Νέο «ραντεβού» με τον Εμανουέλ Μακρόν θα έχουν οι Γάλλοι αγρότες το Σαββατοκύριακο, στο πλαίσιο της Διεθνούς Αγροτικής Έκθεσης, που εγκαινιάζεται στις 24 Φεβρουαρίου, στο Παρίσι. «Περιμένουμε να πραγματοποιηθούν οι κυβερνητικές υποσχέσεις, διαφορετικά θα τύχουν κακής υποδοχής, τόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όσο και οι υπουργοί του», προειδοποιούν οι ηγέτες των αγροτών.
Μετά τις τελευταίες κινητοποιήσεις, ο Γάλλος πρωθυπουργός Γκαμπριέλ Ατάλ κατόρθωσε να κατευνάσει προσωρινά τις αντιδράσεις των αγροτών με υποσχέσεις για έκτακτες επιχορηγήσεις, ύψους 400 εκατομμυρίων ευρώ και για φορολογική και κοινωνική στήριξη 150 εκατομμυρίων ευρώ στους κτηνοτρόφους. «Να μην νομίζει κανείς ότι επειδή τα τρακτέρ επέστρεψαν στα χωράφια, τα πράγματα έχουν τακτοποιηθεί», προειδοποίησε ο πρόεδρος της Εθνικής Ομοσπονδίας Συνδικάτων Αγροτών (FNSEA) Αρνό Ρουσό.
Ο Γάλλος υπουργός Γεωργίας Μαρκ Φεσνό υποσχέθηκε ότι το σχετικό νομοσχέδιο θα κατατεθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας πριν από τα τέλη Φεβρουαρίου και θα ψηφιστεί από τη Βουλή πριν από τον Ιούνιο. Τόνισε πάντως ότι «είναι μια κρίση που έρχεται από μακριά και όταν ξετυλίγεις όλα αυτά τα προβλήματα και ανοίγεις την κουκούλα, προφανώς πετάγονται όλο και πιο πολλά προς τα έξω».
Δεν έχει βρεθεί για παράδειγμα, λύση, στο σχέδιο Ecophyto, που είχε στόχο να μειώσει στο μισό τη χρήση φυτοφαρμάκων έως το 2030 (σε σύγκριση με το 2015-2017). Η γαλλική κυβέρνηση έχει υποσχεθεί την προσωρινή «διαγραφή» του για να αναζητήσει έναν νέο δείκτη, αλλά μέχρι τώρα, λύση που να ικανοποιεί τόσο τους αγρότες όσο και τους υπερασπιστές του περιβάλλοντος, απέχει πολύ από το να έχει βρεθεί. «Στα εγκαίνια της Διεθνούς Αγροτικής Έκθεσης, ο Μακρόν θα πρέπει επομένως να ανακοινώσει ποιο είναι το όραμά του για τη γεωργία για τα επόμενα χρόνια και τι κάνουμε αμέσως», δήλωσε ο Αρνό Ρουσό. Γιατί αν οι ανακοινώσεις είναι απογοητευτικές, «οι αγρότες θα καταλάβουν ότι τους κοροϊδεύουν και φαντάζομαι ότι οι κινητοποιήσεις θα ξαναρχίσουν», προειδοποίησε ο ηγέτης των αγροτών.
Διαμαρτυρίες παντού
Οι διαμαρτυρίες των αγροτών έχουν εξαπλωθεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες: Ρουμανία, Βέλγιο, Ολλανδία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Λιθουανία και στην Ελλάδα. Οι διαδηλωτές εξακολουθούν να αποκλείουν δρόμους και πόλεις με τα τρακτέρ και να πραγματοποιούν πορείες. «Οποιος πίστευε ότι ο αγροτικός κόσμος θα σταματήσει να αγωνίζεται στο όνομα κάποιων λίγων παραχωρήσεων, θα πρέπει να το ξανασκεφτεί», λένε εκπρόσωποι των Ευρωπαίων αγροτών. Όσον αφορά τα αιτήματα, τα περισσότερα είναι κοινά: αφορούν τις οικονομικές δυσκολίες των αγροτών, το αυξανόμενο κόστος, τον υπερβολικό ανταγωνισμό από άλλες χώρες, την ασφυκτική γραφειοκρατία και τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς της Ε.Ε.
Μία αυτοκτονία, κάθε δύο ημέρες
Στη Γαλλία, για παράδειγμα, μια επιτροπή της Γερουσίας εξέτασε τις αυτοκτονίες αγροτών, ένα φαινόμενο που προκάλεσε αίσθηση. Μία μελέτη του 2021 έδειξε ότι υπήρχε μία αυτοκτονία αγρότη, κάθε δύο μέρες. Σύμφωνα με την μελέτη, στην κατάσταση αυτή οδηγούσε μια σειρά παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των χαμηλών απολαβών. Ενας από τους γερουσιαστές που συνέταξαν τη μελέτη, δήλωσε ότι το μέσο εισόδημα των Γάλλων αγροτών ήταν 1030 ευρώ το μήνα για δουλειά 70 ωρών την εβδομάδα. Ο ίδιος ο Μακρόν είχε κάνει μάλιστα λόγο κατά την προεκλογική εκστρατεία, για μέσο εισόδημα των αγροτών, ύψους… 350 ευρώ τον μήνα.
Τα αιτήματα των Ευρωπαίων αγροτών συνδέονται εν μέρει με την Πράσινη Συμφωνία της Κομισιόν, που παρουσιάστηκε τον Δεκέμβριο του 2019. Η προσοχή των μέσων ενημέρωσης έχει επικεντρωθεί σε αυτά, προωθώντας μια απλοϊκή αφήγηση, σύμφωνα με την οποία ο «περιβαλλοντισμός» της Επιτροπής συγκρούεται με τη διαμαρτυρία των αγροτών για τον ευρωπαϊκό κανονισμό για την «Αποκατάσταση της Φύσης», ο οποίος, μεταξύ άλλων, επιβάλλει υποχρεωτική «αγρανάπαυση» στο 4% της γεωργικής γης. Πρέπει όμως να ληφθούν υπόψη τα μακροπρόθεσμα στοιχεία που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση, όπου η επιτακτική ανάγκη για προστασία του περιβάλλοντος επισκιάζει την αιτιολογημένη συζήτηση για το «ποιος πληρώνει το λογαριασμό».
Τρεις παράγοντες
«Η πολυπλοκότητα της κατάστασης φαίνεται από τρεις παράγοντες», λένε στην «Ναυτεμπορική» Ευρωπαίοι αγροτοσυνδικαλιστές:
- Ο πρώτος είναι η εμπορευματοποίηση του κλάδου σε ένα πλαίσιο αυξανόμενου ανταγωνισμού, ο οποίος ευνοεί τις μεγαλύτερες γεωργικές εταιρείες, όπως φαίνεται και από την άνιση κατανομή των κοινοτικών πόρων από την ΚΑΠ: Το 80% των επιδοτήσεων πηγαίνει μόλις στο 20% των εκμεταλλεύσεων σε όλη την Ε.Ε.
- Ο δεύτερος παράγοντας είναι ο ολοένα και πιο οξύς ανταγωνισμός από διάφορες συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών όπως η CETA (Ε.Ε.-Καναδάς), η Ε.Ε.-MERCOSUR (με διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής).
- Ο τρίτος παράγοντας είναι η διακύμανση των τιμών των αγροτικών προϊόντων και των συντελεστών παραγωγής τους. Ιδιαίτερα το κόστος των λιπασμάτων έχει εκραγεί λόγω της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου λόγω των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Όπως γράφει το Politico, «τα περιθώρια κέρδους των αγροτών έχουν μειωθεί σε περιόδους ύφεσης, όχι μόνο για τις τιμές που παίρνουν για τα προϊόντα τους, αλλά και λόγω του πολύ αυξημένου κόστους παραγωγής».