Skip to main content

Νέος «Ψυχρός πόλεμος» με επίκεντρο την τεχνητή νοημοσύνη

REUTERS/Dado Ruvic/Illustration

Η «αιφνίδια» εμφάνιση της κινεζικής Deepseek στο «γήπεδο της AI, μπορεί να προκάλεσε παγκόσμια αναστάτωση, αλλά δεν είναι παρά ένα μόνο επεισόδιο στον νέο Ψυχρό Πόλεμο

Κίνα εναντίον ΗΠΑ ή Ουάσιγκτον κατά Πεκίνου: Η «μονομαχία» στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης (AI) μερικές φορές περιγράφεται ως «νέος Ψυχρός Πόλεμος, ένας νέος αγώνας εξοπλισμών», λέει ο Αλεξ Χάνα, διευθυντής ερευνών στο ανεξάρτητο Ινστιτούτο «DAIR», που ασκεί κριτική στη λεγόμενη Big Tech.

« Το 2017, η κινεζική ηγεσία διακήρυξε την παγκόσμια κυριαρχία της τεχνητής νοημοσύνης ως κρατικό στόχο. Δύο χρόνια αργότερα, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ακολούθησε το παράδειγμα του Πεκίνου, με παρόμοιο διάταγμα. «Ο τεχνολογικός ανταγωνισμός μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων θα είναι «η μεγάλη μονομαχία τα επόμενα χρόνια», προβλέπει ο πρώην επικεφαλής της Google, Ερικ Σμιντ.

Η «αιφνίδια» εμφάνιση της κινεζικής Deepseek στο «γήπεδο της AI, μπορεί να προκάλεσε παγκόσμια αναστάτωση, αλλά δεν είναι παρά ένα μόνο, επεισόδιο στον νέο τεχνολογικό Ψυχρό Πόλεμο.

Από οικονομικής άποψης άλλωστε, η παγκόσμια αγορά τεχνητής νοημοσύνης είχε ήδη εκτιμηθεί πώς θα φτάσει τα δύο τρισεκατομμύρια δολάρια ως το 2030, από μόλις  140 δισεκατομμύρια το 2023. Ενα πράγμα είναι μάλιστα σίγουρο: οι δύο υπερδυνάμεις της τεχνητής νοημοσύνης, ΗΠΑ και Κίνα δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα από τον ανταγωνισμό. Η Μεγάλη Βρετανία, το Ισραήλ και η Νότια Κορέα έχουν μια σοβαρή βιομηχανία τεχνητής νοημοσύνης, αλλά βρίσκονται πολύ πίσω. Οσο για την ΕΕ; Κινδυνεύει να χάσει το… τρένο, αν δεν ξοδεύει στο εξής κάπου 800 δισεκατομμύρια τον χρόνο, όπως προειδοποιεί η έκθεση Ντράγκι.

MAGA και Silicon Valley

Ο οικονομικός κόσμος αλλάζει. Η δημιουργία μιας νέας «χρυσής εποχής» στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως επιθυμεί ο πρόεδρος Τραμπ, θα απαιτήσει ένα ευρύ πρόγραμμα εκβιομηχάνισης και έναν ισχυρό ρόλο για το κράτος για την προώθηση μιας βιομηχανικής πολιτικής πρωτίστως στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, απαραίτητη  και για την εθνική ασφάλεια. Για να κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά (MAGA), το σχέδιο Τραμπ περιλαμβάνει την υποστήριξη των μεγάλων τεχνολογικών κολοσσών της Silicon Valley. Στην προσπάθεια επανεκβιομηχάνισης της Αμερικής, οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας έχουν κυρίαρχο βάρος στη διοίκηση της χώρας. Πρώην  υποστηρικτές των Δημοκρατικών, οι περισσότεροι από τους Magnificent Seven, στηρίζουν πλέον τον Τραμπ γιατί  τους υποσχέθηκε απορρύθμιση και περιορισμό κάθε ελέγχου.

Όλοι οι βασικοί διορισμοί του Τραμπ, σε σύγκριση με εκείνους της πρώτης θητείας του, είναι πολύ μακριά από το κατεστημένο του Ρεπουμπλικανικού κόμματος «Επικεφαλής», ο  δισεκατομμυριούχος Ελον Μασκ, λόγω της εμπειρίας του τόσο με την Tesla όσο και με τη SpaceX, κατανοεί καλύτερα από οποιονδήποτε τον ρόλο της κυβέρνησης στην προώθηση των επενδύσεων και της καινοτομίας.

Η νέα ομάδα φαίνεται να είναι ξεκάθαρη ότι για να ανταγωνιστεί την Κίνα πρέπει να αναπτύξει, όπως ο κύριος ανταγωνιστής της, τη βιομηχανική πολιτική και να αυξήσει τις δαπάνες των ΗΠΑ για την άμυνα και την τεχνολογία για να ενισχύσει ταυτόχρονα τις ιδιωτικές επενδύσεις.

Στρατηγική συμμαχία

Χάρη στη στρατηγική συμμαχία που σχηματίστηκε με τον Τραμπ, η μικρή ομάδα των CEO της υψηλής τεχνολογίας,  έχει τώρα την ευκαιρία να μεταφέρει τις δικές της φιλοσοφίες διαχείρισης στον κρατικό μηχανισμό. Με το αζημίωτο φυσικά. Οι περιουσίες που συσσωρεύονται από τους τεχνολογικούς κολοσσούς, προκαλούν συγκρίσεις με την Χρυσή Εποχή των αρχών του 20ου αιώνα και τον αμύθητο πλούτο των Ροκφέλερ, των Βάντερμπιλτ και των μεγάλων βιομηχανικών και τραπεζικών οικογενειών. Αλλά η πολιτική επιρροή των τότε «γιγάντων», ωχριά σε σύγκριση με τη σημερινή κατάσταση.

Όπως λέει μάλιστα ο Σέρβιν Πίσεβαρ, συνιδρυτής της Hyperloop που κατασκευάζει υπερηχητικές «κάψουλες» μεταφοράς επιβατών και εμπορευμάτων, «πρέπει να ξανασκεφτούμε τις λειτουργίες της κυβέρνησης υπό το φως των πρωτοφανών οικονομικών και τεχνολογικών εξελίξεων». Σύμφωνα με τον Πίσεβαρ, υπηρεσίες όπως η ταχυδρομική υπηρεσία, η NASA και το σωφρονιστικό σύστημα θα «ωφεληθούν πάρα πολύ από την εφευρετικότητα του ιδιωτικού τομέα».

Ο Μαρκ Ζάκερμπεγκ ,που προτιμάται από τους θαυματουργούς της τεχνολογίας, λέει μάλιστα πώς ο κρατικός μηχανισμός πρέπει να «επαναεφευρεθεί».

CIA και Big Tech

Λόγω του επαπειλούμενου νέου τεχνολογικιού «Ψυχρού Πολέμου», οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών και η Big Tech συνεργάζονται επίσης στενά. Όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας Κεν Κλιπενστάιν, στις 16 Ιανουαρίου, λίγο πριν το τέλος της διακυβέρνησης Μπάιντεν, υπογράφηκε η «Οδηγία 406» της Κοινότητας Πληροφοριών που καλεί τις υπηρεσίες κατασκοπείας των ΗΠΑ να «επεκτείνουν» τις συνεργασίες τους με ιδιωτικές εταιρείες , καθορίζοντας τους τρόπους εκμετάλλευσης των πληροφοριών και της τεχνογνωσίας.

Η Οδηγία όχι μόνο επιτρέπει τη στενότερη συνεργασία με τους ψηφιακούς κολοσσούς, αλλά εξουσιοδοτεί ρητά τις υπηρεσίες πληροφοριών να αναλαμβάνουν «ρίσκο» σε αυτές τις σχέσεις. «Η κοινότητα των Πληροφοριών των ΗΠΑ θεωρεί τις συμμαχίες και τις συνεργασίες ως στρατηγικό πλεονέκτημα και πολλαπλασιαστή ισχύος» για την αντιμετώπιση της «ποικιλομορφίας και του αυξανόμενου αριθμού απειλών εθνικής ασφάλειας», αναφέρεται στην Οδηγία 406.

«Η Κοιλάδα της Επιτήρησης»

Όπως γράφει ο  Ρωσο-Αμερικανός συγγραφέας Γιάσα Λεβίν στο βιβλίο του «Surveillance Valley» ( Η Κοιλάδα της Επιτήρησης), οι στρατιωτικοί στόχοι ήταν  κυρίως εκείνοι που οδήγησαν στη γέννηση της Silicon Valley, με το Πεντάγωνο και τη CIA να χρηματοδοτούν έργα τεχνολογίας και παρακολούθησης. Οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ προσπάθησαν από την αρχή να κατευθύνουν την ανάπτυξη της Silicon Valley για σκοπούς εθνικής ασφάλειας.

Είναι ευρέως γνωστό άλλωστε, ότι η Google γεννήθηκε χάρη σε επιχορηγήσεις από την υπηρεσία Πληροφοριών Defense Advanced Research Projects Agency (DARPA) και την NSA, για τη δημιουργία μιας ψηφιακής βιβλιοθήκης στο Διαδίκτυο.