Τι θα συμβεί στο παγκόσμιο εμπόριο, αν ο Ντόναλντ Τραμπ νικήσει στις προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο, στις Ηνωμένες Πολιτείες; Το ερώτημα αυτό απασχολεί ήδη την παγκόσμια αγορά, καθώς ο Τραμπ προηγείται σταθερά ακόμη και με 11 μονάδες του Τζο Μπάιντεν, στις δημοσκοπήσεις.
Όταν ρωτήθηκε για τις σχέσεις με την Κίνα, ο Τραμπ είπε την περασμένη Κυριακή στο Fox News ότι εάν γινόταν ξανά πρόεδρος, θα σκεφτόταν να επιβάλει δασμούς άνω του 60% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές. «Ο Ντόναλντ Τραμπ προετοιμάζει έναν νέο μεγάλο εμπορικό πόλεμο κατά της Κίνας, ο οποίος θα μπορούσε να έχει διεθνείς επιπτώσεις», προειδοποιεί η Washington Post.
Ως πρόεδρος, ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 25% σε κινεζικά προϊόντα ,ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον Ιούνιο του 2018. Το Πεκίνο αντέδρασε με δικούς του δασμούς και η σπείρα συνεχίστηκε έως ότου οι δύο χώρες κατέληξαν σε συμφωνία το 2020. Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό τους δασμούς της εποχής Τραμπ.
Παρά το γεγονός ότι επαινούσε συχνά ως «καλό του φίλο» τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζιπίνγκ και μάλιστα υπέγραψε εμπορική συμφωνία μαζί του το 2020, ο Τραμπ έχει πλέον υιοθετήσει μια πιο σκληρή στάση έναντι του Πεκίνου κατά τη νέα προεκλογική εκστρατεία.
Ο πρώην πρόεδρος είπε μάλιστα πώς πιστεύει ότι η Κίνα θα προσπαθήσει να παρέμβει στις προεδρικές εκλογές του 2024. «Νομίζω ότι θα το κάνουν, και δεν θα επέμβουν υπέρ μου», ισχυρίστηκε ο Τραμπ.
Τεράστιες ανατροπές
«Όλες αυτές οι επιλογές, σύμφωνα με ορισμένους οικονομολόγους που επικαλείται η Washington Post, θα οδηγούσαν σε τεράστιες ανατροπές για τις ΗΠΑ και τις παγκόσμιες οικονομίες, ο αντίκτυπος των οποίων θα ήταν πολύ μεγαλύτερος από εκείνον των εμπορικών πολέμων που ξεκίνησε ο Τραμπ στην πρώτη του θητεία».
«Είναι σαφές ότι ο Ντόναλντ Τραμπ σχεδιάζει τον επόμενο εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, αν εκλεγεί πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών», εκτιμά και ο Ελβετός οικονομολόγος Ντέιβιντ Ντορν, καθηγητής στον τομέα της Παγκοσμιοποίησης και των Αγορών Εργασίας στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης. «Ο Τραμπ έχει ήδη πει ότι στη δεύτερη θητεία του θα επιβάλει δασμούς 60% στις κινεζικές εισαγωγές. Επιπλέον, όλες οι άλλες εισαγωγές στις ΗΠΑ θα πρέπει να υπόκεινται σε δασμούς τουλάχιστον 10%. Οι περικοπές θα ήταν τεράστιες και τα αντίμετρα δεν θα αργήσουν να έρθουν», υποστηρίζει ο καθηγητής Ντορν μιλώντας στην εφημερίδα ΝΖΖ. «Από αυτή την άποψη, ένας άλλος εμπορικός πόλεμος δεν θα ήταν έκπληξη εάν ο Τραμπ επανεκλεγεί», λέει ο Ελβετός καθηγητής .
Τραμπ: Περισσότεροι δασμοί σε κινεζικά προϊόντα αν κερδίσω τις εκλογές
Ο οικονομολόγος του πανεπιστημίου της Ζυρίχης υπενθυμίζει επίσης ότι ο Τραμπ ξεκίνησε έναν εμπορικό πόλεμο με το Μεξικό και τον Καναδά σχετικά νωρίς στην πρώτη του θητεία. Με τον τρόπο αυτό, ανάγκασε τις δύο γειτονικές χώρες των ΗΠΑ να επαναδιαπραγματευτούν τη Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου, δίνοντας πρόσθετα πλεονεκτήματα στην Ουάσιγκτον. «Από πολιτική άποψη, ο Τραμπ μπόρεσε να αυξήσει τη δημοτικότητά του στην Αμερική, αλλά από οικονομική άποψη, η εμπορική πολιτική δεν στέφθηκε με επιτυχία: δεν οδήγησε σε οικονομική βελτίωση στις πληγείσες περιοχές» αναφέρουν σε πρόσφατη μελέτη τους τέσσερις επιφανείς οικονομολόγοι του ΜΙΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και των πανεπιστημίων του Χάρβαρντ και της Ζυρίχης.
Μικρή συμβολή στην αύξηση της απασχόλησης
Η μελέτη υπό τον τίτλο «Οι επιπτώσεις της πολιτικής Τραμπ στην απασχόληση και στις εκλογές στις ΗΠΑ», έδειξε ότι «οι υψηλότεροι δασμοί στις εισαγωγές από την Κίνα μεταξύ 2018 και 2019 είχαν μικρή ή καθόλου επίδραση στην απασχόληση». στους τομείς που ήταν πιο προστατευμένες περιοχές. «Ενώ οι επιπτώσεις των δασμών στην απασχόληση ήταν μικρές στις περισσότερες περιοχές των ΗΠΑ, τα πολιτικά κέρδη για τους Ρεπουμπλικάνους ήταν αρκετά μεγάλα», λέει πάντως ο καθηγητής Ντέιβιντ Ντορν, εκ των συγγραφέων της μελέτης.
«Οι εμπορικές πολιτικές του Τραμπ οδήγησαν άλλες χώρες να αναλάβουν δράση κατά των αμερικανικών προϊόντων. Και αυτά τα αντίποινα είχαν αρνητικό αντίκτυπο στις αμερικανικές θέσεις εργασίας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη γεωργία. Η Κίνα αύξησε απότομα τους δασμούς στη σόγια και το βαμβάκι από τις ΗΠΑ – με αποτέλεσμα οι Αμερικανοί αγρότες να εξάγουν λιγότερα».
Η κυβέρνηση Τραμπ απάντησε στις αρνητικές συνέπειες του εμπορικού πολέμου, αυξάνοντας τις δαπάνες στήριξης για τη γεωργία. Ωστόσο, τα περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανήθηκαν θα μπορούσαν μόνο εν μέρει να μετριάσουν τη ζημία που προκλήθηκε από τους κινεζικούς δασμούς. Οι τέσσερις οικονομολόγοι τονίζουν μάλιστα ότι «η καθαρή επίδραση των εισαγωγικών δασμών, των αντίποινων και των γεωργικών επιδοτήσεων στην απασχόληση σε τοποθεσίες που εκτίθενται στον εμπορικό πόλεμο, ήταν στην καλύτερη περίπτωση ασήμαντη, ίσως και ελαφρώς αρνητική».
Άλλες μελέτες κάνουν επίσης λόγο για αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις: ειδικότερα οι καταναλωτές στις ΗΠΑ επωμίζονται το κόστος των υψηλότερων δασμών.
Τα εμπορικά στοιχεία δείχνουν πάντως και μια επιτυχία των πολιτικών του Τραμπ. Η σημασία των κινεζικών εισαγωγών για τις ΗΠΑ έχει μειωθεί. Ωστόσο, οι εισαγωγές από χώρες όπως το Μεξικό και το Βιετνάμ έχουν αυξηθεί.Οι στατιστικές του εμπορίου υποδηλώνουν ότι τα κινεζικά ενδιάμεσα ή τελικά προϊόντα εισήλθαν στις Ηνωμένες Πολιτείες ,μέσω αυτών των χωρών.
Σε ισχύ ο προστατευτισμός
Ανεξάρτητα από το ποιος θα εκλεγεί στον Λευκό Οίκο τον Νοέμβριο, πάντως, οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι θα παραμείνουν σε ισχύ οι προστατευτικές πολιτικές για την προστασία της αμερικανικής βιομηχανίας. «Η διαφορά πιθανό να έγκειται μόνο στην επιθετικότητα των μέσων και στη ρητορική: Ενώ ο Τραμπ θα μπορούσε να προχωρήσει σε τροχιά σύγκρουσης με άλλες χώρες αυξάνοντας τους δασμούς, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προσπαθεί συγκεκριμένα να προωθήσει ορισμένες βιομηχανίες.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό τους δασμούς από την εποχή του Τραμπ – αλλά χωρίς να τους αυξήσει. Ο καθηγητής Ντορν υποψιάζεται ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν απέχει από την κατάργηση των οικονομικά παράλογων δασμών για πολιτικούς λόγους: Ο Μπάιντεν δεν θέλει να εμφανιστεί «χαλαρός» απέναντι στο Πεκίνο. Η Κάθριν Τάι, εμπορική εκπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών, δικαιολόγησε τη διατήρηση των μέτρων του Τραμπ, λέγοντας ότι οι δασμοί έχουν στρατηγική αξία για την ενίσχυση του αμερικανικού βιομηχανικού τομέα και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Διαβάστε ακόμη