Οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες θεωρούσαν για χρόνια στο παρελθόν τον χρυσό, ως πηγή νομισματικής σταθερότητας και οικονομικής ασφάλειας, και η σημερινή εποχή δεν αποτελεί εξαίρεση.
Το πολύτιμο μέταλλο επέστρεψε στο διεθνές νομισματικό σύστημα, ως σύμπτωμα της μεταβαλλόμενης παγκόσμιας τάξης και της έναρξης μιας νέας εποχής συγκρούσεων και αβεβαιότητας, αναφέρει το Project Syndicate.
Η εμφάνιση του κανόνα του χρυσού ως η βάση της νομισματικής τάξης στις αρχές της δεκαετίας του 1870, ήταν απόρροια, μιας νέα τάξης πραγμάτων. Η μία χώρα μετά την άλλη – συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της Γερμανίας και της Ιταλίας – ήθελε να σταθεροποιήσει το νόμισμά της στον απόηχο των καταστροφικών εμφυλίων πολέμων.
Την ίδια στιγμή, το προηγούμενο νομισματικό πρότυπο, το ασήμι, υποχωρούσε, μετά την ήττα της Γαλλίας στον Γαλλο-Πρωσικό Πόλεμο.
Από τον κανόνα του χρυσού στο fiat νόμισμα
Πριν από 50 και πλέον χρόνια, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον «έκλεισε το παράθυρο του χρυσού», (σσ: κατάργηση του χρυσού κανόνα), με τις άλλες χώρες να ακολουθούν. Τερμάτισε δηλαδή τη μετατρεψιμότητα του δολαρίου στο πολύτιμο μέταλλο με σταθερό επιτόκιο. Ο κόσμος απομακρύνθηκε από την εμμονή του με τα πολύτιμα μέταλλα.
Μια νέα εποχή αυτή του fiat νομίσματος – χρήμα που η αξία του καθορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση και όχι από φυσικό αγαθό ή εμπόρευμα, είχε ξεκινήσει.
Αλλά και αυτό πλέον αμφισβητείται όχι μόνο από τις ανησυχίες για τα δημοσιονομικά και τη νέα τεχνολογία που έφερε τα κρυπτονομίσματα, αλλά και τις γεωπολιτικές εξελίξεις, με αποτέλεσμα η τιμή του χρυσού να έχει φτάσει σε ιστορικά υψηλά πάνω από τα 2.400 δολάρια ανά ουγγιά.
Οι «χρυσοθήρες», υποστηρίζουν ότι το μέταλλο παραμένει μια ιδανική επένδυση για τη διασφάλιση της αξιακής ισορροπίας, μακροπρόθεσμα.
Οι εξάρσεις στην τιμή του υποδηλώνουν βιασύνη για εξασφάλιση σε έναν κόσμο όπου άλλες αξίες κινδυνεύουν, αναφέρει χαρ
Από το «τέλος της ιστορίας» μέχρι την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008
Η τιμή του κατέρρευσε τη δεκαετία του 1990, όταν το τέλος του Ψυχρού Πολέμου -και το “τέλος της ιστορίας”- είχε δημιουργήσει αίσθηση ειρήνης και σταθερότητας.
Στην αλλαγή της χιλιετίας, η τιμή ήταν κάτω από 300 δολάρια ανά ουγγιά και η άνοδός της από τη δεκαετία του 1970 ήταν χαμηλότερη από το γενικό ρυθμό πληθωρισμού.
Μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19 η τιμή εκτινάχθηκε. Το ίδιο συνέβη και φέτος.
Πυρετός στις κεντρικές τράπεζες
Μεγάλο μέρος της αυξημένης ζήτησης για χρυσό οφείλεται στις κεντρικές τράπεζες.
Η Κίνα, η οποία είχε σχετικά μικρά αποθέματα χρυσού-395 τόνους το 2000, τώρα έχει 2.260 τόνους.
Συγκεκριμένα, αύξησε σημαντικά το απόθεμά της σε χρυσό το 2009 και το 2015 χρόνια ορόσημο για έναν κόσμο που γινόταν όλο και πιο δύσπιστος σχετικά με την παγκοσμιοποίηση.
Η Ρωσία και η Τουρκία ,επίσης, άρχισαν να δημιουργούν τεράστια σεντούκια χρυσού, μετά το 2015. Η ίδια τάση εμφανίζεται πρόσφατα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Τσεχία και η Πολωνία για παράδειγμα, έχουν και οι δύο αυξήσει τα αποθέματά τους.
Καλό το ΝΑΤΟ, αλλά…
Οι ανησυχίες για την ασφάλεια βρίσκονται στο επίκεντρο της νέας πολιτικής του χρυσού.
Όταν η Τσεχική Δημοκρατία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ τον Μάρτιο του 1999, πούλησε αμέσως σχεδόν ολόκληρο το απόθεμα χρυσού της. Το μήνυμα δεν θα μπορούσε να ήταν πιο ξεκάθαρο: Η εγγύηση ασφάλειας που τις έδινε το ΝΑΤΟ, εξοβέλισε κάθε ανάγκη για νομισματική άμυνα.
Ωστόσο, το τελευταίο τρίμηνο του 2023, η Τσεχική Εθνική Τράπεζα αγόρασε 19 τόνους με πρόθεσή να φτάσει στους 100 τόνους . Το μήνυμα αυτή τη φορά είναι εξίσου σαφές: η ένταξη στο ΝΑΤΟ δεν αρκεί.
Την ίδια στιγμή και η Πολωνία έχει επίσης ξεκαθαρίσει τα κίνητρά της -λόγω της εγγύτητάς της με την Ρωσία- τόσο πολύ που στο κτίριο της κεντρικής τράπεζας έχει αναρτηθεί γιγαντιαία αφίσα που ανακοινώνει ότι στο κτίριο φυλάσσονται 360 τόνοι χρυσού.
Σημειολογικά, η σύνδεση του χρυσού με την ασφάλεια έχει βαθιές ιστορικές βάσεις στην Πολωνία. Όταν η Πολωνία επανιδρύθηκε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, το νέο της νόμισμα πήρε ως όνομα την πολωνική λέξη για το «χρυσό » (ζλότι).
Στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο του 1939, η Πολωνία διεξήγαγε μια δραματική επιχείρηση για την μεταφορά του χρυσού της στη Γαλλία, μέσω της Ρουμανίας, της Τουρκίας και του Λιβάνου. Αυτό έστειλε το μήνυμα ότι η Πολωνία εξακολουθεί να υπάρχει, παρά τη γερμανική εισβολή.
Αλλά η πιο αξιοσημείωτη χρήση του χρυσού ως πηγή σταθερότητας ήταν στην Σοβιετική Ένωση το 1922. Με ώθηση από τον πιο εξέχοντα ηγέτη των Μπολσεβίκων της Πολωνίας, Felix Dzerzhinsky, τον αρχηγό της μυστικής αστυνομίας, το κράτος εξέδωσε chervonets («κόκκινα χρυσά» νομίσματα) για να αποκρούσει τον πληθωρισμό.
Η εκθρόνιση του δολαρίου
Άλλωστε, πολύ κουβέντα γίνεται για την επικείμενη εκθρόνιση του δολαρίου, που θα μπορούσε να θεωρηθεί το σύγχρονο ισοδύναμο της απονομισματοποίησης του αργύρου.
Από το 2020, η κυβέρνηση των ΗΠΑ παρουσιάζει μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα ενώ ο υπαρκτός είναι ο κίνδυνος, μια νέα κυβέρνηση Τραμπ να προσπαθήσει να υποτιμήσει το δολάριο για να πλήξει ξένους ανταγωνιστές και να δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ.
Το ίδιο ανησυχητική είναι η προσπάθεια των αντιπάλων των ΗΠΑ να αντικαταστήσουν το δολάριο (βλέπε BRICS)
Η αναζήτηση για χρυσή σταθερότητα είναι επομένως μια απάντηση σε έναν κόσμο όπου μια νέα πολιτική τάξη πραγμάτων αναδύεται.
Πριν από έναν αιώνα, καθώς ο κόσμος επέστρεφε στον κανόνα του χρυσού μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο John Maynard Keynes περιέγραψε το μέταλο ως ένα « βάρβαρο λείψανο », επειδή ήταν το «νόμισμα» της σύγκρουσης. Όταν επιστρέψει η γεωπολιτική σταθερότητα, η τιμή του χρυσού θα πέσει.
Εν τω μεταξύ, οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες που έχουν επενδύσει σε χρυσό θα έχουν εξασφαλίσει ένα ασφαλές καταφύγιο σε έναν ανασφαλή κόσμο.