Πολλοί άνθρωποι ζουν υπό διαρκή πίεση και άγχος: Η δουλειά τους είναι πάντα στο επίκεντρο της ζωής τους – το κινητό είναι προέκταση του χεριού τους, είναι πάντα διαθέσιμοι, ακόμη κι αργά το βράδυ και τα Σαββατοκύριακα. Η δουλειά είναι για εκείνους απόλαυση, κάτι που θα μπορούσαν να κάνουν συνεχώς. Άλλωστε πάντα υπάρχει κάτι ακόμη να κάνουν. Σε αυτά προστίθεται η οικογένεια, οι φίλοι και οι λοιπές κοινωνικές υποχρεώσεις. Πρόκειται για ανθρώπους που θέλουν πάντα να εκπληρώνουν τις επιθυμίες των άλλων. Αλλά και τις απαιτήσεις που έχουν οι ίδιοι από τον εαυτό τους: Θέλουν να αθλούνται και να δίνουν το παρών σε εκδηλώσεις. Ωστόσο, το να παίρνει κανείς καθημερινά «φωτιά», για να ανταπεξέλθει σε μία τόσο έντονη εργασιακή και κοινωνική ζωή, μπορεί να αποβεί μοιραίο. Το διαρκές άγχος είναι γνωστό ότι αρρωσταίνει τους ανθρώπους και η χρόνια «υπερφόρτωση» περιγράφεται με έναν σχετικά νέο όρο πλέον: burn on.
Τα συμπτώματά του διαφέρουν αρκετά από το burn out, λέει στην DW ο ψυχολόγος Τίμο Σίλε, ο οποίος εργάζεται σε μία κλινική για ανθρώπους με ψυχοσωματικά προβλήματα λίγο έξω από το Μόναχο: «Οι πάσχοντες αναφέρουν μία στενή και ενθουσιώδη σχέση με τη δουλειά τους, μερικές φορές θυμίζει περισσότερο υπερδιέγερση. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι κι εκείνο που περιγράφει το σύνδρομο burn on».
Ποιες είναι οι πιο κοινές αιτίες του burn on;
Χωρίς αμφιβολία η καθημερινότητα είναι όλο και πιο έντονη. Επαγγελματική επιτυχία και κοινωνική αναγνώριση έχουν καθοριστική σημασία στη ζωή πολλών ανθρώπων. Ο έντονος ανταγωνισμός, οι οικονομικές κρίσεις και το υψηλό κόστος διαβίωσης αυξάνουν ακόμη περισσότερο το ήδη υπάρχον άγχος.
Σύμφωνα με τον Τίμο Σίλε, εκείνοι που έχουν εξαιρετικά φορτωμένο πρόγραμμα καθημερινά, αλλά και οι τελειομανείς, είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στο burn on. «Πολλοί από αυτούς θέλουν να κάνουν τα πάντα σωστά και να αποδίδουν διαρκώς, ενώ τείνουν επίσης να έχουν δυσκολίες όταν κάνουν λάθη ή δεν κάνουν τα πάντα τέλεια».
Και πώς μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει το burn on;
Ο ψυχολόγος θεωρεί πως για να βγει κάποιος από τον φαύλο κύκλο του διαρκούς στρες και τη χρόνια ένταση πρέπει πρώτα να αναγνωρίσει ότι έχει πρόβλημα: «Το πρώτο βήμα για τη θεραπεία είναι, όπως τόσο συχνά συμβαίνει, η συνειδητοποίηση του προβλήματος. Οι πάσχοντες συχνά φαίνεται για τους εξωτερικούς παρατηρητές ότι είναι λειτουργικοί. Είναι επίσης σημαντικό να αναλογιστούν τις προσωπικές τους προτεραιότητες».
«Όταν αυτά αποκτούν μόνιμο χαρακτήρα, η δυσαρέσκεια αυξάνεται. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να κάνουμε συχνά διαλείμματα και να θέτουμε το ερώτημα “πόσο σημαντικά είναι όλα αυτά με τα οποία γεμίζω την καθημερινότητά μου;”», λέει ο Σίλε.
Για πολύ καιρό ο όρος burn out θεωρούταν από πολλούς ως μία ασθένεια που είναι «της μόδας». Μέχρι σήμερα, ούτε το burn out, αλλά ούτε και το burn on έχουν καταχωρηθεί ως ανεξάρτητες ψυχικές ασθένειες, παρά το γεγονός ότι οι επιπτώσεις τους στην υγεία αυτών που πάσχουν είναι εξαιρετικά σοβαρές.
Παρόλα αυτά παραμένει εξαιρετικά σημαντικό για τους πάσχοντες να έχουν έναν όρο που να περιγράφει το πρόβλημά τους, όπως το burn on: «Το να βρίσκουν τον εαυτό τους στην περιγραφή ενός φαινομένου είναι πολύ λυτρωτικό για κάποιους και αυτό τους ωθεί να κάνουν το πρώτο βήμα, για να αλλάξουν την κατάστασή τους. Παύουν να αισθάνονται μόνοι με το πρόβλημά τους. Ταυτόχρονα τους δίνει ελπίδα, όταν συνειδητοποιούν ότι υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που υποφέρουν από το ίδιο πρόβλημα».
Πηγή: Deutsche Welle