Εάν η Ευρώπη αποφασίσει να οδηγηθεί σταδιακά σε απαγόρευση των εισαγωγών αλουμινίου από τη Ρωσία, θα πρέπει να βρει μια πηγή ικανή να αντικαταστήσει περίπου 500.000 τόνους αλουμινίου ετησίως.
Και ο κατάλογος των εναλλακτικών λύσεων είναι αρκετά περιορισμένος. Αυτό επισημαίνουν ξεκάθαρα οι ειδικοί του χώρου των μετάλλων, μπροστά στο ενδεχόμενο να παύσει η ροή εισαγωγών ρωσικού αλουμινίου προς την Ευρώπη, γεγονός που θα επιφέρει νέες αναταραχές στον εφοδιασμό της Γηραιάς Ηπείρου σε ένα από τα πιο βασικά κρίσιμα μέταλλα, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή λίστα CRM (Critical Raw Materials).
Στην ανάλυση των ειδικών πρέπει να προσμετρηθεί και η αντίδραση των Ευρωπαίων επιχειρηματιών οι οποίοι αμφισβητούν τη συγκεκριμένη στρατηγική του διοικητηρίου της Ε.Ε. με βάση τα μέχρι τώρα αποτελέσματά της που δεν είναι προς όφελος της Ευρώπης.
Η ευρωπαϊκή βιομηχανία παραγωγής αλουμινίου περνά βαθιά κρίση λόγω του ενεργειακού κόστους και της αποτυχημένης ενεργειακής πολιτικής της ηγεσίας της Ευρώπης, με αποτέλεσμα και οι τιμές του μετάλλου να εμφανίζουν έντονες διακυμάνσεις και η ευρωπαϊκή παραγωγή να φθίνει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια 1,2 εκατομμύρια τόνοι αλουμινίου δεν παράγονται πλέον από τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες αλουμινίου λόγω αύξησης των τιμών ενέργειας αλλά και λόγω της έντονης αστάθειας των τιμών του μετάλλου, που οδήγησε πολλές ευρωπαϊκές βιομηχανίες του κλάδου στην παύση των δραστηριοτήτων τους.
Disruption-Αναταραχή
Γιατί, όπως εξηγούν οι ειδικοί του κλάδου, μια πιθανή απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού αλουμινίου όχι μόνο θα διαταράξει τις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού, αλλά θα οδηγούσε επίσης τις τιμές των μετάλλων υψηλότερα, όπως φάνηκε στις αρχές του 2022. Τότε, οι προσδοκίες για μια επικείμενη διακοπή του εμπορίου μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης προκάλεσαν μια βραχύβια άνοδο 33% τιμές αλουμινίου, φτάνοντας τα 2.705 δολ./mton.
Φέτος η τιμή του αλουμινίου έχει φτάσει τα 2.500 δολ./ mton, ενώ την προηγούμενη εβδομάδα έφτασε τα 2.600 δολ./mton. Για πάνω από δύο χρόνια, οι τιμές αλουμινίου LME δεν ξεπέρασαν την κυκλική περίοδο της ζώνης αντίστασης 2.700-2.750 δολ. ανά mton. Eνα ξεσπάσματα τιμών πάνω από 2.750 δολ./ mton θα άνοιγε τεχνικά την πόρτα για 3.000 δολ./mton. Σύμφωνα με εκτίμηση των αναλυτών, το πρώτο τρίμηνο 2025 η τιμή του αλουμινίου εκτιμάται στα 2.577 δολ./mton και στο δεύτερο τρίμηνο 2025 στα 2.590 δολ./mton.
Όπως λένε οι ειδικοί, μπορεί η αύξηση των τιμών αλουμινίου πρόσκαιρα να μεταφράζεται σε αύξηση εσόδων για τις βιομηχανίες παραγωγής αλλά και μεταποίησης αλουμινίου που παραμένουν σε δραστηριότητα εντός της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, ωστόσο αντίστοιχη αύξηση εσόδων καταγράφουν και οι βιομηχανίες αλουμινίου από την Ασία και τις Τρίτες Χώρες οι οποίες μάλιστα δεν ακολουθούν τους ευρωπαϊκούς κανόνες γεγονός που τις καθιστά ακόμη πιο ισχυρές και ωφελημένες στις διακυμάνσεις των τιμών αλουμινίου, καθιστώντας πιο ευάλωτες τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ως παραγωγούς αλλά και ως τελικούς αποδέκτες της συγκεκριμένης κρίσιμης πρώτης ύλης.
Στο μεταξύ, στην Κίνα η παραγωγή αλουμινίου σημειώνει υψηλά ρεκόρ. Ρεκόρ όμως σημειώνουν και οι εισαγωγές της Κίνας αλουμινίου από τη Ρωσία με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ευρωπαϊκή οικονομία. Στις ευνοημένες χώρες από μια νέα αναταραχή στην προμήθεια αλουμινίου περιλαμβάνονται οι Κίνα, Ινδία, Νοτιοανατολική Ασία, Τουρκία.
Το αλουμίνιο είναι ζωτικής σημασίας για μια σειρά στρατηγικών βιομηχανιών—από την αυτοκινητοβιομηχανία και την αεροδιαστημική έως τις κατασκευές, την οικοδομή, τη βιομηχανία αθλητικών ειδών, τη ναυπηγική, τη συσκευασία και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η Ε.Ε. βασίζεται σε εισαγωγές για πάνω από το 90% των αναγκών της σε αλουμίνιο, με το 8%-9% να προέρχεται από τη Ρωσία. Παρόλο μάλιστα που ορισμένες χώρες ισχυρίζονται ότι έχουν σταματήσει να αγοράζουν αλουμίνιο από τη Ρωσία, αυτό το μέταλλο εξακολουθεί να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην κάλυψη της ζήτησης της Ευρώπης για αλουμίνιο χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Κοστολογικές μεταβολές και αβεβαιότητες
Από την πλευρά τους οι Έλληνες ειδικοί του κλάδου του αλουμινίου τονίζουν σε δηλώσεις τους στη «Ν» πως «οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν προσαρμοστεί στις ευρωπαϊκές πολιτικές, μειώνοντας σημαντικά την εξάρτηση από το ρωσικό αλουμίνιο, αναλαμβάνοντας παράλληλα και το αντίστοιχο κόστος».
Ωστόσο τονίζουν πως «όλες οι ασκήσεις που γίνονται στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως, είναι στο πλαίσιο ενός πολύ σκληρού ανταγωνισμού, με τεράστιες αβεβαιότητες, που συνεπάγονται κοστολογικές μεταβολές σε όλη την αλυσίδα αξίας. Οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν εφαρμογή εκτός των ορίων της, γεγονός που συνεπάγεται διαφορετικά επίπεδα προσαρμογής και κατά συνέπεια ανταγωνιστικότητας με κάθε χώρα. Είναι ένα ιδιαίτερα κρίσιμο δεδομένο που απαιτείται η Ευρωπαϊκή Ένωση να αντιμετωπίσει άμεσα και αποτελεσματικά προστατεύοντας την Ευρωπαϊκή βιομηχανία». Και εν κατακλείδι «η διάσωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων μας έχει καθοριστική σημασία για τον κλάδο μας».
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, το 2022 η παραγωγή αλουμινίου (από ηλεκτρόλυση) ανήλθε στους 186.448 τόνοι και η παραγωγή αλουμινίου από επαναχύτευση υπολειμμάτων χυτηρίου ή απορριμάτων πρώτης φάσης καθετοποίησης (ανακύκλωση) ανήλθε στους 15.000 τόνους. Σύμφωνα με τη Metlen που είναι ένας από τους ισχυρούς πυλώνες της ελληνικής βιομηχανίας, με την Αλουμίνιο της Ελλάδας, η ετήσια δυναμικότητα παραγωγής πλέον ξεπερνά τους 190.000 τόνους σε αλουμίνιο και τους 860.000 τόνους σε αλουμίνα. Στο χάρτη των ευρωπαίων παραγωγών η Μetlen διαθέτει και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του πράσινου αλουμινίου αλλά και την ενεργειακή αυτάρκεια για την εξισορρόπηση του ενεργειακού κόστους παραγωγής σε σύγκριση με το διεθνή ανταγωνισμό.
To 2024 άφησε θετικό αποτύπωμα στις ελληνικές εταιρείες αλουμινίου και ο βασικός παράγοντας ήταν οι νέες τάσεις της κυκλικής οικονομίας. Οι παγκόσμιες προσπάθειες για τη μείωση της ρύπανσης από πλαστικές συσκευασίες οδηγούν σε αυξημένη ζήτηση για πλήρως ανακυκλώσιμα υλικά όπως το αλουμίνιο, γεγονός που ενισχύει τη ζήτηση με άμεση συνέπεια στις τιμές του τελικού προϊόντος.
Οι εταιρείες του κλάδου τονίζουν ότι ατενίζουν το μέλλον με συγκρατημένη αισιοδοξία, παρά τις συνεχείς προκλήσεις, όπως οι τιμές ενέργειας, οι συνεχιζόμενες γεωπολιτικές κρίσεις, τα υψηλά επιτόκια αναφοράς αλλά και η μεταβλητότητα των τιμών των μετάλλων. Αναφορικά με την προοπτική των ελληνικών εταιρειών του κλάδου, η ηγεσία της Ελληνικής Ένωσης Αλουμινίου έχει τονίσει πως οι εταιρείες, τόσο στον πρωτογενή τομέα παραγωγής αλουμινίου όσο και στον δευτερογενή τομέα, στην έλαση και τη διέλαση, έχουν σημαντική θέση στην ευρωπαϊκή αγορά. Τα προϊόντα του κλάδου είναι αναγνωρίσιμα και αποτελούν σε αρκετές περιπτώσεις σημείο αναφοράς. Υπάρχει ανταγωνιστική βιομηχανία και έχει θέση στη διεθνή αγορά. Ωστόσο απαιτούνται και επιπλέον χαρακτηριστικά για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του κλάδου.