Ο τραπεζικός κλάδος θα αντιμετωπίσει μια «τέλεια καταιγίδα» από τις αρχές του 2025 με τα επόμενα, πιο αυστηρά stress tests που θα πραγματοποιήσει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΒΑ) μαζί με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
«H Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών δημοσίευσε το προσχέδιο κανόνων για τα stress test του 2025 στις 5 Ιουλίου 2024, δίνοντας το σήμα εκκίνησης για τις τράπεζες να προετοιμαστούν για να εκπληρώσουν τις νέες απαιτήσεις», τονίζουν στη «Ναυτεμπορική» παράγοντες της αγοράς και προσθέτουν: «Το προσχέδιό θα συζητηθεί βέβαια με εκπροσώπους των τραπεζών πριν δημοσιευτεί η τελική μορφή στο τέλος του χρόνου, αλλά βασίστηκε στις απαιτήσεις των προηγούμενων ετών. Με το προσχέδιό της, η ΕΒΑ βασίστηκε στις απαιτήσεις των προηγούμενων ετών, έγινε έλεγχος των αδύνατων σημείων και, όπως και στις τελευταίες προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων, επιδιώχθηκε επίσης η μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια για τις εποπτικές αρχές. Για τις τράπεζες, αυτό συχνά οδηγεί σε αυξανόμενες απαιτήσεις δεδομένων ενώ ταυτόχρονα μειώνει τους βαθμούς ελευθερίας»
Κάθε δυο χρόνια
«Ο τραπεζικός κλάδος υποβάλλεται κάθε δύο χρόνια σε stress test από το 2010, ώστε οι εποπτικές αρχές να μπορούν να ελέγχουν τους ισολογισμούς των ευρωπαϊκών τραπεζών, να εντοπίζουν και να επιλύουν πιθανές αδυναμίες» σημειώνουν οι ίδιες πηγές και εξηγούν: Την επόμενη χρονιά θα υπάρξει νέα μεθοδολογία και θα εφαρμοστούν νέοι και πιο περίπλοκοι κανόνες».
Τα Stress Test 2025 της EBA θα ξεκινήσουν τον Ιανουάριο του 2025, παράλληλα με την ημερομηνία εφαρμογής του τρίτου κανονισμού κεφαλαιακής επάρκειας (CRR3) και με την ενημέρωση της Εποπτικής Διαδικασίας Αναθεώρησης και Αξιολόγησης (SREP) από το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΚΤ. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει «να αξιολογηθούν σημαντικοί πιθανοί κίνδυνοι του πιστωτικού ιδρύματος, με στόχο να προκύψουν απλούστερες, συντομότερες και πιο ευέλικτες διαδικασίες εποπτείας».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, «η κεντρική καινοτομία των stress test του 2025 είναι η εξέταση του τρίτου κανονισμού κεφαλαιακής επάρκειας (CRR3), ο οποίος θα εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου 2025. Οι νέες απαιτήσεις για τον υπολογισμό των σταθμισμένων περιουσιακών στοιχείων (RWA) για τον πιστωτικό κίνδυνο, την προσαρμογή της πιστωτικής αποτίμησης (CVA) και τους λειτουργικούς κινδύνους, πρέπει να ενσωματωθούν στις προβλέψεις από το σημείο εκκίνησης».
Νέοι τύποι υπολογισμού της φερεγγυότητας
Τα τελευταία χρόνια έδειξαν ότι μετά το αρχικό προσχέδιο του stress test, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών προσαρμόζει τις λεπτομέρειες και διορθώνει τα λάθη. «Ωστόσο, δεν υπήρξαν ποτέ θεμελιώδεις αλλαγές στο αρχικό προσχέδιο της EBA στην τελική του μορφή και δεν αναμένονται ούτε αυτή τη φορά».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι τράπεζες θα πρέπει να υιοθετήσουν κάποιους πρόσθετους ή νέους τύπους για τον υπολογισμό της φερεγγυότητάς τους. «Το μέγεθος της επίδρασης στις κεφαλαιακές απαιτήσεις θα διαφέρει σημαντικά ανάλογα με τις δομές των τραπεζικών χαρτοφυλακίων και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Θα λαμβάνει υπόψη την εισαγωγή ενός συγκεντρωτικού «ελάχιστου κεφαλαίου» (output floor), το οποίο θα εξασφαλίσει ότι τα σταθμισμένα με βάση τον κίνδυνο στοιχεία ενεργητικού των τραπεζών (RWA) που παράγονται από τα εσωτερικά μοντέλα δεν θα είναι χαμηλότερα από το 72,5% των RWA. Ανεξάρτητα από το αν τα εσωτερικά μοντέλα της τράπεζας επιτρέπουν να συσσωρεύει λιγότερα χρήματα επειδή έχει αποδείξει στην εποπτική αρχή ότι έχει χαμηλότερο προφίλ κινδύνου.
Άντληση επιπλέον κεφαλαίων
Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες ενδέχεται να χρειαστεί να αντλήσουν επιπλέον κεφάλαια για να συμμορφωθούν με τις νέες κανονιστικές απαιτήσεις.
Η ΕΚΤ έχει προβλέψει ότι θα ενημερώσει τη διαδικασία εποπτικής επανεξέτασης και αξιολόγησής της για να την καταστήσει «πιο αποτελεσματική και αποτελεσματική» και να την προσαρμόσει στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον, με ταχέως εξελισσόμενους γεωπολιτικούς, μακροοικονομικούς, κλιματικούς ή κυβερνοοικονομικούς κινδύνους.»
Η ΕΚΤ δεν έχει αναλύσει ακόμη τα νέα χαρακτηριστικά της διαδικασίας, αλλά έχει προβλέψει ότι τα τεστ «θα είναι συντομότερα και πιο κοντά στην εποπτεία σε πραγματικό χρόνο», εστιάζοντας σε βασικούς κινδύνους και ενθαρρύνοντας την υιοθέτηση δυναμικών μέτρων.