Είτε υπάρχει ανάπτυξη είτε υπάρχει στασιμοπληθωρισμός, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της JP Morgan, Τζέιμι Ντάιμον αναμένει στο μέλλον, μακροπρόθεσμα, υψηλά επιτόκια.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος και πρόεδρος της JP Morgan, μοιράστηκε τις οικονομικές του προβλέψεις στην ετήσια επιστολή που απευθύνει στους μετόχους της μεγαλύτερης επενδυτικής τράπεζας της Αμερικής και δεν είναι πολύ αισιόδοξος όσον αφορά τη σταθερότητα των τιμών ή τη γεωπολιτική κατάσταση.
Ο Ντάιμον δεν χάνει τον ύπνο του λόγω του σημερινού επιπέδου του πληθωρισμού, ούτε για τις επερχόμενες αποφάσεις για τα επιτόκια. Οπως λέει «το ζάρι έχει ήδη παιχτεί» και προβλέπει υψηλό κόστος χρηματοδότησης, με ελάχιστες πιθανότητες επανόρθωσης.
« Αυτή τη στιγμή το επίκεντρο της συζήτησης είναι υπερβολικά στα μηνιαία στοιχεία για τον πληθωρισμό και στις μικρές διακυμάνσεις των επιτοκίων. Ωστόσο, η τιμή του χρήματος σε ένα ή δύο χρόνια μπορεί να προκαθοριστεί από διάφορους παράγοντες», τονίζει ο Ντάιμον. Επισημαίνει μάλιστα ότι οι δημοσιονομικές δαπάνες, ο παγκόσμιος επανεξοπλισμός, η αναδιοργάνωση του παγκόσμιου εμπορίου, οι κεφαλαιακές ανάγκες, η μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία ή υψηλότερο ενεργειακό κόστος θα καθορίσουν τελικά και τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή».
Όπως λέει ο Διευθύνων Σύμβουλος και πρόεδρος της JP Morgan, βασικοί οικονομικοί δείκτες παραμένουν καλοί σήμερα και πιθανότατα θα συνεχίσουν να βελτιώνονται. Ωστόσο, όταν κοιτάξουμε το αύριο, πρέπει να σταθμίσουμε τις συνθήκες που θα επηρεάσουν το μέλλον. Φαίνεται να υπάρχει μια σειρά από επίμονες πληθωριστικές πιέσεις».
Επιτόκια πάνω από 8%
Στο όραμά του για τα επόμενα χρόνια,ο Ντάιμον βλέπει εφικτό ένα σενάριο επιτοκίων άνω του 8%, αφού οι αιτίες που ανεβάζουν τις τιμές θα επιμείνουν. Αν και το επιτόκιο της Fed είναι επί του παρόντος στο 5,25-5,5%, οι μακροπρόθεσμες πληθωριστικές πιέσεις και οι γεωπολιτικές αναταραχές θα μπορούσαν να ανεβάσουν το επίπεδο αυτού του επιτοκίου πάνω από το 8%, παρά το γεγονός ότι οι τιμές είναι επί του παρόντος πρακτικά υπό έλεγχο, σύμφωνα με τον Ντάιμον.
Εξετάζει τις «δυνάμεις» που κινούν την οικονομία μακροπρόθεσμα, όπως το δημοσιονομικό έλλειμμα ή ο κρατικός προϋπολογισμός , και πιστεύει ότι ο αντίκτυπος όλων αυτών δεν έχει ακόμη μεταφερθεί πλήρως στην καθημερινή ζωή. Για παράδειγμα, ο Ντάιμον θεωρεί ότι είναι νωρίς να δούμε τις συνέπειες των υψηλών δημοσίων δαπανών ή μια άνευ προηγουμένου ποσοτική χαλάρωση ( QE ), αφού ποτέ στο παρελθόν αυτά τα φαινόμενα δεν πραγματοποιήθηκαν σε τέτοια κλίμακα και χωρίς πλαίσιο ύφεσης.
Το ίδιο ισχύει και για τη γεωπολιτική κατάσταση, οι επιπτώσεις της οποίας μπορεί να είναι πιο επιζήμιες μακροπρόθεσμα, ακόμη κι αν οι τρέχουσες συνέπειες είναι περιορισμένες.
Η πιο ύπουλη γεωπολιτική εποχή
«Θα μπορούσαμε να εισέλθουμε σε μια από τις πιο ύπουλες γεωπολιτικές εποχές μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», τονίζει. Αν και είναι πάντα δύσκολο να προβλέψουμε πώς αυτά τα είδη γεγονότων θα αλλάξουν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων, η JP Morgan πρέπει να προετοιμάσει τις δραστηριότητές της για διάφορα σενάρια.
Ακόμη και μπροστά σε πολύ διαφορετικά οικονομικά σενάρια, ο Ντάιμον πιστεύει ότι το κόστος χρηματοδότησης θα είναι υψηλό σε όλες τις περιπτώσεις. Εάν υπάρχει οικονομική ανάπτυξη και συγκρατημένος πληθωρισμός, το επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων θα πρέπει να είναι υψηλό λόγω των μεγαλύτερων κεφαλαιακών αναγκών. Εάν υπάρχει στασιμοπληθωρισμός, τότε θα πρέπει να επιβληθεί μεγαλύτερος νομισματικός περιορισμός για να μειωθεί ο πληθωρισμός.
Ο Ελληνικής καταγωγής τραπεζίτης θυμάται ότι μια απλή αύξηση 2% στο επιτόκιο αναφοράς οδηγεί σε προσαρμογή της αξίας των περιουσιακών στοιχείων κατά 20%, κάτι που θα είχε επιζήμιες οικονομικές συνέπειες . Μπροστά σε αυτό το περιοριστικό σενάριο, προκύπτει και η ικανότητα προσαρμογής των εταιρειών που μέχρι τώρα είχαν συνηθίσει σε νομισματικά κίνητρα. Σε κάθε περίπτωση, λέει ότι η τράπεζα που διευθύνει θα συνέχιζε να λειτουργεί επαρκώς στο χειρότερο σενάριο, αυτό του στασιμοπληθωρισμού.
Γενική απαισιοδοξία
Η αρνητική άποψη του Ντάιμον έρχεται σε μια περίοδο γενικής απαισιοδοξίας σχετικά με την εξέλιξη των επιτοκίων της Federal Reserve.
Η αγορά υπέθεσε ότι θα υπάρξουν πολλές περικοπές στα επιτόκια εφέτος. Προεξοφλήθηκαν αρχικά μάλιστα, μείωσεις έως και 150 μονάδων βάσης-έξι μειώσεις κατά 25 μονάδες-αλλά τώρα προτείνεται τώρα η κίνηση αυτή να περιοριστεί σε δύο μειώσεις (50 μονάδες βάσης συνολικά). Δηλαδή, η αγορά βλέπει πλέον και ένα περιβάλλον υψηλού κόστους χρηματοδότησης.