Ο υπερτουρισμός δεν είναι ένα φαινόμενο που απασχολεί μόνο την Ελλάδα αλλά πολλές χώρες. Στην Ισπανία για παράδειγμα, ο κόσμος στρέφεται πλέον σε πολλές περιπτώσεις κατά των τουριστών, όπως γίνεται στη Μαγιόρκα. Δημοσίευμα στο Spiegel αναφέρει πως μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα τα ταξίδια ήταν για τους εύπορους. Με το πέρασμα του χρόνου οι κάτοικοι ολοένα και περισσοτέρων χωρών που δεν ήταν προνομιούχες, όπως για παράδειγμα οι κάτοικοι του πρώην ανατολικού μπλοκ ή επίσης της Κίνας και της Ινδίας, μπορούν και αυτοί να ταξιδεύουν. Το άρθρο σημειώνει πως το πρόβλημα του υπερτουρισμού θα μπορούσε να είχε λυθεί πολύ εύκολα. Εάν «μια ημερήσια θέση στάθμευσης στο κέντρο της Φλωρεντίας που κοστίζει 70 ευρώ δεν μειώνει το πρόβλημα, τότε θα πρέπει να κοστίζει 100 ευρώ. Αν μια μικρή μπύρα 6,50 ευρώ στο Μπάλερμαν δεν είναι ικανή να εμποδίσει κάποιον να μεθύσει, τότε θα πρέπει να κοστίζει 15 ευρώ. Ανά ποτήρι, όχι ανά λίτρο».
…ή όχι;
Και το δημοσίευμα καταλήγει: «Προσθέστε σε αυτά τα τέλη προσγείωσης των αεροσκαφών, τα διόδια, τις εισφορές διανυκτέρευσης. Οι υπερπλήρεις περιοχές έχουν την ευκαιρία να περιορίσουν την εισροή επισκεπτών αυξάνοντας τις τιμές εισόδου. Η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και η Ζυρίχη δείχνουν τον δρόμο. Γιατί δεν το κάνουν αυτό και άλλες πόλεις, οι κάτοικοί τους και οι ξενοδόχοι; Γιατί μπορεί τελικά να μην το εννοούν σοβαρά και επειδή φοβούνται. Δεν εμπιστεύονται τις τιμές ως εργαλεία ελέγχου. (…) Τι θα γινόταν αν δεν ερχόταν κανείς; Σίγουρα οι ντόπιοι θα θρηνούσαν γοερά. Η πίεση θα μειωνόταν, θέσεις εργασίας θα εξαφανίζονταν, οι επιχειρήσεις θα πήγαιναν αλλού. Στη Σικελία τα άδεια σπίτια εξακολουθούν να χαρίζονται, στο Χαρτς ακόμη και το καλοκαίρι δεν χρειάζεται να περιμένεις πολύ για ένα παγωτό. (…) Οι άνθρωποι θα εξακολουθούσαν λοιπόν να ταξιδεύουν. Απλά θα πήγαιναν κάπου αλλού. Και οι κάτοικοι της Μαγιόρκα, του Βερολίνου ή του Τιρόλου σίγουρα δεν το θέλουν αυτό».
Πηγή: Deutsche Welle