όπως σχολιάζουν σχετικά, «δεν υπάρχουν συγκεκριμένα μέτρα που είναι πιθανό να προκαλέσουν άμεση μείωση των τιμών της ενέργειας.
Η Επιτροπή στηρίζεται στην πεποίθηση ότι επενδύοντας σε νέα «πράσινη» δυναμικότητα σήμερα θα φέρει χαμηλότερες τιμές σε λίγα χρόνια. Με άλλα λόγια, η Κομισιόν δείχνει να βαδίζει στο «άστρο» της ενεργειακής μετάβασης, που, παρά τον όποιο «σκεπτικισμό», μένει προς απόδειξη αν η προτεινόμενη μέθοδος, όπως αποτυπώνεται στην «Clean Industrial Deal», δύναται να απαντήσει στις προκλήσεις τού σήμερα που και η ίδια αναγνωρίζει σε τρεις βασικούς άξονες: κλιματική κρίση και οι επιπτώσεις από αυτήν, αργή οικονομική ανάπτυξη και τεχνολογικός ανταγωνισμός.
Ενδεικτικό άλλωστε της «κριτικής» της βιομηχανίας προς τα μέτρα της Κομισιόν είναι τα σχόλια για τον αντίκτυπο των μέτρων που, όπως επισημαίνεται, φαίνεται να «παραγνωρίζεται» κατά τη σύνταξη του σχεδίου. Συγκεκριμένα, κύκλοι της βιομηχανίας σχολιάζουν ότι η Κομισιόν προτείνει προς τα κράτη-μέλη να περιορίσουν τους φόρους και τα τέλη δικτύου στην ενέργεια, χωρίς ωστόσο να εξετάζει τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στους κρατικούς προϋπολογισμούς.
Το σχέδιο της Κομισιόν
Απάντηση στην κλιματική κρίση και τις συνέπειές της, στην υποδαύλιση της ανταγωνιστικότητας και των αντοχών της ευρωπαϊκής οικονομίας συνιστά η «Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία», το νέο σχέδιο της Κομισιόν που παρουσιάστηκε χθες.
Το νέο σχέδιο διατυπώνει τον «τρόπο διέλευσης» της Ευρώπης ενώπιον των σύγχρονων προκλήσεων. Ωστόσο, υπό το φως των νέων εξελίξεων που δημιουργούν οι πολιτικές των ΗΠΑ, η Κομισιόν φαίνεται πως κάνει ένα βήμα προς τα πίσω, διατηρώντας μεν την πυξίδα της ενεργειακής μετάβασης ως προς τους στόχους, χαλαρώνοντας όμως τους κανόνες.
Η απάντηση της Κομισιόν στον κίνδυνο αποβιομηχάνισης της Ευρώπης, που πλέον ολοένα και περισσότερες φωνές αναδεικνύουν εντός των ευρωπαϊκών συνόρων, είναι μεγαλύτερες ταχύτητες για την απανθρακοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας με έμφαση στην ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία.
Βραχυπρόθεσμα, τα παραπάνω σχέδια μεταφράζονται σε κινητοποίηση πάνω από 100 δισ. ευρώ για τη στήριξη της «καθαρής» παραγωγής, με το σχέδιο να περιλαμβάνει επιπλέον 1 δισ. ευρώ σε εγγυήσεις υπό το καθεστώς του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου.
Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα η Κομισιόν θα διαμορφώσει ένα νέο πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις στο πλαίσιο της Καθαρής Βιομηχανικής Συμφωνίας (Clean Industrial Deal) με στόχο την απλοποίηση και την ταχύτερη έγκριση των κεφαλαίων, με σκοπό την προώθηση της «πράσινης» ενέργειας, την απανθρακοποίηση της βιομηχανίας και τη διασφάλιση επαρκούς βιομηχανικής παραγωγής σε καθαρές τεχνολογίες.
Επιπρόσθετα, ο σχεδιασμός περιλαμβάνει την ενίσχυση του Ταμείου Καινοτομίας και πρόταση για τη δημιουργία μιας Τράπεζας για την Απανθρακοποίηση της Βιομηχανίας (Industrial Decarbonisation Bank), φιλοδοξώντας να χορηγήσει 100 δισ. ευρώ σε χρηματοδοτήσεις, βασιζόμενη στα κεφάλαια του Innovation Fund, καθώς και πρόσθετων που θα προκύψουν από τα έσοδα των δημοπρασιών δικαιωμάτων ρύπων (ETS) και την αναθεώρηση του InvestEU.
Μια τρίτη παρέμβαση αφορά την τροποποίηση του Κανονισμού InvestEU προκειμένου να αυξηθεί η ικανότητα ανάληψης κινδύνου από το εν λόγω Ταμείο. Αυτό, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση της Κομισιόν, θα κινητοποιήσει έως 50 δισ. ευρώ σε δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε τομείς καθαρής ενέργειας, καθαρής κινητικότητας και μείωσης των αποβλήτων.
Την εικόνα των οικονομικών μέτρων συμπληρώνει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ), η οποία σχεδιάζει να εγκαινιάσει μια σειρά από νέα εργαλεία χρηματοδότησης για την υποστήριξη της Καθαρής Βιομηχανικής Συμφωνίας.
Ειδικότερα, η EIB θα δρομολογήσει:
- Ένα «Πακέτο κατασκευής Δικτύων» για την παροχή αντισταθμίσεων ρίσκου και άλλων σχετικών εργαλείων στους κατασκευαστές εξοπλισμού δικτύων.
- Ένα κοινό πιλοτικό πρόγραμμα με την Κομισιόν για εγγυήσεις για τη σύναψη «πράσινων» διμερών συμβάσεων (PPAs) από μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ενεργοβόρες βιομηχανίες.
- Έναν μηχανισμό εγγυοδοσίας Clean Tech στο πλαίσιο του προγράμματος Tech EU που υποστηρίζεται από τo InvestEU.
Οι βασικές παρεμβάσεις
Σύμφωνα με το νέο σχέδιο της Κομισιόν, επιδιώκεται να δοθεί έμφαση στο σύνολο της αλυσίδας αξίας, ξεχωρίζοντας έξι βασικές παρεμβάσεις:
α) προσιτή ενέργεια,
β) ηγετικές αγορές,
γ) χρηματοδότηση,
δ) κυκλική οικονομία και πρόσβαση στα υλικά,
ε) παγκόσμιες αγορές και διεθνείς συνεργασίες και
στ) δεξιότητες.
Αυτά θα πρέπει να αναπτυχθούν και να λειτουργήσουν συμπληρωματικά μέσα από κατάλληλες δράσεις για μια ανταγωνιστική οικονομία. Μάλιστα, η Κομισιόν ετοιμάζει ειδικότερες παρεμβάσεις για την αυτοκινητοβιομηχανία, που θα παρουσιαστούν τον Μάρτιο, καθώς και για τη μεταλλουργία, που θα ανακοινωθούν μέσα στην άνοιξη.
Το ενεργειακό κόστος
Αναλυτικότερα, όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση της Κομισιόν, οι ενεργοβόρες βιομηχανίες χρειάζονται στήριξη για να μετρήσουν βήματα στην απανθρακοποίηση και τον εξηλεκτρισμό, χωρίς ταυτόχρονα να υπονομεύεται η ανταγωνιστικότητά τους στον διεθνή στίβο. Ο τομέας αντιμετωπίζει υψηλό ενεργειακό κόστος, αθέμιτο διεθνή ανταγωνισμό και συνθετότητα στο ρυθμιστικό πλαίσιο, με θύμα την ανταγωνιστικότητα. Αντίστοιχα, οι καθαρές τεχνολογίες αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, καθώς και κρίσιμης σημασίας ζήτημα για τη μεταμόρφωση της βιομηχανίας.
Ως προς το ζήτημα του ενεργειακού κόστους, η «απάντηση» της Κομισιόν αφορά το «Σχέδιο Δράσης για την Προσιτή Ενέργεια» με προσανατολισμό στην ελάφρυνση των λογαριασμών ρεύματος για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Το σχέδιο προκρίνει την ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας, τον εξηλεκτρισμό και την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς μέσα από την υλοποίηση φυσικών διασυνδέσεων, ενισχύοντας ταυτόχρονα την ενεργειακή απόδοση και την απεξάρτηση της Ευρώπης από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα.
Οι πρώτες ύλες
Το σχέδιο της Κομισιόν προβλέπει παρεμβάσεις για την πρόσβαση των βιομηχανιών σε κρίσιμες πρώτες ύλες, αναγνωρίζοντας τη συγκεκριμένη πτυχή ως «κλειδί» για τη βιομηχανία. «Ως εκ τούτου», όπως τονίζεται, «η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διασφαλίσει την πρόσβαση σε τέτοιες ύλες και να μειώσει την έκθεση σε αναξιόπιστους προμηθευτές».
Την ίδια στιγμή, η Κομισιόν σχεδιάζει να εγκαταστήσει έναν μηχανισμό στα πρότυπα των «κοινών αγορών φυσικού αερίου» με την ονομασία «EU Critical Raw Material Centre», στην κατεύθυνση να δημιουργήσει οικονομίες κλίμακας, που με τη σειρά τους, όπως επισημαίνεται, θα επιτρέψουν καλύτερη διαπραγματευτική ισχύ για την εξασφάλιση καλύτερων τιμών και συνθηκών αγοράς.
Επιπρόσθετα, η Κομισιόν θα υιοθετήσει το «Circular Economy Act» το 2026, με σκοπό την επιτάχυνση της κυκλικής μετάβασης και την αποτελεσματική χρήση και επαναχρησιμοποίηση των πρώτων υλών, δημιουργώντας υψηλής ποιότητας θέσεις εργασίας. Η εν λόγω πρωτοβουλία φιλοδοξεί να καλύψει το 24% των κυκλικών πρώτων υλών μέχρι το 2030.
Τέλος, η Κομισιόν κατέστησε σαφές ότι διατηρείται η κλιματική φιλοδοξία της Πράσινης Συμφωνίας, με στόχο 55% μείωση των εκπομπών έως το 2030 και 90% έως το 2040.
Ευελιξία για τα αποθέματα φ.α.
Η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι θα δώσει στα κράτη-μέλη μεγαλύτερη ευελιξία σχετικά με το πότε και πόσο πρέπει να αυξήσουν τα αποθέματα φυσικού αερίου, καθώς πληθαίνουν οι εκτιμήσεις ότι το μπλοκ μπορεί να μην μπορέσει να επιτύχει τον στόχο που έχει θέσει για φέτος.
«Πιο ευέλικτες τροχιές αναπλήρωσης, με την υποστήριξη της Επιτροπής, μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της πίεσης στο σύστημα και στην αποφυγή στρεβλώσεων στην αγορά που συνδέονται με την αναπλήρωση των αποθεμάτων αερίου» ανέφερε η Κομισιόν, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για τα σχέδιά της. Αμέσως μετά την ανακοίνωση της Κομισιόν η τιμή του ευρωπαϊκού προθεσμιακού συμβολαίου αναφοράς υποχώρησε κατά 6,5%, στα 41,1 ευρώ/μεγαβατώρα. Τα αποθέματα αερίου λειτουργούν ως σημαντικό «μαξιλάρι ασφαλείας» κατά τους χειμερινούς μήνες, όταν η ζήτηση είναι υψηλότερη, μειώνοντας την αστάθεια στην αγορά.
Η Ε.Ε. εισήγαγε έναν ελάχιστο στόχο πλήρωσης των αποθεμάτων στο 80% ανά χώρα το 2022 μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και 90% για τα επόμενα έτη.