Στη Βραζιλία μια αναθεώρηση των φόρων κατανάλωσης που ψηφίστηκε από το Κογκρέσο τον Δεκέμβριο χαρακτηρίστηκε «ιστορική», «επαναστατική» και «θαύμα». «Κανείς δεν πίστευε ότι αυτό θα ήταν δυνατό», καυχήθηκε ο Πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα και το Κογκρέσο ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Η μεταρρύθμιση θα απλοποιήσει σε έναν βαθμό αυτό, στο οποίο οι διεθνείς οργανισμοί έχουν δώσει τον διόλλου κολακευτικό τίτλο του πιο περίπλοκου φορολογικού συστήματος στον κόσμο. Μπορεί όμως η κυβέρνηση του Λούλα να αντέξει την πίεση από ομάδες ειδικών συμφερόντων προκειμένου να την εφαρμόσει πλήρως; Αυτό είναι το ερώτημα που θέτει σε ανάλυσή του ο Economist.
Η φορολογική αναθεώρηση είναι η τελευταία και πιο σημαντική σε μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στη Βραζιλία. Το 2017 η εργατική νομοθεσία εκσυγχρονίστηκε υπό τον Μικέλ Τεμέρ, έναν κεντροδεξιό πρόεδρο. Υπό τον δεξιό λαϊκιστή διάδοχο του Τεμέρ, Ζαΐχ Μπολσονάρου, το Κογκρέσο ενέκρινε την ασφαλιστική μεταρρύθμιη που αύξησε την ηλικία συνταξιοδότησης. Το γεγονός ότι έχουμε διαρκείς μεταρρυθμίσεις οφείλεται στο ότι «ειλικρινά, το κράτος ξέμεινε από χρήματα», όπως λέει στον Economist η Τατιάνα Ριμπέιρο του Competitive Brazil Movement, ομάδας έρευνας. Μια βαθιά ύφεση το 2014 επιδεινώθηκε από τη δημοσιονομική σπατάλη και προκάλεσε τεράστιες διαδηλώσεις στις πόλεις της Βραζιλίας.
Όλοι έχουν την εξουσία να επιβάλλουν φόρους – Το απόλυτο χάος
Για να γίνει ωστόσο αντιληπτό γιατί η σημερινή φορολογική μεταρρύθμιση θεωρείται επαναστατική, πρέπει να δούμε πώς είναι το ισχύον σύστημα. Το Σύνταγμα, που θεσπίστηκε το 1988, έδωσε και στα τρία επίπεδα διακυβέρνησης —ομοσπονδιακό, πολιτειακό και δημοτικό— την εξουσία να επιβάλλουν φόρους κατανάλωσης. Από τις 174 χώρες που έχουν φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – τον πιο συνηθισμένο φόρο κατανάλωσης – η συντριπτική πλειοψηφία τους εισπράττει σε εθνικό επίπεδο. Η Βραζιλία είναι μοναδική ως προς τον τρόπο με τον οποίο κατανέμει την ευθύνη για τη φορολόγηση των υπηρεσιών στους δήμους και τον υψηλό βαθμό ελευθερίας που τους παρέχει. Καθώς η Βραζιλία έχει 27 πολιτείες και 5.570 δήμους, η χώρα έγινε «φρενοκομείο φόρων», σχολιάζει ο Maílson da Nóbrega, πρώην υπουργός Οικονομικών.
Αυτό το χαοτικό σύστημα έχει δημιουργήσει άφθονες αντιδικίες. Το 2019 η Παγκόσμια Τράπεζα υπολόγισε ότι οι εταιρείες της χώρας χρειάζονται 1.501 ώρες ετησίως για να συμμορφωθούν με τη φορολογική νομοθεσία της Βραζιλίας, σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο όρο των 234 ωρών. Πολλές επιχειρήσεις δεν είναι βέβαιες ποιους φόρους πρέπει να πληρώσουν και σε ποια οντότητα.
Η αξία των εν εξελίξει υποθέσεων στα δικαστήρια της Βραζιλίας που αφορούν εκπτώσεις φόρου είναι πάνω από 5 τρισεκατομμύρια ρεάλ (1 τρισεκατομμύριο δολάρια), που ισοδυναμεί με το 75% του ΑΕΠ της χώρας.
Πολλές εταιρείες προσφεύγουν στα δικαστήρια για να επαναταξινομήσουν τα προϊόντα τους προκειμένου να αποφύγουν τους φόρους. Η Crocs, βρίσκεται σε δικαστική μάχη από το 2015 για να αναγνωριστεί το κορυφαίο προϊόν της ως «παντόφλες», οι οποίες απαλλάσσονται από ορισμένους φόρους, αντί για «υποδήματα με εξωτερικές σόλες και επάνω μέρος από καουτσούκ ή πλαστικό», που δεν απολαμβάνουν απαλλαγής.
Το φορολογικό σύστημα εισάγει επίσης στρεβλώσεις. Η Βραζιλία χρεώνει ΦΠΑ όπου παράγεται ένα αγαθό και όχι εκεί όπου καταναλώνεται. Αυτό οδήγησε τις πολιτείες και τις πόλεις να προσφέρουν φορολογικές ελαφρύνσεις για να προσελκύσουν εταιρείες. Είναι αδύνατο να ποσοτικοποιηθεί το κόστος τους, καθώς οι περισσότερες τοπικές κυβερνήσεις δεν το υπολογίζουν. Ωστόσο, το ΔΝΤ έχει υπολογίσει ότι τέτοιες ελαφρύνσεις ανέρχονται σε περισσότερο από 5% του ΑΕΠ στα χαμένα έσοδα κάθε χρόνο.
Το σύστημα αυξάνει επίσης το κόστος παραγωγής και βλάπτει τις επενδύσεις, σύμφωνα με τον Economist. Πολλοί από τους φόρους της Βραζιλίας είναι σωρευτικοί. Αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες που παράγουν αγαθά πρέπει να πληρώνουν φόρο για κάθε εισροή που αγοράζεται χωρίς την εξασφάλιση επιστροφών, όπως συμβαίνει αλλού. Τα προϊόντα που είναι πιο πολύπλοκα στην παραγωγή, που απαιτούν περισσότερη τεχνολογία και εισροές, επιβαρύνονται δυσανάλογα.
Τι θα αλλάξει
Σύμφωνα με το νέο σύστημα, οι πέντε κύριοι φόροι κατανάλωσης θα μετατραπούν σε δύο συντελεστές ΦΠΑ: ο ένας θα εισπράττεται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και ο άλλος από μια διευθύνουσα επιτροπή με εκπροσώπους από πολιτείες και δήμους. Οι εταιρείες θα πρέπει πλέον μόνο να εγγραφούν στην επιτροπή, αντί να υποβάλουν φορολογικές δηλώσεις σε κάθε πολιτεία και δήμο στον οποίο βρίσκονται.
Η επιτροπή θα εναρμονίσει τους φόρους σε όλες τις περιφέρειες, τερματίζοντας τη διακριτική ευχέρεια των κρατών και των δήμων. Οι φόροι δεν θα είναι πλέον σωρευτικοί, οι πιστώσεις για εισροές θα είναι αυτόματες και οι φόροι θα χρεώνονται όταν κάποιος αγοράζει το προϊόν. Η απλούστευση σημαίνει ότι ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ μπορεί να καταλήξει στο 27,5% έως το τέλος του 2033 (μέχρι την πλήρη ισχύ της μεταρρύθμισης).
Αυτό το ποσοστό θα εξακολουθούσε να είναι το υψηλότερο από οποιαδήποτε μεγάλη οικονομία, αλλά ένα βήμα κάτω από το 34% που ισχύει σε πολλές περιπτώσις σήμερα.