Άλλη μία δύσκολη χρονιά για τους διευθύνοντες συμβούλους πλησιάζει στο τέλος της. Αλλά μέσα από προκλήσεις και εμπόδια κάποιοι ξεχώρισαν. Και ένας περισσότερο από όλους.
Μια σειρά από κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, από την Ινδία έως τις ΗΠΑ, έριξαν ένα πέπλο αβεβαιότητας στο 2024, ενώ οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή κράτησαν τη γεωπολιτική στο επίκεντρο. Η οικονομία της Κίνας επιβραδύνθηκε, ενώ της Ευρώπης συνέχισε να παραπαίει. Ο ενθουσιασμός για την τεχνητή νοημοσύνη (AI) συνοδεύτηκε από επίμονες ανησυχίες σχετικά με τον ρυθμό υιοθέτησής της και τους κινδύνους της περαιτέρω εξέλιξής της.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον όμως, το 2024, για κάποιος ήταν μια ξεκάθαρη επιτυχία. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, ο Economist εξέτασε ποιος διευθύνων σύμβουλος είχε την πιο θεαματική επίδοση. Ξεκίνησε και πάλι εξετάζοντας τις συνολικές αποδόσεις των μετόχων, σε σχέση με τους μέσους όρους του κλάδου, για εισηγμένες εταιρείες στον δείκτη S&P 1200, που περιλαμβάνει τις πιο πολύτιμες εταιρείες στον κόσμο εκτός Κίνας και Ινδίας.
Η δεκάδα που ξεχώρισε
Στη λίστα αυτή με αύξουσα σειρά αποδόσεων μετόχων, περιλαμβάνονται: Ο Ζαν Κρίστοφερ Τελιέ, μιας βελγικής βιοτεχνολογικής εταιρείας· ο Ρικ Σμιθ της Axon Enterprise, μιας αμερικανικής κατασκευάστριας καμερών σώματος και tasers για την αστυνομία· ο Τάιλερ Γκλόβερ της Texas Pacific Land, μεγαλοϊδιοκτήτης γης στο Τέξας· ο Γκέιρ Χαόι της Kongsberg, μιας νορβηγικής εταιρείας άμυνας· ο Χιρότα Γιασουχίτο της Asics, μιας ιαπωνικής εταιρείας αθλητικών παπουτσιών· ο Ιζουμισάουα Σεΐτζι της Mitsubishi Heavy Industries, μιας ιαπωνικής εταιρείας κατασκευής εξοπλισμού ενέργειας και όπλων· ο Τζένσεν Χουάνγκ της Nvidia, του κολοσσού των chip για AI· ο Τζιμ Μπούρκε της Vistra Corp, μιας εταιρείας παραγωγής ενέργειας στο Τέξας· ο Κρίστιαν Μπρουχ της Siemens Energy, της γερμανικής εταιρείας ενεργειακού εξοπλισμού· και ο Άλεξ Καρπ της Palantir, μιας αμερικανικής εταιρείας ανάλυσης δεδομένων.
Ένα όνομα λείπει εμφανώς: ο Έλον Μασκ. Η συμμαχία του με τον Ντόναλντ Τραμπ αποδείχθηκε θεαματικό στρατηγικό πλεονέκτημα. Η συνδυασμένη αξία των έξι εταιρειών όπου είναι de facto επικεφαλής—Tesla, SpaceX, X, XAI, Neuralink και Boring Company—αυξήθηκε περίπου κατά 90% το 2024, με τη συντριπτική πλειονότητα των κερδών αυτών να σημειώνονται μετά τις αμερικανικές εκλογές στις 5 Νοεμβρίου. Παρότι αυτό αντιπροσωπεύει τη δημιουργία αξίας 900 δισ. δολαρίων για τους μετόχους, η ποσοστιαία αύξηση δεν ήταν αρκετή για να μπει ο Musk στη δεκάδα του Economist.
Ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της λίστας, όπως χαρακτηρίζει το βρετανικό περιοδικό, είναι το πόσο τυχεροί υπήρξαν πολλοί από αυτούς τους διευθύνοντες συμβούλους. Από τον πόλεμο μέχρι την επανάσταση της AI και την εκλογή του Τραμπ, παράγοντες εκτός του ελέγχου τους εκτόξευσαν την αξία των εταιρειών τους. Ο Economist περιόρισε τη λίστα αποκλείοντας τρεις περιπτώσεις όπου η τύχη, περισσότερο από την ικανότητα, φαίνεται να έπαιξε καθοριστικό ρόλο…
Τυχεροί, τοξικοί και άλλοι που απορρίφθηκαν
Η Vistra και η Texas Pacific Land ωθήθηκαν κυρίως από τις προσδοκίες ότι τα ενεργοβόρα κέντρα δεδομένων AI θα ενισχύσουν τη ζήτηση. Η Axon ευνοήθηκε από τη νίκη του Τραμπ και τη ρητορική του για τη στρατιωτικοποίηση των ομοσπονδιακών σωμάτων ασφαλείας. Επιπλέον ο Σμιθ της Axon φέρεται να προΐσταται μιας τοξικής εργασιακής κουλτούρας, όπου, μεταξύ άλλων, υπάλληλοι δέχθηκαν ηλεκτροσόκ με taser. Αν και η εταιρεία ισχυρίζεται ότι οι εργαζόμενοι συμμετείχαν εθελοντικά και είχαν ληφθεί μέτρα ασφαλείας, δεν είναι και η καλύτερη εικόνα για έναν CEO.
O Economist απέρριψε ακόμη δύο διευθύνοντες συμβούλους λόγω αβεβαιότητας σχετικά με τη βιωσιμότητα της απόδοσής τους. Μέρος της πρόσφατης επιτυχίας της Asics οφείλεται στο Onitsuka Tiger, μια σειρά παπουτσιών που έχει γίνει εξαιρετικά δημοφιλής στη Gen Z. Αν οι πωλήσεις συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό το 2025, ο Χιρότα μπορεί να έχει μια ευκαιρία για την κορυφή. Προς το παρόν, όμως, η ανάπτυξη της εταιρείας εξαρτάται υπερβολικά από τις τάσεις του TikTok. Όσο για την UCB, η άνοδός της οφείλεται κυρίως στο Bimzelx, μια αντιφλεγμονώδη θεραπεία που έκανε θραύση στις ΗΠΑ στα τέλη του 2023. Μέχρι τότε, οι μετοχές της UCB είχαν ελάχιστα αυξηθεί κατά τη διάρκεια της θητείας του Τελιέ, που ξεκίνησε το 2015. Θα πρέπει να αποδείξει ότι έχει διάρκεια.
Δύο ακόμη υποψήφιοι αποκλείστηκαν εξαιτίας της προηγούμενης απόδοσής τους. Η εκτίναξη της μετοχής της Siemens Energy αντικατοπτρίζει εν μέρει την ανάκαμψή της από μια άθλια χρονιά το 2023, κατά την οποία η εταιρεία προχώρησε σε διαγραφή αξίας 2 δισ. δολαρίων από τον τομέα ανεμογεννητριών και έλαβε κρατική διάσωση από τη γερμανική κυβέρνηση. Ο Μπρουχ, που ανέλαβε τη θέση του CEO το 2020, αποκλείστηκε από τη λίστα μας εξαιτίας αυτού. Ο Χουάνγκ, αντίθετα, αποκλείστηκε επειδή η απόδοσή του το 2023 ήταν υπερβολικά καλή. Σε τέτοιο βαθμό που του χάρισε τον τίτλο του καλύτερου CEO εκείνης της χρονιάς. Η ανάπτυξη της Nvidia το 2024, αν και εξακολουθεί να είναι ταχεία, άρχισε να επιβραδύνεται και δεν υπερβαίνει πλέον τις προσδοκίες των αναλυτών όπως παλαιότερα.
Οι τρεις εναπομείναντες υποψήφιοι θα μπορούσαν λογικά να διεκδικήσουν τον τίτλο του καλύτερου CEO για το 2024. Στην Kongsberg, ο κ. Χαόι επωφελήθηκε από την αύξηση των παραγγελιών για συστήματα όπλων, αλλά μπορεί επίσης να διεκδικήσει τα εύσημα για την επιτυχημένη ενσωμάτωση της Rolls-Royce Marine, μιας μεγάλης και ριψοκίνδυνης εξαγοράς που έκανε το 2019 και συνέβαλε στην ανάπτυξη της εταιρείας. Ο Ιζουμισάουα, που πρόκειται να αποχωρήσει το 2025, μεταμόρφωσε τη Mitsubishi Heavy Industries από έναν διογκωμένο όμιλο επικεντρωμένο σε εξοπλισμό ορυκτών καυσίμων σε μια ευέλικτη επιχείρηση με ισχυρά πλεονεκτήματα στην πράσινη ενέργεια και την άμυνα.
Μεταξύ των φιναλίστ, ωστόσο, ξεχωρίζει ο Καρπ της Palantir. Κατά τη διάρκεια του 2024, η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας του εκτοξεύθηκε από τα 36 δισ. δολάρια σε πάνω από 180 δισ. δολάρια. Η απόδοση είναι εντυπωσιακή. Η Palantir επεκτείνεται ραγδαία, με τους αναλυτές να αναμένουν αύξηση εσόδων κατά 26% το 2024, δέκα ποσοστιαίες μονάδες πάνω από την προηγούμενη χρονιά. Παράλληλα, η κερδοφορία της έχει αυξηθεί σημαντικά, με τα λειτουργικά περιθώρια να διπλασιάζονται στο 15% κατά τους 12 μήνες έως τον Σεπτέμβριο του 2024. Ως ένδειξη της ανόδου της, η Palantir προστέθηκε στον δείκτη S&P 500 των πιο πολύτιμων εταιρειών της Αμερικής τον Σεπτέμβριο.
Ποια είναι η Palantir
Ο Καρπ συνίδρυσε την Palantir μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, με στόχο την πώληση λογισμικού που βοηθά στην ανεύρεση τρομοκρατών. Σήμερα κατασκευάζει προηγμένα εργαλεία για την επίλυση δύσκολων προβλημάτων για μια ευρεία γκάμα πελατών, συχνά αντλώντας και επεξεργαζόμενη μεγάλους όγκους δεδομένων από πολλαπλές πηγές. Αυτά μπορεί να είναι λογισμικά για την παρακολούθηση μιας γραμμής παραγωγής ή συστήματα πληροφοριών μάχης για έναν στρατό.
Οι μηχανικοί της συχνά εργάζονται επιτόπου για να κατανοήσουν καλύτερα τις ανάγκες των πελατών. Η γενετική ή παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη (generative AI) έδωσε στην εταιρεία μια πρόσθετη ώθηση, καθώς οι πελάτες προσπαθούν να συνδέσουν την τεχνολογία με τα εσωτερικά τους δεδομένα.
Ο κίνδυνος για τον Καρπ τώρα είναι ότι οι προσδοκίες έχουν εκτοξευθεί στα ύψη. Ο δείκτης τιμής προς κέρδη της εταιρείας του, ένα μέτρο για το πόσο υψηλά εκτιμούν οι επενδυτές τα κέρδη της, έφτασε πρόσφατα το 150, πολύ πάνω από τον μέσο όρο του 22 για τις εταιρείες του S&P 500. Η τόσο υψηλή αποτίμηση έχει ως αποτέλεσμα μόνο το 14% των αναλυτών που καλύπτουν τη μετοχή να πιστεύουν ότι οι επενδυτές πρέπει να την αγοράσουν.
Ποια η σχέση της με την Ελλάδα
Το 2021 σε εκτενές ρεπορτάζ του το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel χαρακτήριζε την Palantir ως μια από «τις πιο αμφιλεγόμενες εταιρείες στον κόσμο». Βάσει εσωτερικών εγγράφων που ερεύνησε το Spiegel η αμερικανική εταιρεία διαχείρισης δεδομένων προσπαθούσε να εισχωρήσει και στην ΕΕ χρησιμοποιώντας ως όχημα την αντιμετώπιση της πανδημίας. Ειδική αναφορά γινόταν και στο πέρασμά της από την Ελλάδα για κάποιους μήνες το 2020.
Μεταξύ άλλων σημείωνε: «Το λογισμικό της εταιρείας θα βοηθούσε τους Ευρωπαίους να καταγράφουν την εξάπλωση του ιού και να εντοπίζουν ελλείψεις σε νοσοκομεία (…) Ορισμένες χώρες δέχτηκαν με χαρά την προσφορά, συμπεριλαμβανομένων της Ολλανδίας και της Ελλάδας. Ο ελληνικός πληθυσμός είναι γηραιότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και το σύστημα υγείας δεν είναι πολύ στιβαρό. Η προσφορά της Palantir ήταν χρήσιμη για την κυβέρνηση. Η Αθήνα και η αμερικανικη εταιρεία συμφώνησαν εν κρυπτώ σχετικά με τους τρόπους συνεργασίας. Η σύμβαση δεν υποβλήθηκε σε διαγωνισμό και δεν ελέγχθηκε βάσει του νόμου περί προστασίας δεδομένων, κάτι που θα ήταν φυσιολογικό για αντίστοιχες διαδικασίες. Οι λεπτομέρειες της συμφωνίας έγιναν γνωστές μόνο οκτώ μήνες αργότερα, έπειτα από σχετική κοινοβουλευτική ερώτηση».
Συνέχιζε επισημαίνοντας πως «η Palantir προσέφερε υποτίθεται βοήθεια προς τους Ευρωπαίους με προσεκτικά υπολογισμένες κινήσεις. Ως αντάλλαγμα για την υπόσχεση περιορισμού της πανδημίας με τη βοήθεια λογισμικού, η εταιρεία έλαβε, όπως φαίνεται, εκτεταμένη πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα από την ελληνική κυβέρνηση».
Εκείνο το ρεπορτάζ είχε πυροδοτήσει πολλές συζητήσεις και σχόλια σε social media και παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, όπως και σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση. Η ελληνική κυβέρνηση πάντως αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι κοινοποίησε δεδομένα ασθενών στην Palantir. Τόνισε πως το λογισμικό που διέθεσε η εταιρεία αποσκοπούσε μόνο στο να παρέχει στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη μια γενική εικόνα της πανδημίας. Τερματίσθηκε με από κάποιους μήνες κάθε συνεργασία με την εταιρεία και διαγράφηκαν όλα τα δεδομένα που είχαν συλλεχθεί. Και η Palantir από την πλευρά της ανακοίνωσε ότι σε καμία περίπτωση δεν αφαίρεσε δεδομένα.