Skip to main content

Πόσο θα μείνουν υψηλά τα επιτόκια; Ίσως για πάντα

Οι ειδικοί εξηγούν ποιες είναι οι νέες συνθήκες που δείχνουν ότι η εποχή του υπερβολικά φθηνού χρήματος πέρασε ανεπιστρεπτί

Πριν από λίγους μήνες η αίσθηση στην αγορά ήταν ότι οι μειώσεις επιτοκίων έρχονται και θα δώσουν βαθιές ανάσες στην οικονομία, τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Οι προσδοκίες έχουν πια ανατραπεί πλήρως. Η αγορά ποντάρει ότι το λεγόμενο «ουδέτερο επιτόκιο» – ένα θεωρητικό επίπεδο κόστους δανεισμού που δεν ενισχύει, αλλά ούτε επιβραδύνει την ανάπτυξη – είναι πολύ υψηλότερο από ό,τι αρχικά οι επενδυτές, αλλά και οι κεντρικοί τραπεζίτες προέβλεπαν.

Τα προθεσμιακά συμβόλαια για το πενταετές επιτόκιο σε ορίζοντα πενταετίας – ένας βασικός δείκτης των προσδοκιών της αγοράς για το πού θα καταλήξουν τα επιτόκια – έχουν κλειδώσει στο 3,6%. Αν και πρόκειται για πτώση σε σχέση με την κορύφωσή τους πέρυσι στο 4,5%, είναι πάνω από μία μονάδα υψηλότερα από τον μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας, αλλά και σχεδόν μία μονάδα υψηλότερα από την ίδια την εκτίμηση της Fed, που τα θέλει στο 2,75%.

Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι η αγορά βάζει ψηλά τον πήχυ για τις αποδόσεις των ομολόγων – και κατά συνέπεια θα απαιτήσει τσουχτερά επιτόκια δανεισμού από κυβερνήσεις και επχειρήσεις.

Ακόμη και τώρα που το βασικό επιτόκιο είναι στο 5%, δεν διαφαίνονται συνθήκες πίεσης της οικονομίας, όπως προκύπτει από ανάλυση του Bloomberg.

«Έχουμε δει μόνο μια αρκετά σταδιακή επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και αυτό υποδηλώνει ότι το ουδέτερο επιτόκιο είναι σημαντικά υψηλότερο από ό,τι υπολογίζαμε», τονίζει στο Bloomberg ο Bob Elliott, Διευθύνων Σύμβουλος και επικεφαλής επενδύσεων στην Unlimited Funds Inc. Με τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες και τα περιορισμένα ασφάλιστρα κινδύνου στα ομόλογα μακράς διάρκειας, «τα μετρητά φαίνονται πιο ελκυστικά από τα ομόλογα», προσθέτει.

Το ουδέτερο επιτόκιο

Το πραγματικό επίπεδο του ουδέτερου επιτοκίου, ή R-Star όπως είναι επίσης γνωστό, έχει γίνει αντικείμενο παθιασμένων συζητήσεων και αντιπαράθεσης μεταξύ των ειδικών. Οι εκτιμήσεις για μια πιθανή ανοδική μετατόπιση, η οποία θα σηματοδοτούσε μια αντιστροφή σε σχέση με αρκετές δεκαετίες πτώσης, στηρίζονται σε προσδοκίες για μεγάλα και παρατεταμένα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού και αυξημένες επενδύσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ θα δείξουν επιβράδυνση 2,6% από 2,8% τον περασμένο μήνα. Αν και αυτή θα είναι η χαμηλότερη τιμή από τον Μάρτιο του 2021, παραμένει μακριά από τον στόχο της Fed για πληθωρισμό 2%. Την ίδια ώρα το ποσοστό της ανεργίας παραμένει κοντά ή και κάτω από το 4% για περισσότερο από δύο χρόνια, στην καλύτερη επίδοση από τη δεκαετία του 1960.

Τι σημαίνει αυτό; Όπως επισημαίνει η JPMorgan, αν και τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις υποφέρουν από τα υψηλά επιτόκια, συνολικά το σύστημα τα αντέχει με σχετική άνεση. Και αυτό δίνει τη δυνατότητα στις κεντρικές τράπεζες να τα κρατούν υψηλά, προκειμένου να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό.

Υψηλός πληθωρισμός, χαμηλή ανεργία το νέο macro cocktail

Με την άποψη αυτή συντάσσονται και οι αναλυτές της BlackRock, που αναμένουν από τις κεντρικές τράπεζες να διατηρήσουν τα επιτόκια υψηλά σε σύγκριση με την προ πανδημίας εποχή για να αντιμετωπίσουν τις επίμονες πληθωριστικές πιέσεις. Αυτό το μοναδικό «macro cocktail», που βλέπουμε σήμερα, θα παραμείνει για πολύ ακόμη κοντά μας, σημειώνει η BlackRock. Και αυτό οφείλεται σε παράγοντες όπως η γήρανση του πληθυσμού, η αναδιάρθρωση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού και η μετάβαση σε οικονομίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα, που περιορίζουν την παραγωγή και απαιτούν αυξημένες επενδύσεις κεφαλαίου.

Η Federal Reserve έχει υιοθετήσει μια προσεκτική στάση, επιλέγοντας να διατηρήσει τα τρέχοντα επίπεδα επιτοκίων, αντί να εφαρμόσει τις αναμενόμενες περικοπές. Αυτή η προσέγγιση αντικατοπτρίζει τη σταδιακή αποδοχή ότι τα επιτόκια πρέπει να παραμείνουν υψηλά, όχι μόνο βραχυπρόθεσμα, αλλά και μακροπρόθεσμα.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μείωσε πρόσφατα τα επιτόκια παρά τη διατήρηση του πληθωρισμού πάνω από τον στόχο, τη βελτίωση των ρυθμών ανάπτυξης και το ιστορικό ναδίρ της ανεργίας. Πρόκειται για συνθήκες που κανονικά δεν δικαιολογούν χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν θα πρέπει να περιμένει κανείς ούτε από την ΕΚΤ δραστικές μειώσεις επιτοκίων. Θα είναι μία αργή, σταδιακή διαδικασία που θα κρατήσει το τελικό κόστος δανεισμού σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από όσο ήταν τις δύο τελευταίες δεκαετίες;. Για πόσο; Ίσως και για πάντα, φαίνεται να πιστεύει η αγορά, που διακηρύσσει ότι η εποχή του υπερβολικά φθηνού χρήματος έχει περάσει ανεπιστρεπτί.