Σημαντικές επιπτώσεις στον τομέα της τεχνολογίας αναμένεται να επιφέρει η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, ξεκινώντας από μια αύξηση των τιμών των ηλεκτρονικών συσκευών, λόγω των απειλών για αύξηση των δασμών.
«Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έχει δεσμευτεί να αυξήσει κατά 60% τους δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα και μεταξύ 10% και 20% στις εισαγωγές από άλλες χώρες», λέει ο Ενρίκε Ντανς, καθηγητής Καινοτομίας στο IE Business Schoolμ στην Λα Κορούνια. Ο Ισπανός καθηγητής προβλέπει ότι «οι τιμές στους υπολογιστές, τα tablet, τα smartphone, τις κονσόλες, τις οθόνες και τις τηλεοράσεις, θα αυξηθούν από 30% έως 45%».
Ο Ενρίκε Ντανς εξηγεί ότι με την πολιτική Τραμπ «θα κλιμακωθεί πιθανώς ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα» και αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει «σοβαρά» τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. «Στον τομέα της τεχνολογίας, θα μπορούσε να πλήξει ιδιαίτερα τις αμερικανικές εταιρείες που κατασκευάζουν τα προϊόντα τους στην Κίνα, όπως η Apple», προσθέτει.
Ήδη, ο Τραμπ έστειλε σαφές μήνυμα επιλέγοντας τον δισεκατομμυριούχο Χάουαρντ Λούτνικ, ως υπουργό Εμπορίου. Θεωρείται σφοδρός επικριτής της Κίνας – και υποτίθεται ότι, μεταξύ άλλων, θα εφαρμόσει τα σχέδια Τραμπ για δασμούς. Ο Λούτνικ εξηγούσε συνεχώς τα δασμολογικά σχέδια Τραμπ με αριθμούς κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας
Η αγορά Τεχνητής Νοημοσύνης
Ο Στάνισλας Εφροντ της εταιρείας επενδύσεων και ανάλυσης Pictet Digital, εκτιμά ότι «ένας μικρός αριθμός εταιρειών είναι αυτές που θα ωφεληθούν περισσότερο. Αυτή είναι η περίπτωση μεγάλων παρόχων ,όπως οι υπηρεσίες Web Amazon, οι πλατφόρμες Google Cloud και το Microsoft Azure ή Meta , που αντιπροσωπεύουν το 78% της παγκόσμιας χωρητικότητας στο cloud.
Προφανώς, οι εταιρείες του Έλον Μασκ , που στοιχημάτισε τα πάντα στη νίκη του Τραμπ, θα είναι οι μεγάλοι ωφελούμενοι στην κόντρα με την Κίνα. Οι ειδικοί θεωρούν ότι ο Μασκ θα είναι σε θέση να επιβάλει πιο αυστηρούς δασμούς στα εισαγόμενα από την Κίνα ηλεκτρικά οχήματα και να διατηρήσει τις τρέχουσες επιδοτήσεις για εκείνα που θα κατασκευάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, ο Τραμπ μπορεί να «ενθαρρύνει» την Apple να κατασκευάζει περισσότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες αντί στην Κίνα με τις πολιτικές του, έναν από τους παράγοντες που θα ανεβάσουν την τιμή των ηλεκτρονικών συσκευών. Ο Χοσέ Γκαρθία Μοντάλβο , καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης πιστεύει ότι οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας στις Ηνωμένες Πολιτείες θα αναδειχθούν ισχυρότερες σε σύγκριση με τους πιθανούς ανταγωνιστές τους στην Κίνα. «Προτείνονται διάφορες μορφές εμποδίων, όπως η δυσκολία της λειτουργίας των κινεζικών εταιρειών στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάτι που έχει ήδη συμβεί, και η ενθάρρυνση των αμερικανικών “μεγάλων τεχνολογικών” εταιρειών να συνεχίσουν να κερδίζουν σε μέγεθος».
Οσον αφορά τη δασμολογική πολιτική που εξήγγειλε ο Τραμπ, ο Μοντάλβο δεν θεωρεί ότι είναι και η πιο σωστή: «Πρώτα απ’ όλα, γιατί θα αυξήσουν τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ, προκαλώντας ενδεχομένως ανατροπή στη μείωση των επιτοκίων»
Για τον Ενρίκε Ντανς, οι δασμοί που προτείνει ο Τραμπ θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην τεχνολογική καινοτομία στις Ηνωμένες Πολιτείες, «ξεκινώντας από την αύξηση του κόστους και τη μείωση των επενδύσεων».
Μείωση αγοραστικής δύναμης
Η αύξηση των τιμών των εξαρτημάτων και των τεχνολογικών προϊόντων λόγω των δασμών, θα μπορούσε να μειώσει την ικανότητα των εταιρειών να χρηματοδοτήσουν την καινοτομία τους, καθώς θα πρέπει να διαθέσουν περισσότερους πόρους για να καλύψουν υψηλότερα κόστη παραγωγής και εισαγωγής.
Ο Μοντάλβο εφιστά επίσης την προσοχή σε μια άλλη συνέπεια: «Υπολογίζεται ότι θα μειωθεί η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών κατά περίπου 90 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, κάτι που θα μπορούσε να μειώσει τη ζήτηση για νέα τεχνολογικά προϊόντα και θα μπορούσε να προκαλέσει διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού.
Σταδιακή εφαρμογή των δασμών
Ο ειδικός Αρούν Σάι από την Pictet, πιστεύει ότι δεν θα εφαρμοστούν αμέσως όλες οι απειλές του Τραμπ. «Ορισμένα μέτρα εμπορικής πολιτικής δεν απαιτούν κοινοβουλευτική έγκριση και μπορούν να εφαρμοστούν μέσω προεδρικών διαταγμάτων, αλλά απαιτούν αναπόφευκτα διαπραγματεύσεις, καθώς κάποιες ξένες χώρες μπορούν να αντεπιτεθούν».
Κατά τη γνώμη του καθηγητή Ντανς ,οι δασμολογικές αλλαγές θα επιβληθούν σταδιακά: «Η βασική ιδέα του Τραμπ για ενθάρρυνση της εγχώριας παραγωγής και της καινοτομίας σε ορισμένους τεχνολογικούς τομείς ,θα μπορούσε να υλοποιηθεί, αλλά θα ήταν μια πολύ αργή και δαπανηρή διαδικασία, καθώς το σημερινό παγκόσμιο σύστημα παραγωγής χρειάστηκε ολόκληρες δεκαετίες»
Για την ιστορία, οι τεχνολογικές δαπάνες είναι το 8% του παγκοσμίου ΑΕΠ και αναμένεται να αυξηθούν στο 14% έως το 2027. Αυτή είναι μια τάση που καμία χώρα, ούτε καν οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν θα μπορέσουν να σταματήσουν.
Η παγκόσμια αγορά Τεχνητής Νοημοσύνης (AI), συμπεριλαμβανομένων των υποδομών και των ημιαγωγών, των εφαρμογών και των υπηρεσιών, θα αυξάνεται σχεδόν 19% ετησίως, έως και 900 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2026. Η Goldman Sachs επίσης υπογραμμίζει ότι αυτές οι επενδύσεις μπορούν να ενισχύσουν το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 7%, «κυρίως λόγω της αυξημένης παραγωγικότητας».
Η Ευρώπη πρέπει να ξυπνήσει
Σε αυτό το νέο σενάριο, σε ποια κατάσταση βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση; Τι πρέπει να κάνει για να μην συνεχίσει να ηττάται στην τεχνολογία και την καινοτομία; «Η έκθεση Ντράγκι είναι αρκετά σαφής. Ενώ οι ΗΠΑ καινοτομούν και προχωρούν, η ΕΕ ρυθμίζει υπερβολικά και εμπλέκεται σε… βυζαντινολογίες», εξηγεί ο Γκαρθία Μοντάλβο.
Η ΕΕ θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο σημαντικής αύξησης των επενδύσεων στην τεχνολογική έρευνα και ανάπτυξη. Πρέπει επίσης να ενισχυθούν στρατηγικοί τομείς, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, οι κβαντικοί υπολογιστές, οι ημιαγωγοί και οι πράσινες τεχνολογίες . «Αλλά χωρίς να τους πνίγει η ΕΕ με υπερβολικό επίπεδο ρύθμισης».
Αναμφίβολα, χρειάζεται ένα πιο ευνοϊκό περιβάλλον για τις ευρωπαϊκές εταιρείες τεχνολογίας και την εναρμόνιση των ψηφιακών κανονισμών μεταξύ των κρατών μελών για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης των ευρωπαϊκών νεοφυών επιχειρήσεων. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αναζητήσει στρατηγικές συμμαχίες με άλλες τεχνολογικά προηγμένες χώρες, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα ή ο Καναδάς, και να διατηρήσει ανοιχτούς διαύλους διαλόγου με τις Ηνωμένες Πολιτείες για θέματα καινοτομίας και τεχνολογίας, παρά τις πιθανές εντάσεις», προσθέτει ο Γκαρθία Μοντάλβο.