Το νέο blockbuster των αγορών είναι σε μορφή… ενέσιμη και χαπιού. Και βοηθάει στην αντιμετώπιση μίας πάθησης που στοιχίζει δισεκατομμύρια στις οικονομίες ετησίως: την παχυσαρκία (και τις ασθένειες που συνδέονται με αυτή). Τα φάρμακα που υπόσχονται απώλεια βάρους ή/και αντιμετώπιση του διαβήτη έχουν έρθει δυναμικά στο προσκήνιο, χάρη στην πρόοδο της επιστημονικής κοινότητας και των φαρμακευτικών.
Επί πολλές δεκαετίες οι προσδοκίες για ένα χάπι που θα «αφαιρεί» από επάνω μας κιλά είχαν αποδειχθεί φρούδες. Τα φάρμακα ωστόσο που πλέον κυκλοφορούν στην αγορά (και είναι συνταγογραφούμενα) έχουν αποτελέσματα. Με σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού να αναμένεται να είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο έως το 2030, η ζήτηση θεωρείται δεδομένη.
Όπως επισημαίνει ο Economist σε ρεπορτάζ του, αυτό που προκαλεί ακόμη μεγαλύτερο ενθουσιασμό – τόσο στον επιστημονικό κόσμο όσο και στους επενδυτές – είναι το γεγονός ότι ενδεχομένως να λάβουν έγκριση από τις αρμόδιες αρχές για ευρύτερη χρήση και όχι μόνο για απώλεια βάρους.
Οι κλινικές δοκιμές δείχνουν ότι θα μπορούσαν να περιορίσουν τον κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων, παθήσεων των νεφρών, ενώ θα μπορούσαν να έχουν αποτελέσματα ακόμη και σε ασθενείς με Αλτσχάιμερ. Υπολογίζεται ότι έως τα τέλη της δεκαετίας, τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας θα αποτελούν μία αγορά με ετήσιο τζίρο της τάξης των 80 δισ. δολαρίων.
Μάλιστα σε μία καθοριστικής σημασίας εξέλιξη, το Wegovy εξασφάλισε έγκριση από τον FDA για χρήση του με στόχο τη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών επιπλοκών.
Η εκτίναξη της κεφαλαιοποίησης
Οι εκτιμήσεις αυτές έχουν πυροδοτήσει ένα ράλι στις φαρμακευτικές που πρωταγωνιστούν έως τώρα στον χώρο, με κυριότερες τη δανέζικη Novo Nordisk και την αμερικανική Eli Lilly. Η πρώτη, χάρη στην εκρηκτική ζήτηση για τα Wegovy και Ozempic, έχει καταστεί η πιο πολύτιμη εισηγμένη της Ευρώπης και η 12η πιο πολύτιμη στον κόσμο. Από τις αρχές του 2023 η κεφαλαιοποίησή της έχει ενισχυθεί περισσότερο από 87% στα 560 δισ. δολάρια.
Η Eli Lilly που είχε ξεκινήσει από πολύ υψηλότερα επίπεδα χρηματιστηριακής αξίας, χάρη στα Zepbound και Mounjaro, εμφανίζει κεφαλαιοποίηση της τάξης των 740 δισ. δολαρίων. Ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν οι δοκιμές τους, μία από τις δύο εκτιμάται ότι θα είναι η πρώτη φαρμακευτική παγκοσμίως που θα σπάσει το φράγμα του 1 τρισ. δολαρίων, εισερχόμενη σε ένα κλαμπ στο οποίο σήμερα συναντάμε εν πολλοίς τεχνολογικούς κολοσσούς.
Οι ελλείψεις και οι τσουχτερές τιμές
Αυτή τη στιγμή η προσφορά των συγκεκριμένων φαρμάκων υπολείπεται της ζήτησης. Οι ελλείψεις των δραστικών συστατικών τους, όπως η σεμαγλουτίδη για το Wegovy, βάζουν φρένο στα επίπεδα παραγωγής. Και με τη θεραπεία (με βάση τις τιμές καταλόγου) να στοιχίζει 16.000 δολάρια το χρόνο, το κόστος είναι σίγουρα ένα πρόβλημα. Λίγοι είναι σε θέση να αντέξουν οικονομικά το κόστος χωρίς κάλυψη από ταμεία και ασφαλιστικέ εταιρείες.
Η πρόσβαση θα είναι ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα σε μεγάλο μέρος του αναδυόμενου κόσμου, ο οποίος αναμένεται να έρθει αντιμέτωπος με μεγαλύτερη αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας, καθώς αυξάνονται τα εισοδήματα και αλλάζουν οι δίαιτες. Μέχρι στιγμής, οι περισσότερες από τις πωλήσεις των Lilly’s και Novo ήταν στην Αμερική, με τις υπόλοιπες να πηγαίνουν κυρίως στην Ευρώπη.
Ο ανταγωνισμός και το μέλλον των φαρμάκων
Ωστόσο, υπάρχουν καλοί λόγοι να πιστεύουμε ότι στο μέλλον η αγορά θα δει διευρυμένη προσφορά, χαμηλότερες τιμές και μια πιο παγκόσμια βάση ασθενών. Για αρχή, οι επενδύσεις της Lilly και της Novo για την επέκταση της παραγωγής αναμένεται να μειώσουν τα σημεία συμφόρησης με την πάροδο του χρόνου. Και οι δύο εταιρείες ρίχνουν δισεκατομμύρια δολάρια για να ενισχύσουν την προσφορά- τόσο «χτίζοντας» τη δική τους παραγωγική ικανότητα όσο και συνεργαζόμενοι με άλλες φαρμακευτικές.
Και οι δύο εταιρείες έχουν επίσης νεότερες εκδόσεις των φαρμάκων στα τελευταία στάδια ανάπτυξης που είναι πιο αποτελεσματικά ή έχουν λιγότερες παρενέργειες. Πιο σημαντικό μακροπρόθεσμα, ωστόσο, είναι το σύνολο των ανταγωνιστών που ετοιμάζονται να εισέλθουν στην αγορά.
Ήδη είναι σε εξέλιξη σχεδόν 100 κλινικές δοκιμές για φάρμακα κατά της παχυσαρκίας από 70 εταιρείες. Αυτές περιλαμβάνουν μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες (Amgen και Boehringer Ingelheim) και μικρότερες βιοτεχνολογικές εταιρείες (Viking Therapeutics and Structure Therapeutics) στη Δύση, καθώς και κινεζικές φαρμακοβιομηχανίες όπως η Sciwind Biosciences και η Eccogene. Πολλές δοκιμάζουν εκδοχές θεραπειών, που είναι αρκετά διαφορετικές από τα Wegovy και Zepbound.