Για δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια, μία διαμάχη στη γειτονιά της Ευρώπης, απειλεί να ξυπνήσει μία ήδη δοκιμαζόμενη οικονομία, την ώρα που η αμερικανική οικονομία παραμένει σε απόσταση ασφαλείας. Και το περίεργο είναι πως σε αυτή τη διαμάχη οι ΗΠΑ έχουν πολύ μεγαλύτερη εμπλοκή από ό,τι οι Ευρωπαίοι.
Η νέα διαμάχη δεν είναι άλλη από αυτή που ξεκινά από τη Λωρίδα της Γάζας, αλλά έχει «απλωθεί» στην Ερυθρά Θάλασσα και απειλεί να προκαλέσει ισχυρούς κραδασμούς στο παγκόσμιο εμπόριο, με την Ευρώπη να σηκώνει και πάλι το μεγάλο βάρος. Η μία μετά την άλλη οι ναυτιλιακές επιλέγουν να αποφύγουν την καθοριστικής σημασίας αυτή πλωτό οδό και να στραφούν στην κατά πολύ μεγαλύτερη και κατά συνέπεια ακριβή διαδρομή γύρω από την Αφρική, μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας, προκειμένου να αποφύγουν πιθανές επιθέσεις των Χούθι. Οι ΗΠΑ με τη βοήθεια της Βρετανίας πραγματοποιούν πυραυλικές επιθέσεις κατά στόχων των ανταρτών στην Υεμένη και εκείνοι δηλώνουν αποφασισμένοι για ακόμη μεγαλύτερη πλήγματα.
Οι παρακάμψεις των πλοίων εκτινάσσουν στα ύψη το κόστος των εμπορευματοκιβωτίων. Και όταν το κοντέινερ ακριβαίνει, ακριβαίνουν… τα πάντα. Η ακρίβεια δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Wall Street Journal κορυφαίοι όμιλοι λιανικής ανησυχούν ότι θα εξαντληθούν αποθέματα περιζήτητων προϊόντων, ενώ οι βιομηχανίες αντιμετωπίζουν ήδη κάποιες ελλείψεις σε πρώτες ύλες και βασικά εξαρτήματα, με αποτέλεσμα να επιβραδύνουν τις γραμμές παραγωγής ή και να αναστέλλουν τη λειτουργία ορισμένων εργοστασίων. «Είναι ξεκάθαρα ένας από τους δυσμενείς παράγοντες, που πιέζουν την ανάπτυξη και μπορούν να δώσουν ώθηση στον πληθωρισμό. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για έναν υφεσιακό κίνδυνο» σχολίασε στη WSJ η Άνα Μποάτα, επικεφαλής οικονομολόγος στην Allianz Trade.
«Ναρκοπέδιο» για τον παγκόσμιο εφοδιασμό η κρίση στην Ερυθρά
Oι ΗΠΑ σε ευνοϊκή θέση
Οι πρόσφατες γεωπολιτικές εντάσεις δείχνουν σε πόσο πιο ευνοϊκή θέση βρίσκονται οι ΗΠΑ από την Ευρώπη. Οι ΗΠΑ ως μεγάλος παραγωγός σχιστολιθικού πετρελαίου και LNG κέρδισε ουσιαστικά από την ενεργειακή κρίση, που πυροδότησε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Τώρα οι νέες επιπλοκές στην εφοδιαστική αλυσίδα πληγώνουν και πάλι τους Ευρωπαίους που εισάγουν προϊόντα από την Ασία. Δεν έχουμε βεβαία ακόμη μία κατάσταση ανάλογη εκείνης που βιώσαμε το 2020 και το 2021 με την πανδημία του Covid-19 και τα lockdown, εν μέρει επειδή οι επιχειρήσεις έχουν μάθει από το πάθημα της προ τριετίας κρίσης και διατηρούν πλέον υψηλότερα αποθέματα στις αποθήκες.
Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της IKEA που είδε τα δρομολόγια μεταφοράς των προϊόντων της να μεγαλώνουν κατά περίπου 10 ημέρες, χωρίς όμως προς το παρόν να επηρεάζονται οι πελάτες. Προειδοποίησε όμως πως αν η νέα «κρίση των Χούθι» έχει μεγάλη διάρκεια, μέσα στους επόμενους μήνες θα γίνει αισθητός ο αντίκτυπος.
Διπλασιασμός του κόστους μεταφοράς και φόβοι ύφεσης
Τα εμπορικά πλοία που περνούν από την Ερυθρά Θάλασσα μεταφέρουν περίπου το 40% των αγαθών του εμπορίου Ευρώπης – Ασίας. Αρχικά οι Χούθις υποστήριξαν ότι θα βάζουν στο στόχαστρο μόνο ισραηλινά πλοία ή εκείνα που οδεύουν προς ισραηλινά λιμάνια. Στην πράξη χτυπούν αδιακρίτως και αναγκάζουν τις ναυτιλιακές να αλλάξουν πορεία. Η Oxford Economics υπολογίζει ότι ένα πλοίο για να φτάσει από την Ταϊβάν στην Ολλανδία μέσω Ερυθράς Θάλασσας και Διώρυγας του Σουέζ θέλει 25 -26 μέρες να ολοκληρώσει το ταξίδι του. Αν αναγκαστεί να περάσει από το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας χρειάζεται τουλάχιστον 34 ημέρες.
Το κόστος μεταφοράς ενός κοντέινερ από Κίνα ή Ταϊβάν στο λιμάνι του Ρότερνταμ της Ολλανδίας έχει διπλασιαστεί από τον περασμένο Νοέμβριο και κοστίζει πια 4.400 δολάρια. Η Allianz Trade υπολογίζει ότι ο διπλασισμός του κόστους μεταφοράς, εάν κρατήσει για περισσότερο από τρεις μήνες, θα μπορούσε να σπρώξει τον πληθωρισμό υψηλότερα κατά 3/4 της μονάδας, να πλήξει τους ρυθμούς ανάπτυξης κατά μία μονάδα και ουσιαστικά να οδηγήσει σε συρρίκνωση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης μέσα στο 2024.
Ο Πάολο Τζεντιλόνι, επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της Ε.Ε., παραδέχθηκε στους δημοσιογράφους τη Δευτέρα ότι η κατάσταση στην Ερυθρά Θάλασσα είναι ανησυχητική και «θα πρέπει να παρακολουθείται πολύ στενά».