Skip to main content

Για τρίτη χρονιά σε οικονομική «ξηρασία» η Γερμανία

REUTERS/Annegret Hilse

Η Γερμανία έχει μετατραπεί για άλλη μια φορά από «ατμομηχανή» σε «ασθενή της Ευρώπης»

«Νέο έτος χωρίς νέα αρχή – άλλο ένα έτος χωρίς ανάπτυξη»: Καταπέλτης η Handelsblatt , ανήμερα την Πρωτοχρονιά. «Τρία χρόνια χωρίς οικονομική ανάπτυξη – αυτό δεν έχει ξαναγίνει στη γερμανική ιστορία», γράφει η γερμανική οικονομική εφημερίδα.

Μόνο άσχημα μαντάτα έχουν να περιμένουν άλλωστε οι Γερμανοί τη νέα -εκλογική για τη χώρα -χρονιά.

Στη νέα του οικονομική πρόβλεψη, το Ερευνητικό Ινστιτούτο της Handelsblatt (HRI) εκτιμά ότι η γερμανική οικονομία θα συρρικνωθεί επίσης κατά 0,1% το νέο έτος. Μετά από μια πτώση 0,3% το 2023 και μια συρρίκνωση 0,2 % το 2024, η φετινή θα είναι η τρίτη μείωση στη σειρά.

Δεν υπήρξε ποτέ τόσο μακρά περίοδος «ξηρασίας» στη γερμανική ιστορία.Πριν από περισσότερα από 20 χρόνια, το 2002 και το 2003, η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε για δύο συνεχόμενα χρόνια για πρώτη φορά. Και το αρνητικό αυτό ρεκόρ σπάει το 2025. «Η γερμανική οικονομία βρίσκεται στη μεγαλύτερη κρίση της στη μεταπολεμική ιστορία. Η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός έχουν κάνει τους Γερμανούς φτωχότερους, κατά μέσο όρο», λέει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Handelsblatt,Μπερτ Ρέρουπ.Και το χειρότερο: Δεν διαφαίνεται άμεση βελτίωση «καθώς η εθνική οικονομία βρίσκεται στην αρχή μιας ισχυρής φάσης γήρανσης».

Η Γερμανία έχει μετατραπεί για άλλη μια φορά από «ατμομηχανή» σε «ασθενή της Ευρώπης», όπως στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Και οι δύο χαρακτηρισμοί επισημαίνουν τουλάχιστον ένα προφανές γεγονός: τη σημασία της κατάστασης της υγείας μιας χώρας που φιλοξενεί το 19% του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της οποίας η οικονομία ζυγίζει σχεδόν το 27% της ευρωζώνης – μιας χώρας που, Επιπλέον, βρίσκεται στο γεωγραφικό κέντρο της Ένωσης. Προς το παρόν, η Ευρώπη φαίνεται να προχωρά  χωρίς τη Γερμανία.

Το ερώτημα παραμένει: μπορεί η Γερμανία να γίνει και πάλι η ατμομηχανή της Ευρώπης;

Τελευταία και καταϊδρωμένη

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τοποθετεί τη Γερμανία στην 39η θέση μεταξύ των 41 προηγμένων οικονομιών, όσον αφορά την ανάπτυξη. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου, η οικονομία βρίσκεται σε αδιέξοδο εδώ και πέντε χρόνια

Η οικονομική κατάσταση βρίσκεται φυσικά  στην κορυφή της λίστας με τις ανησυχίες των Γερμανών ψηφοφόρων που καλούνται πρόωρα στις κάλπες στα τέλη Φεβρουαρίου, μετά την  καταψήφιση της κυβέρνησης του Ολαφ Σολτς στην Ομοσπονδιακή Βουλή.

Σε μια έρευνα του Δεκεμβρίου, το 32% των ερωτηθέντων έθεσε την οικονομία στην πρώτη θέση των ανησυχιών,πριν από τη μετανάστευση , την ενέργεια και το κλίμα, τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας.

Στη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης εμπιστοσύνη στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς, ο Πράσινος υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ υπογράμμισε ότι η γερμανική οικονομία ουσιαστικά δεν έχει αναπτυχθεί από το 2018. Η συνολική οικονομική παραγωγή και οι εξαγωγές είναι λίγο πολύ στα ίδια επίπεδα με το 2019, προειδοποιεί το ινστιτούτο Leibnitz.

«Πολύ λίγες επενδύσεις , πάρα πολλή γραφειοκρατία , πολύ υψηλό τοπικό κόστος : η γερμανική οικονομία είναι μπλοκαρισμένη. Χάνει την επαφή με την Ευρώπη και διεθνώς», συνόψισε ο Μάρτιν Βανσλίμπεν, γενικός διευθυντής του Γερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (Dihk), σχολιάζοντας τα αποτελέσματα έρευνας που διεξήγαγε ο οργανισμός του. Το 2025 θα είναι «η τρίτη συνεχόμενη χρονιά χωρίς πραγματική αύξηση του ΑΕΠ.

Αποβιομηχάνιση

«Διαρθρωτικά προβλήματα όπως η αύξηση των τιμών της ενέργειας στη Γερμανία, η γήρανση του εργατικού δυναμικού και η έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων δεν είναι εύκολο να επιλυθούν», προειδοποιεί ο Όλιβερ Χολτεμίλερ, επικεφαλής του τμήματος μακροοικονομίας και αντιπρόεδρος του ινστιτούτου IWH.

Κάπου 25.000 επιχειρηματίες που ερωτήθηκαν από το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο φοβούνται ότι η Γερμανία, η «ατμομηχανή της Ευρώπης» είναι πλέον μια «ωχρή ανάμνηση». Μόνο το 19% είναι αισιόδοξο. Περισσότεροι από ένας στους δύο ερωτηθέντες πιστεύουν ότι η αβεβαιότητα της οικονομικής πολιτικής (57%), το κόστος εργασίας (54%) ή οι ελλείψεις ειδικευμένου εργατικού δυναμικού (51%) αποτελούν εκρηκτικούς επιχειρηματικούς κινδύνους. Παρά την  μείωση σχεδόν το κατά 50% στις  τιμές της ενέργειας και των πρώτων υλών , εξακολουθούν να αποτελούν πρόβλημα.«Τα σημάδια αποβιομηχάνισης γίνονται όλο και πιο εμφανή. Η έλλειψη επενδύσεων δείχνει ότι η βάση δημιουργίας βιομηχανικής αξίας μειώνεται», προειδοποιεί ο Βανσλίμπεν.

«Για μια γηράσκουσα κοινωνία που θέλει να αντιμετωπίσει προκλήσεις όπως η απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές της οικονομίας, η αύξηση της παραγωγικότητας είναι η μόνη διέξοδος. Αυτό όμως απαιτεί σημαντικά μεγαλύτερες επενδύσεις».

Εμπόδιο το φρένο χρέους

Το λεγόμενο «το φρένο χρέους» -το ανώτατο όριο δανεισμού του δημοσίου στο 0,35% του ΑΕΠ  που χρονολογείται από την εποχή της Μέρκελ το 2009-, οδήγησε σε χρόνια αποεπένδυση. Πολλοί οικονομολόγοι βλέπουν το φρένο αυτό ως το σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη και την αιτία πίσω από την κατάρρευση.

Την ίδια ώρα, η κινεζική οικονομική αδυναμία και οι απειλές από τις ΗΠΑ για  επιβολή τελωνειακών δασμών, επιδεινώνουν πολύ την κατάσταση.

Η Γερμανία, έντονα επικεντρωμένη στη μεταποίηση και προσανατολισμένη στις εξαγωγές, τιμωρείται από την παγκόσμια κατάσταση. Η Κίνα δεν έχει επιτύχει τον στόχο ανάπτυξης του 5% και η κρίση των ακινήτων συνεχίζει να επιβαρύνει τα οικονομικά της, τιμωρώντας επίσης τις εισαγωγές από τη Γερμανία.

Η παραγωγή της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας έχει σημειώσει ιδιαίτερα δραματική πτώση. Οι Γερμανοί κατασκευαστές έχουν χάσει την ανταγωνιστικότητα τους σε σύγκριση με τους κινέζους.

Μεγάλες απολύσεις

Σύμφωνα με το Dihk, μόνο μία στις πέντε εταιρείες αναμένει αύξηση των εξαγωγών και σχεδόν το ένα τρίτο αναμένει μείωση.

Το ένα τέταρτο όλων των εταιρειών που μετείχαν στην έρευνα, θέλει να μειώσει τον αριθμό των εργαζομένων , σε σύγκριση με το ένα δέκατο που σχεδιάζει να προσλάβει. Σε ορισμένες περιπτώσεις συμβαίνει ήδη καθώς ο αριθμός των απολύσεων διογκώνεται .

Λίγο πριν τα Χριστούγεννα, η IG Metall στη VW κατάφερε να αποτρέψει το κλείσιμο εργοστασίων και τις απολύσεις για λειτουργικούς λόγους, αλλά με μεγάλη δυσκολία. Είναι εντελώς ασαφές εάν θα μπορέσει να το κάνει και στην Thyssenkrupp. Μόνο η έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων εξακολουθεί να εξασφαλίζει μια σχετικά σταθερή αγορά εργασίας.

Η επιβράδυνση επηρεάζει επίσης όλο και περισσότερο τις συναφείς υπηρεσίες και ολόκληρη την αγορά εργασίας. Αντιμέτωπες με την ανασφάλεια της διατήρησης της δουλειάς τους, οι οικογένειες αποταμιεύουν περισσότερα, μειώνοντας την εσωτερική ζήτηση.

Ακόμη και μετά τις εκλογές «δεν αναμένεται ισχυρή ανάκαμψη», προειδοποιεί ο Χόλτεμίλερ . Ειδικά αν συνεχιστούν οι περικοπές θέσεων εργασίας μεγάλης κλίμακας και αυτό οδηγήσει σε παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο. Οι αναλυτές του ινστιτούτου IfW είναι επίσης απαισιόδοξοι, προβλέποντας ποσοστό ανεργίας 6,3% το επόμενο έτος (το 2023 ήταν 5,7%), ενώ το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών δεν θα αυξάνεται πλέον, εμποδίζοντας την ιδιωτική κατανάλωση.

Οι διαδρομές εξόδου

Η Γερμανική Βιομηχανική Ομοσπονδία (BDI) ελπίζει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ξεκινώντας με μείωση των φορολογικών βαρών για τις επιχειρήσεις και ακυρώνοντας την εισφορά αλληλεγγύης για την εθνική επανένωση και την αντιστάθμιση του εμπορικού φόρου με εταιρικό φόρο.

Οι βιομήχανοι ζητούν επίσης κρατικά μπόνους για την ενθάρρυνση επενδύσεων και δημόσιες επενδύσεις τουλάχιστον 315 δισ. ευρώ για την ανακαίνιση κτιρίων, τις μεταφορές, την εκπαίδευση και την πρόοδο στη διοικητική ψηφιοποίηση και τη μείωση της γραφειοκρατίας.

Το Ifo του Μονάχου με τη σειρά του κρίνει απαραίτητο ένα «πακέτο» που αποτελείται από μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις, λιγότερη γραφειοκρατία και ενεργειακό κόστος, επέκταση των ψηφιακών υποδομών και αύξηση της προσφοράς εργασίας, επίσης μέσω της μεγαλύτερης συμμετοχής των ηλικιωμένων και των γυναικών ή ευκολότερη μετανάστευση ειδικευμένων εργαζομένων.