Skip to main content

Ακμάζων Νότος, στάσιμος Βορράς: Mπορεί να αντέξει το μεσογειακό «θαύμα»;

SHUTTERSTOCK

Οι κάποτε προβληματικές χώρες της «περιφέρειας» κλέβουν την παράσταση του πάλαι ποτέ ισχυρού ευρωπαϊκού «πυρήνα»

Διαπιστώνοντας την αντιστροφή της οικονομικής μοίρας μεταξύ ευρωπαϊκού Νότου και ευρωπαϊκού Βορρά, οι Financial Times διερευνούν κατά πόσο η καλή πορεία των ευρω-μεσογειακών οικονομικών μπορεί να διαρκέσει και να παγιωθεί.

Οι κάποτε προβληματικές χώρες της «περιφέρειας» κλέβουν την παράσταση από τον πάλαι ποτέ ισχυρό ευρωπαϊκό «πυρήνα», συμπεριλαμβανομένου του Βελγίου, της Ολλανδίας, της Αυστρίας και της Γερμανίας, σημειώνουν οι FT.

Για 15 χρόνια έως και την πανδημία, το γερμανικό ΑΕΠ αυξανόταν κατά μέσο όρο 1,5% ετησίως, ενώ το ΑΕΠ των τεσσάρων νοτίων κρτατών της ΕΕλ, μόλις κατά 0,3% (Μ.Ο).

Όμως από το 2020 και μετά, η Ισπανία, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα μεγεθύνονται κατά μέσο όρο με 1,3% ετησίως και οι τέσσερις οικονομίες είναι σχεδόν κατά 6% μεγαλύτερες από ό, τι στην αρχή της πανδημίας.

Στο μεταξύ, στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, τη Γερμανία, δεν παρατηρείται καμία αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας τα τελευταία τέσσερα χρόνια και η Bundesbank έχει προειδοποιήσει ότι αυτή η στασιμότητα μπορεί να διαρκέσει ακόμη και ολόκληρο το 2025.

Αντίθετα, η Κομισιόν αναμένει ότι η Ισπανία και η Ελλάδα θα αναπτυχθούν κατά 2,3% φέτος, η Πορτογαλία κατά 1,9% και η Ιταλία κατά 1 τοις εκατό.

Η «υπεραπόδοση» θα συνεχιστεί

Ο Νταβίντ Ονέλια (Davide Oneglia), οικονομολόγος της GlobalData θεωρεί ότι τα καλά νέα από τον Νότο θα συνεχιστούν.

«Οι μεσογειακές χώρες είναι λιγότερο εκτεθειμένες σε πιθανούς δασμούς των ΗΠΑ» και εξακολουθούν να επωφελούνται από μεγάλα κονδύλια σύγκλισης της ΕΕ, λέει ο Ονέλια που ως εκ τούτου εκτιμά ότι η «υπεραπόδοση» του Νότου θα συνεχιστεί.

Ο ευρωπαϊκός Νότος εξαρτάται λιγότερο από την πληττόμενη μεταποίηση σε σχέση με τις χώρες του «πυρήνα», όπως η Γερμανία, όπου οι τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας και των χημικών είναι κυρίαρχες δυνάμεις, αναφέρουν οι Financial Times.

Ένα άλλο σημείο αισιοδοξίας είναι ο τουρισμός, ο οποίος ενισχύθηκε από τη συσσωρευμένη ζήτηση για ταξίδια και τις υψηλότερες αποταμιεύσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Στην Ισπανία και στην Ελλάδα, οι αφίξεις τουριστών αυξάνονταν με διψήφιους ρυθμούς το 2024 σε ετήσια βάση.

Αγκάθια, σκεπτικιστές και αισιόδοξοι

Ωστόσο, οι μεσογειακές χώρες της ευρωζώνης -ιδίως η Ιταλία και η Ελλάδα- συνεχίζουν να επιβαρύνονται από υψηλό δημόσιο χρέος, αποστεωμένες αγορές εργασίας, άφθονη γραφειοκρατία και γήρανση του εργατικού δυναμικού.

Η έκρηξη του τουρισμού έχει επίσης οδηγήσει σε ανησυχίες σχετικά με τον υπερτουρισμό σε ορισμένες δημοφιλείς περιοχές. Αυτό οδηγεί ορισμένους οικονομολόγους να αναρωτιούνται εάν η τρέχουσα ανάπτυξη συνιστά μια πιο μόνιμη μετατόπιση ή απλώς μια βραχυπρόθεσμη αναλαμπή.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, Γιοργκ Κράμερ (Jörg Krämer), αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό το ενδεχόμενο αυτή η «άνω του μέσου όρου ανάπτυξη των χωρών στο νότο της νομισματικής ένωσης να συνεχιστεί για πολύ ακόμη», υποστηρίζοντας ότι τα διαρθρωτικά προβλήματα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άλυτα.

Απεναντίας ο Κριστιάν Σουλτς, οικονομολόγος της Citi, εκτιμά ότι «οι υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης… καθοδηγούνται από πραγματικές βελτιώσεις στις οικονομίες των μεσογειακών χωρών», επισημαίνοντας στοιχεία όπως οι επί σειρά ετών χαμηλότερες του μέσου όρου αυξήσεις στις τιμές και τους μισθούς αλλά και ορισμένες περιορισμένες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.

«Η υστέρηση κατά 30 τοις εκατό στο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος που υπήρχε την πρώτη δεκαετία της νομισματικής ένωσης έχει αντισταθμιστεί», προσθέτει.

Για αυτούς τους λόγους, δηλώνει σίγουρος ότι η αντίστροφη τάση αντικατοπτρίζει κάτι πιο ριζικό από την πρόσκαιρη γερμανική αδυναμία.

Οι νότιες χώρες, πολλές από τις οποίες είχαν κάποτε λάβει τεράστια πακέτα διάσωσης, έχουν μετατραπεί τώρα σε «άγκυρα σταθερότητας» για την Ευρώπη, λέει ο Σουλτς.

Ο ρόλος των Βρυξελλών

Ωστόσο η παρούσα οικονομική «τύχη» των κάποτε προβληματικών χωρών της Ευρώπης μπορεί εν μέρει να πιστωθεί και στις ίδιες τις Βρυξέλλες: Το επενδυτικό πρόγραμμα 800 δισεκατομμυρίων ευρώ που ξεκίνησε η ΕΕ κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μέσω του λεγόμενου NextGenerationEU, παρέχονται στα κράτη -μέλη κεφάλαια για επενδύσεις σε μεταφορές και ψηφιακές υποδομές, παραγωγή πράσινης ενέργειας, έρευνα και ανάπτυξη, με αντάλλαγμα διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας.

Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία και Ελλάδα είναι οι κύριοι αποδέκτες. Αν και οι τέσσερις χώρες αντιπροσωπεύουν αθροιστικά μόλις το 28% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, αναμένεται να λάβουν το 78 % όλων των κεφαλαίων του προγράμματος, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ.

Οι FΤ φέρνουν ως παράδειγμα τα 25 δισεκατομμύρια ευρώ από κονδύλια του NextGenEU που χρησιμοποιούνται στην Ιταλία για μια σημαντική αναβάθμιση του σιδηροδρομικού δικτύου, και σημειώνει ότι για να »ξεκλειδώσει τα κονδύλια, η Ιταλία χρειάστηκε να προβεί σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση και το δικαστικό της σύστημα».

Παραθέτουν επίσης δηλώσεις του διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα:

«Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι Βρυξέλλες είναι πιο σημαντικές από τα ίδια τα χρήματα, υποστηρίζει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. ‘Εάν εφαρμοστούν, οι μεταρρυθμίσεις θα βελτιώσουν τις βασικές λειτουργίες του κράτους καθώς θα μειώσουν τη γραφειοκρατία και την αναποτελεσματικότητα και θα βελτιώσουν το δικαστικό σύστημα», λέει

Η ενεργειακή έκρηξη της Ισπανίας

Από όλες τις πρώην χώρες με κρίση χρέους, η Ισπανία είναι αυτή που έχει αναδειχθεί στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικονομία με τις καλύτερες επιδόσεις τον τελευταίο καιρό. Το 2024, το ΑΕΠ της αυξήθηκε κατά 3,1% και η κεντρική της τράπεζα προβλέπει άλλο ένα 2,5% για φέτος. Η αναπτυξιακή έκρηξη τροφοδοτείται εν μέρει από την αύξηση των επενδύσεων σε αιολικά και ηλιακά πάρκα. Η Ισπανία προσέλκυσε 33 δισεκατομμύρια δολάρια άμεσων ξένων επενδύσεων μόνο μεταξύ Ιανουαρίου και Νοεμβρίου 2024, ποσό που είχε λάβει ολόκληρο το 2023

Στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η Ισπανία είδε 54 νέα έργα την ίδια περίοδο του 2024, καταλαμβάνοντας έτσι την τρίτη θέση πίσω από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο!

Στην Ισπανία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσωπεύουν το 56 τοις εκατό της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής. Με πλεονεκτήματα: άφθονο ήλιο, άφθονο άνεμο και μια σχετικά αραιοκατοικημένη ύπαιθρο.

Ως αποτέλεσμα, το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας είναι χαμηλότερο από ό,τι σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ, όφελος που προσελκύει ολοένα και περισσότερο επιχειρήσεις «που διψούν για ενέργεια».

Ετσι τον Μάιο, η Amazon Web Services ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει σχεδόν 16 δισ. ευρώ για να επεκτείνει τα υπάρχοντα data centers στην Ισπανία, ενώ Moeve διέθεσε πάνω από 3 δισ. ευρώ για επενδύσεις σε υποδομές υδρογόνου στην Ανδαλουσία.

Και υπάρχουν πολλέρς εταιρείες που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους, τροφοδοτώντας μια νέα εποχή ευημερίας για τη νότια Ευρώπη, καθώς η ενεργειακή μετάβαση επιταχύνεται.

«Οι εταιρείες έντασης ενέργειας στο παρελθόν επέλεγαν βάσεις στη βόρεια Γερμανία και την Ολλανδία όπου το φυσικό αέριο ήταν το φθηνότερο», λέει ο Μάρτεν Βέτσελαρ, διευθύνων σύμβουλος της Moeve που βλέπει ότι όσο η βιομηχανία θα χρειάζεται να καταναλώνει πιο πράσινη ενέργεια τόσο πιο νότια θα μετακομίζει, ξεχωρίζοντας πάντως τη νότια Ισπανία και την Πορτογαλία ως πιθανές επιλογές.

Ο παράγων «μετανάστες»

Αλλά η δημιουργία θέσεων εργασίας απαιτεί και κατάλληλους εργαζόμενους. Ετσι για να διατηρήσει την οικονομία της σε κίνηση, η Μαδρίτη βασίζεται σε ξένους εργάτες. Τα τελευταία τρία χρόνια, 700.000 μετανάστες σε ηλικία εργασίας, πολλοί από την ισπανόφωνη Λατινική Αμερική, έχουν εισέλθει στο εργατικό δυναμικό της Ισπανίας.

«Και υπάρχουν ακόμη 150.000 κενές θέσεις εργασίας στην Ισπανία» σύμφωνα με δηλώσεις του πρωθυπουργού Σάντσεθ που ζητεί από την Ευρώπη «να οικοδομήσει έναν θετικό λόγο για τη μετανάστευση».

Αν και πολλοί οικονομολόγοι είναι ενθουσιασμένοι με την ανάπτυξη των χωρών του μεσογειακού Νότου, υπάρχουν και οι σκεπτικιστές που προειδοποιούν ότι οι παράγοντες που οδηγούν στην «υπεραπόδοση» μπορεί να είναι απλώς προσωρινοί.

Επισημαίνουν για παράδειγμα την έκρηξη στον τομέα ανακατασκευής σπιτιών (και το παρεπόμενο αναπτυξιακό «μπουμ» που αυτό πυροδότησε.

Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που με πλούσιες επιδοτήσεις για ανακαινίσεις και βελτιώσεις ενεργειακής απόδοσης.

Με το «σύστημα υπερμπόνους», οι ιδιοκτήτες κατοικιών μεταξύ 2020 και 2023 μπορούσαν να αφαιρέσουν το 110% του κόστους της εργασίας από τους φορολογικούς τους λογαριασμούς.

Το επίμαχο πρόγραμμα εκτιμάται ότι κόστισε στο ιταλικό δημόσιο ταμείο 220 δισ. ευρώ από την έναρξή του. Αλλά ενώ έδωσε ώθηση στον κατασκευαστικό τομέα, οι επικριτές υποστηρίζουν ότι ενθάρρυνε την απάτη, έθεσε τα δημόσια οικονομικά σε σοβαρή πίεση και οδήγησε σε υπερβολικές δαπάνες.

Ο φόβος του γερμανικού ντόμινο

Ένας άλλος διαδεδομένος φόβος είναι ότι η κρίση στη γερμανική βιομηχανία θα παρασύρει τις νότιες χώρες.

Για παράδειγμα, η βόρεια βιομηχανική καρδιά της Ιταλίας φιλοξενεί πολλούς κατασκευαστές που προμηθεύουν εξαρτήματα σε γερμανικές μάρκες. «Η Ιταλία εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη ζήτηση που δημιουργεί ο γερμανικός τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Ο Φρανσέσκο Τζιαβάζι, πρώην σύμβουλος του Μάριο Ντράγκι, προειδοποιεί ότι «ο θάνατος του γερμανικού κλάδου αυτοκινήτων» θα είναι «ένα μεγάλο σοκ» για τους Ιταλούς κατασκευαστές.

Τέλος στην Ελλάδα, σημειώνουν οι FT, παρά τα χρόνια ανάπτυξης, η οικονομική παραγωγή εξακολουθεί να είναι κατά ένα πέμπτο κάτω από το ανώτατο όριο που είχε φθάσει το 2008, αφού προσαρμοστεί για τον πληθωρισμό. Οι μισθοί και οι συντάξεις παραμένουν επίσης πολύ κάτω από τα επίπεδα προ κρίσης, ενώ ένα εντυπωσιακό 67% των Ελλήνων θεωρεί τον εαυτό του «φτωχό» και οι αναλυτές προειδοποιούν ότι η χώρα παράγει μια νέα τάξη «εργαζομένων φτωχών», εκείνων που έχουν θέσεις πλήρους απασχόλησης, αλλά δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, ειδικά σε ακριβές πόλεις όπως η Αθήνα όπου το κόστος στέγασης έχει εκτοξευθεί.