Χιλιάδες τρακτέρ να έχουν αποκλείσει τους δρόμους πολλών γερμανικών πόλεων, οι εργαζόμενοι στα τρένα απεργούν, η οικονομία σε ύφεση, ο τρικομματικός κυβερνητικός συνασπισμός στα πρόθυρα διάλυσης και ο επικεφαλής καγκελάριος Όλαφ Σολτς να θεωρείται «πολύ αδύναμος» και να γίνεται συνεχώς στόχος διαμαρτυριών: Και όποιος ακούει τα στελέχη του SPD αυτές τις μέρες θα παρατηρήσει ότι όλο και λιγότεροι κατανοούν γιατί πρέπει να την ακολουθούν υπάκουα!.
Και όλα αυτά στην πάλαι ποτέ «ατμομηχανή» της Ευρώπης.
Το 2024 βρίσκει τη Γερμανία στη χειρότερη ίσως, φάση από την εποχή της επανένωσης: Το κυβερνών Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) καταρρέει στις δημοσκοπήσεις και οδεύει με μαθηματική ακρίβεια σε συντριβή στις ευρωεκλογές του Ιουνίου, αλλά και στα τρία ανατολικο- γερμανικά κρατίδια που διεξαχθούν εφέτος εκλογικές αναμετρήσεις. Στη Σαξονία, οι σοσιαλδημοκράτες βρίσκονται μόλις στο 3%.
Πολλά γέλια πυροδότησε μάλιστα η απόφαση του SPD, να πραγματοποιηθεί η συνεδρίαση της εκτελεστικής επιτροπής της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος στο πολυτελές εστιατόριο «Koko & Lores» του Βερολίνου! Για πρώτη φορά μάλιστα στην μεταπολεμική Γερμανία ασκούνται πιέσεις για πρόωρες εκλογές, μήπως και αντιστραφεί η άσχημη κατάσταση.
«Είναι η οικονομία»
Πίσω από τη ζοφερή αυτή κατάσταση κρύβεται φυσικά «η οικονομία ηλίθιε», που θα αναφωνούσε και ο Μπιλ Κλίντον.Η γερμανική βιομηχανία δεν σηκώνει κεφάλι και τα στοιχεία συνεχίζουν να δείχνουν μια πολύ ανησυχητική γενική εικόνα. Σε καθοδική τροχιά πριν από τον Covid , η κατάσταση επιδεινώθηκε με τον πόλεμο στην Ουκρανία αφού σταμάτησε η εισαγωγή φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου, πλήττοντας ανεπανόρθωτα τη γερμανική βιομηχανία και τις εξαγωγές της χώρας.
Η γενική έλλειψη επενδύσεων αντικατοπτρίζεται και στην κατάρρευση των υποδομών . «Η ποιότητα των γερμανικών δρόμων επιδεινώνεται από διάφορους δείκτες από το 2010 και η ψηφιακή υποδομή στη Γερμανία εξακολουθεί να χρειάζεται βελτίωση
Οι αδύναμες επενδύσεις και ο αυξανόμενος παγκόσμιος ανταγωνισμός με επικεφαλής την Κίνα, επιταχύνουν τη φθορά. Η περίπτωση της Γερμανίας με την Κίνα είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική. Επί χρόνια, οι γερμανικές εταιρείες ευημερούν χάρη στην όρεξη της Κίνας για μηχανήματα, χημικά και αυτοκίνητα. Η Κίνα παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας και σχεδόν οι μισοί Γερμανοί κατασκευαστές εξαρτώνται από ενδιάμεσες εισροές από την Κίνα.
Το σινο-γερμανικό εμπόριο υποστηρίζει περισσότερες από ένα εκατομμύριο άμεσες θέσεις εργασίας και από τις 10 πιο πολύτιμες εισηγμένες εταιρείες στη Γερμανία, οι εννέα αποκτούν τουλάχιστον το 10% του εισοδήματός τους από την Κίνα (έναντι δύο από τις ΗΠΑ).
Πτώση βιομηχανικής παραγωγής
Η Γερμανία αντιπροσωπεύει περίπου το 25% του ΑΕΠ της ευρωζώνης με βάση τις εξαγωγές, αλλά η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε τον Νοέμβριο (για έκτο συνεχόμενο μήνα) κατά 0,7% Για το σύνολο του 2023, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε σχεδόν 5%. Είναι μάλιστα 9,4% χαμηλότερη από το προ-πανδημικό επίπεδο .
Ωστόσο, οι αναλυτές της ING Κάρστεν Μπρζέσκι και Φραντσίσκα Μπιελ τονίζουν σε έκθεσή του ότι τα προβλήματα προέρχονται από την ενεργειακή κρίση: «Η χώρα βασιζόταν εδώ και πολύ καιρό στο επιχειρηματικό μοντέλο της εισαγωγής φθηνής ενέργειας και εξαγωγής αγαθών». Ενώ οι επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο στη Γερμανία αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 4,4% ετησίως μεταξύ 2010 και 2015, η αύξηση ήταν μόνο 3,1% μεταξύ 2016 και 2022, επισημαίνουν.
Παραπαίει ο «κινητήρας»
Το διεθνές πλαίσιο δεν φαίνεται ευνοϊκό αυτή τη στιγμή για τη Γερμανία: «Ο παλιός κινητήρας της ανάπτυξης, οι εξαγωγές, παραπαίουν επίσης» τονίζουν οι δύο αναλυτές και εξηγούν: «Από τη μία πλευρά, η οικονομική αδυναμία της Κίνας και η προβλέψιμη επιβράδυνση στις ΗΠΑ επιβαρύνουν τις γερμανικές εξαγωγές. Εάν οι δύο κύριοι εμπορικοί της εταίροι δεν τα πάνε καλά οικονομικά, αυτό σημαίνει αυτόματα πώς δεν είναι καλοί οι οιωνό για το γερμανικό εμπόριο»
Αλλά και ο παγκοσμιοποιημένος κόσμος όπως τον ξέρουμε, αλλάζει, προκαλώντας προβλήματα στις εμπορικές ροές. Είτε λόγω διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα τα τελευταία χρόνια, είτε λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων, οι εξελίξεις αυτές συνοδεύονται από μεγάλές απώλειες στην παραγωγικότητα και υψηλότερες τιμές.
Η Γερμανία έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι μπορεί να διαχειριστεί τις κρίσεις. Στην παρούσα κατάσταση, ωστόσο, η θεραπεία για τα σημερινά οικονομικά προβλήματα της χώρας δεν είναι απλή. Απαιτούνται πολιτικά μέτρα, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις για να ανακτήσει η οικονομία την παλιά της ταχύτητα.