Οι προβλέψεις για μείωση των επιτοκίων στην ευρωζώνη έχουν αυξηθεί τις τελευταίες εβδομάδες.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα διεθνών οικονομολόγων που δημοσιεύτηκε στο Bloomberg, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε να ανακοινώσει έως και έξι νέες μειώσεις επιτοκίων μέχρι το τέλος του 2025. Η πρόβλεψη είναι ότι θα μειώνει το κόστος του χρήματος κατά 25 μονάδες βάσης, τη φορά.
Με μια τέτοια πορεία, το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στην ευρωζώνη θα διαμορφώνονταν στο 2,75% στο τέλος του 2025 (από 4,25% σήμερα). Το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης θα μειωνόταν επίσης στο 2,25%-από 3,75% που είναι σήμερα.
Πίσω από αυτές τις προβλέψεις κρύβεται η επιδείνωση των οικονομικών προβλέψεων τους επόμενους μήνες, αν και αυτή τη στιγμή το κεντρικό σενάριο δεν δείχνει ύφεση εντός ενός έτους . Σύμφωνα με το Bloomberg, η πιθανότητα αυτή είναι μόλις 35%.
Μέχρι τώρα πάντως, η θεωρία ήταν ότι το κόστος του χρήματος θα υποχωρούσε σε αυτό το επίπεδο μόνο στα μέσα του 2026.
O νέος οδικός χάρτης που διαχειρίζεται η αγορά αποτυπώνεται στο Euribor 12μήνου Ο δείκτης αναφοράς για τα περισσότερα στεγαστικά δάνεια στην ΕΕ κατέγραψε νέα μείωση για τέταρτο συνεχόμενο μήνα, με προσωρινό μέσο όρο 3,2% τον Αύγουστο, σε σύγκριση με 3,53% τον Ιούλιο και πάνω από 4% πριν έναν χρόνο.
Το «σήμα» του Όλι Ρεν
«Εάν συνεχιστεί η τρέχουσα τάση, αυτόν το μήνα το Euribor θα μπορούσε να κλείσει με τη μεγαλύτερη μείωση εδώ και πάνω από μια δεκαετία και να φέρει σημαντική μείωση στις δόσεις των κυμαινόμενων στεγαστικών δανείων που πρόκειται να αναθεωρηθούν», τονίζουν στη Ναυτεμπορική παράγοντες της αγοράς.
Ηδη, ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Φινλανδίας και εκ των «γερακιών» στο ΔΣ της ΕΚΤ, Όλι Ρεν, τόνισε ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα χρειαστεί να μειώσει ξανά τα επιτόκια τον Σεπτέμβριο, λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής αδυναμίας στην ευρωζώνη.
«Η πρόσφατη αύξηση των αρνητικών κινδύνων ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ ενίσχυσε την υπόθεση για μείωση των επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ για τη νομισματική πολιτική τον Σεπτέμβριο, υποθέτοντας ότι ο αποπληθωρισμός είναι πράγματι σε καλό δρόμο», δήλωσε ο Ρεν σε ομιλία του στο Ευρω-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, στη Νέα Υόρκη.
Η ΕΚΤ ήταν από τις πρώτες μεγάλες κεντρικές τράπεζες στον κόσμο που μείωσαν τα επιτόκια τον Ιούνιο, αντιστρέφοντας εν μέρει μια σειρά από αυξήσεις ρεκόρ. Τον Ιούλιο, διατήρησε τα επιτόκια σταθερά και δεν έδωσε σαφή μηνύματα για την επικείμενη συνεδρίασή της στις 12 Σεπτεμβρίου.
Καθώς όμως έρχονται περισσότερα δεδομένα σχετικά με την κατάσταση της οικονομίας στην Ευρωζώνη, το 26μελές Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ φαίνεται πλέον να προσανατολίζεται σε τουλάχιστον άλλες δύο μειώσεις των επιτοκίων ως το τέλος του χρόνου.
Ήδη, οι αγορές βλέπουν πιθανότητα 90% για μείωση του επιτοκίου καταθέσεων κατά 25 μονάδες βάσης τον Σεπτέμβριο και αναμένουν τουλάχιστον μία ακόμη κίνηση πριν από το τέλος του έτους.
Ο Ρεν υποστήριξε ότι η πολυαναμενόμενη ανάκαμψη της οικονομίας της ευρωζώνης δεν είναι δεδομένη και ότι οι υπεύθυνοι χάραξης της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για διαφορετικά αποτελέσματα. «Τα άσχημα νέα αφορούν τις προοπτικές ανάπτυξης: δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ανάκαμψης στον τομέα της μεταποίησης», δήλωσε ο Ρεν. «Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη ότι η επιβράδυνση της βιομηχανικής παραγωγής μπορεί να μην είναι τόσο προσωρινή,όσο υποτίθεται».
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, ο Ρεν εξέφρασε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, αλλά προειδοποίησε ότι δεν θα ήταν εύκολο να επανέλθει στον στόχο του 2% της ΕΚΤ.«Η πορεία της ΕΚΤ προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% είναι πιθανό να μην είναι ομαλή, εφέτος», πρόσθεσε ο Ρεν. Τόνισε πάντως ότι «ακόμα κι αν εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι για την αύξηση των τιμών, η ΕΚΤ έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο»
Τι θα πράξει η Fed;
Η πτώση του πληθωρισμού κάτω από το επίπεδο των επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας δίνει άλλωστε στην ΕΚΤ περιθώρια μείωσης των επιτοκίων. Το ίδιο ισχύει και για τη Fed. Οι επενδυτές περιμένουν ότι το αφεντικό της Fed, Τζερόμ Πάουελ στην αναμενόμενη ομιλία του στην έναρξη της ετήσιας συνάντησης της Fed στο Τζάκσον Χολ την Πέμπτη, θα δείξει καθαρά το δρόμο για την πρώτη μείωση των επιτοκίων στη συνεδρίαση της 18ης Σεπτεμβρίου.
«Μειώσεις βασικών επιτοκίων μεταξύ 25 και 50 μονάδων βάσης αναμένονται τώρα ξανά στις συνεδριάσεις της Fed τον Σεπτέμβριο, τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο», εκτιμούν παράγοντες της αγοράς.
Τόσο η Fed όσο και η ΕΚΤ έχουν πλέον περιθώρια για μειώσεις επιτοκίων, οι οποίες, ωστόσο, δεν πρέπει να εξαρτώνται από βραχυπρόθεσμες κινήσεις στο χρηματιστήριο, αλλά πρέπει να δικαιολογούνται οικονομικά. Το μεσοπρόθεσμο μέλλον προσφέρει ακριβώς αυτή την ευκαιρία για την αποκατάσταση μιας δικαιολογημένης σύνδεσης μεταξύ των οικονομικών δραστηριοτήτων και των ενεργειών της κεντρικής τράπεζας στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη.
Για τους κεντρικούς τραπεζίτες και τους επενδυτές, ωστόσο, θα ήταν επιθυμητό να επιστρέψουν επιτέλους σε έναν κανονικό οικονομικό κύκλο μετά από πολλά χρόνια, ο οποίος ουσιαστικά υπονομεύτηκε από χρόνια μηδενικών ή αρνητικών επιτοκίων και υπερβολικής παροχής ρευστότητας.
Οι απειλές του Τραμπ
Όταν μάλιστα στις 2 και 5 Αυγούστου προκλήθηκε πανικός στα χρηματιστήρια καθώς κατέγραψαν απώλειες που δεν είχαν παρατηρηθεί για πολύ καιρό, ορισμένοι επενδυτές ζήτησαν ad hoc παρέμβαση από την Fed για να στηρίξει την αμερικανική οικονομία και να αποτρέψει πιθανή ύφεση.
Το πράγμα περιπλέκεται πάντως καθώς η Αμερική είναι λιγότερο από τρεις μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές. Ιστορικά, τέτοιες αποφάσεις της κεντρικής τράπεζας για μειώσεις των επιτοκίων ήταν μάλλον ασυνήθιστες, ειδικά σε προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ, προκειμένου να διατηρηθεί η πολιτική ανεξαρτησία της Fed και να αποφευχθούν κατηγορίες για παρέμβαση στην προεκλογική εκστρατεία.
Αλλωστε, ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος για την προεδρία Ντόναλντ Τραμπ απευθύνθηκε απευθείας στον Τζερόμ Πάουελ και τον προειδοποίησε δημόσια να μην μειώσει τα επιτόκια, αφού κάτι τέτοιο θα έδινε πολιτικά πλεονεκτήματα στο Δημοκρατικό στρατόπεδο και στην υποψήφια, Κάμαλα Χάρις. Μένει να δούμε αν ο νέος ή η νέα Πρόεδρος των ΗΠΑ, θα επιτρέπει στην κεντρική τράπεζα να ενεργεί πολιτικά ανεξάρτητα – κάτι που θα πρέπει επίσης να είναι προς το συμφέρον των συμμετεχόντων στην κεφαλαιαγορά.