Δεν έχει σταματήσει ο Ντόναλντ Τραμπ να προκαλεί «κρύο ιδρώτα» στους Ευρωπαίους ηγέτες: Πρώτα με τις πιέσεις για αύξηση των αμυντικών δαπανών και στη συνέχεια με τους δασμούς, σε σειρά εισαγόμενων, ευρωπαϊκών προϊόντων, στις ΗΠΑ.
Η ΕΕ προειδοποίησε βέβαια με αντίποινα και οι επόμενες εβδομάδες θα μπορούσαν να αποδειχθούν καθοριστικές για το μέλλον των διατλαντικών σχέσεων. «Χρειαζόμαστε την Αμερική και η Αμερική μας χρειάζεται, επίσης. Οι τελωνειακοί δασμοί αυξάνουν το κόστος. Δεν είναι καλό για την απασχόληση, ούτε για τους καταναλωτές, αυτό είναι ξεκάθαρο», δήλωσε η Υπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, Κάγια Κάλλας .
Ο Πολωνός Πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ, η χώρα του οποίου ασκεί αυτό το εξάμηνο την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, πρόσθεσε μάλιστα πώς «υπάρχουν λόγοι για να αντισταθούμε στον αμερικανικό γίγαντα. N` ανησυχούμε, αλλά όχι να φοβόμαστε».
Κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, η ΕΕ είχε καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να αποφύγει τους δασμούς. Τότε, ο Τραμπ είχε απειλήσει επίσης με ειδικούς δασμούς στα γερμανικά αυτοκίνητα και στη γαλλική σαμπάνια. Αλλά ποτέ δεν τους εισήγαγε, επειδή η ΕΕ υποσχέθηκε να εισάγει περισσότερα αμερικανικά προϊόντα. «Αυτή φαίνεται να είναι μια βιώσιμη επιλογή και τώρα», λένε στην Ναυτεμπορική, Ευρωπαίοι διπλωμάτες.
«Τανκς» και LNG
Η ING πιστεύει ότι δύο παράγοντες θα αποτρέψουν τον εμπορικό πόλεμο: Πρώτον, εάν η ΕΕ αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες έως το 5% του ΑΕΠ και δεύτερον, τις εισαγωγές αμερικανικού πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ. Το LNG, για παράδειγμα, αντιπροσωπεύει το 19,3% του συνόλου των εισαγωγών της ΕΕ, και θα μπορούσε ν` αυξηθεί. «Αυτός θα ήταν ένας εύκολος τρόπος για να «διορθωθεί» η αδικία που βλέπει ο Τραμπ στο εμπορικό έλλειμμα. «Η Ευρώπη θα μπορούσε να αγοράσει πιο πολλά αμερικανικά …τανκς και ακόμη περισσότερο LNG από τις ΗΠΑ», τονίζουν παράγοντες της αγοράς και προσθέτουν: «Το παράδειγμα της Κολομβίας που αποδέχτηκε την επιστροφή των μεταναστών από τις ΗΠΑ, έδειξε πρόσφατα πόσο δεκτικός είναι ο Τραμπ σε τέτοιες συμφωνίες».
Ο πρόεδρος της Γερμανικής Ενωσης Βιομηχάνων, Ράινερ Ντούλγκερ συνιστά ψυχραιμία.«Η ΕΕ μπορεί να ανταγωνιστεί οικονομικά επί ίσοις όροις με τις ΗΠΑ. Πρώτα όμως να περιμένουμε να δούμε τι θα συμβεί. Ο Τραμπ σίγουρα θα αναλάβει δράση σε ορισμένες αγορές, αλλά όχι σε όλες».
Το μεγάλο όπλο
Η Ευρώπη έχει ισχυρά επιχειρήματα που θα επέτρεπαν στις εταιρείες της να βγουν αλώβητες από μια ανταλλαγή δασμολογικών χτυπημάτων με τις ΗΠΑ.
Τα στοιχεία για το 2024 δείχνουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξήγαγαν στην ΕΕ προϊόντα αξίας 352 δισεκατομμυρίων δολαρίων, εισήγαγαν σχεδόν 555,6 δις. Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ ήταν δηλαδή 213,7 δισεκατομμύρια δολάρια. «Το επιχείρημα του Τραμπ ,ότι αυτή η ασυμμετρία πρέπει να διορθωθεί, ώστε οι εισαγωγές και οι εξαγωγές να εξισωθούν, μπορεί να έχει νόημα», τονίζουν οι ίδιες πηγές, αλλά εξηγούν ότι η πραγματικότητα είναι λίγο πιο περίπλοκη: «Οι τεράστιες αυτές εισαγωγές από την Ευρώπη έχουν γίνει για έναν λόγο: η ΕΕ είναι η καρδιά της βιομηχανικής ισχύος των ΗΠΑ. Η αμερικανική δύναμη αγοράζει βασικά προϊόντα στρατηγικής σημασίας για τους χημικούς και φαρμακευτικούς κλάδους».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν επίσης προϊόντα απόλυτα στρατηγικής σημασίας. Η Ευρώπη εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από το βηρύλλιο, μια κρίσιμη πρώτη ύλη για τις βιομηχανίες άμυνας, μεταφορών και ενέργειας. Η ΕΕ εισάγει περίπου το 60% αυτής της πρώτης ύλης από τις ΗΠΑ και η συντριπτική πλειονότητα των παγκόσμιων αποθεμάτων της βρίσκεται στα βουνά της Γιούτα, γεγονός που καθιστά πολύ δύσκολη την εύρεση υποκατάστατου.
Ωστόσο, έκθεση της ING δείχνει ότι η Ευρώπη κερδίζει όσον αφορά την ανταλλαγή «κρίσιμων προϊόντων». «Η Ευρώπη εμπορεύτηκε 122 στρατηγικά προϊόντα , αλλά μόνο 8 προέρχονταν από τις ΗΠΑ, ενώ οι ΗΠΑ αγόρασαν 32 τέτοια προϊόντα από την Ευρώπη», αναφέρει η ολλανδική τράπεζα. «Αυτή η ανισορροπία ευνοεί την ΕΕ και θα της δώσει κάποιο πλεονέκτημα στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Τραμπ», εκτιμά η ING.
Δεν υπάρχει λόγος πανικού
Η Scope Ratings στην τελευταία έκθεσή της, σημειώνει επίσης ότι «παρά το γεγονός ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες και οι κύριες εταιρείες τους εξαρτώνται από τις ΗΠΑ, για τους Αμερικανούς εισαγωγείς, ορισμένα ευρωπαϊκά προϊόντα όπως κεφαλαιουχικά αγαθά, χημικά ή φάρμακα δεν μπορούν να υποκατασταθούν εύκολα». Επομένως, « δεν υπάρχει λόγος πανικού .»
Ο Σεμπάστιαν Ζανκ, επικεφαλής οικονομολόγος στην Scope Ratings, είναι σίγουρος για τις πιθανότητες της ΕΕ: «Ο κίνδυνος για αυξανόμενο πληθωρισμό στις ΗΠΑ θα μπορούσε επίσης να καταστήσει τις ευρωπαϊκές εξαγωγές ανταγωνιστικές με την πάροδο του χρόνου».
Η Fed εκτιμά άλλωστε ότι οι δασμοί θα αυξήσουν περίπου κατά 0,7% τον δομικό πληθωρισμό. «Εάν οι καταναλωτές πρέπει να πληρώσουν περισσότερα για εισαγόμενα αγαθά, οι εγχώριες τιμές τείνουν να αυξάνονται, γεγονός που μπορεί να αναγκάσει τις κεντρικές τράπεζες να υιοθετήσουν αυστηρότερες νομισματικές πολιτικές. Αυτό μεταφράζεται σε υψηλότερα επιτόκια, γεγονός που καθιστά την πίστωση πιο ακριβή και αποθαρρύνει τις επενδύσεις και την κατανάλωση», εξηγούν παράγοντες της αγοράς.
Οι οικονομολόγοι της ABN AMRO υποστηρίζουν επίσης ότι η ανακοινωθείσα επιβολή δασμών στην Κίνα, τον Καναδά και το Μεξικό, «θα μετατοπίσει εμπόριο αυτών των χωρών από τις ΗΠΑ στην ευρωζώνη. Ο λόγος είναι ότι χώρες αυτές θα δουν την Ευρώπη ως μια πιο κερδοφόρο περιοχή για να αγοράσουν προϊόντα, λόγω του ασθενέστερου ευρώ». Οι ίδιες πηγές υπενθυμίζουν μάλιστα ότι κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο και παρά τους δασμούς που επέβαλε, το παγκόσμιο εμπόριο συνέχισε να επεκτείνεται και αυξήθηκε κατά 5,6% εκείνα τα χρόνια. Σημειώνουν μάλιστα ότι «αυτό που οδήγησε τελικά στην ύφεση δεν ήταν οι δασμοί, αλλά ένας ιός που ήλθε από την Κίνα».
Επιχειρηματικοί παράγοντες τονίζουν στη «Ν» ότι ο πανικός της αγοράς είναι συνήθως προσωρινός και μόλις φανούν οι πραγματικές επιπτώσεις, τα νερά θα ηρεμήσουν».